Ο Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζει να προωθεί την προσάρτηση της Γροιλανδίας από τις ΗΠΑ ως επιτακτική ανάγκη...και δημοσίευμα του Guardian ρίχνει φως στο πώς στενοί σύμμαχοι του Αμερικανού προέδρου εξετάζουν τρόπους να επωφεληθούν οικονομικά από τη στρατηγική περιοχή της Αρκτικής.
Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, ορισμένοι από τους μεγαλύτερους χρηματοδότες της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ μπορούν δυνητικά να επωφεληθούν από την εξαγορά ή την προσάρτηση της Γροιλανδίας από τις ΗΠΑ.
Η αμερικανική κυβέρνηση στοχεύει εν μέρει στην εξασφάλιση σπάνιων ορυκτών που είναι απαραίτητα για την εγχώρια βιομηχανία τεχνολογίας και την εθνική ασφάλεια, καθώς και στη δυνητική επανέναρξη των ερευνών για πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του συμβούλου εθνικής ασφαλείας του Τραμπ, Μάικ Γουόλτς, πάνω στο θέμα: «Πρόκειται για κρίσιμα ορυκτά, πρόκειται για φυσικούς πόρους».
Τουλάχιστον 243 εκατομμύρια δολάρια δόθηκαν στην τελευταία προεκλογική καμπάνια του Ντόναλντ Τραμπ από παράγοντες οι οποίοι έχουν συμφέροντα ή μελλοντικά σχέδια για την αρκτική περιοχή που τελεί υπό τη διοίκηση της Δανίας. Ανάμεσά τους είναι Αμερικανοί μεγιστάνες της τεχνολογίας που επένδυσαν σε εταιρείες εξόρυξης που δραστηριοποιούνται στη Γροιλανδία, στελέχη εταιρειών ορυκτών καυσίμων και δισεκατομμυριούχοι από τον κόσμο των κρυπτονομισμάτων.
Εν τω μεταξύ, επενδυτές που χρηματοδοτούν συμφέροντα εξόρυξης στη Γροιλανδία αγόρασαν επίσης μετοχές αξίας 314 εκατ. δολαρίων στην εταιρεία Trump Media, με το μεγαλύτερο εύρος των συναλλαγών να σημειώνεται λίγο πριν τις εκλογές.
«Υπάρχει ένας κλειστός κύκλος μεταξύ αυτών των επενδυτών, των δισεκατομμυριούχων, του Τραμπ και των crypto project», δήλωσε η Emily DiVito, ανώτερη σύμβουλος οικονομικής πολιτικής του οικονομικού think tank Groundwork Collaborative με έδρα τις ΗΠΑ. Η Γροιλανδία, πρόσθεσε, είναι παράδειγμα αυτού του φαινομένου στην πράξη.
«Αυτές οι δωρεές είναι επενδύσεις»
«Αυτές οι δωρεές είναι επενδύσεις και έγιναν με συγκεκριμένα αποτελέσματα κατά νου», δήλωσε η DiVito.
Ανάμεσα στους επενδυτές στην KoBold Metals, μία εταιρεία εξόρυξης ορυκτών η οποία δραστηριοποιείται στη Γροιλανδία, είναι μεγάλοι δωρητές του Τραμπ, όπως ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ της Meta, ο Σαμ Άλτμαν της OpenAI, ο Τζεφ Μπέζος της Amazon και άλλοι μεγιστάνες της Silicon Valley.
Ο κορυφαίος επενδυτής της Critical Metals Corp, η οποία έχει άδεια εξόρυξης στη Γροιλανδία, είναι το hedge fund Cantor Fitzgerald, του οποίου ηγείτο μέχρι τον Ιανουάριο ο υπουργός Εμπορίου του Τραμπ, Χάουαρντ Λούτνικ. Μεταξύ των άλλων κορυφαίων θεσμικών επενδυτών της Critical Metals περιλαμβάνονται η Vanguard, η BlackRock, η Geode Capital και η State Street, εταιρείες που αγόρασαν μετοχές της Trump Media αξίας 314 εκατ. δολαρίων.

Από τους πιο ηχηρούς υποστηρικτές των σχεδίων για τη Γροιλανδία είναι μεγιστάνες των crypto, που συνεισέφεραν τεράστια ποσά στις εκστρατείες του Τραμπ και των Ρεπουμπλικανών το 2024. Ορισμένοι χαρακτήρισαν τη Γροιλανδία «επενδυτικό σύνορο», κατάλληλο για τη δημιουργία data centers απαραίτητων για τις βιομηχανίες της τεχνητής νοημοσύνης και των κρυπτονομισμάτων. Κάποιοι από τους ίδιους δωρητές θέλουν επίσης να δημιουργήσουν ένα κατά βάση αυτόνομο, φιλελεύθερο «μετα-κράτος» για την τεχνολογική ελίτ στη Γροιλανδία. Κάνουν λόγο για ένα πιθανό πεδίο δοκιμής για «γεωδιαμόρφωση», μία τεχνική που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί μελλοντικά για τον αποικισμό του πλανήτη Άρη.
Τα σχέδια για φιλελεύθερο «μετα-κράτος» στη Γροιλανδία
Η ομάδα πίσω από αυτό το «μετα-κράτος», η Praxis, χαρακτηρίζει τα μέλη της «αισιόδοξους πρωτοπόρους». Οι επικριτές, ωστόσο, τη βλέπουν ως μια αποικιοκρατικού τύπου επιχείρηση, που στοχεύει στην εκμετάλλευση του πλούτου και των φυσικών πόρων ενός αδύναμου έθνους που εξακολουθεί να τελεί υπό τη διοικητική σφαίρα της Δανίας. Παρ' όλα αυτά, η Praxis έχει ήδη εξασφαλίσει χρηματοδότηση 525 εκατ. δολαρίων και περιλαμβάνει μέλη ή ευεργέτες με δεσμούς στην κυβέρνηση Τραμπ, όπως ο συνιδρυτής της PayPal Ken Howery, ο οποίος διορίστηκε πρέσβης των ΗΠΑ στη Δανία.
Αυτό που εκτυλίσσεται στη Γροιλανδία αντιπροσωπεύει τον «κύκλο της απάτης», δήλωσε ο Ρόμπερτ Βάισμαν, πρόεδρος της αμερικανικής μη κυβερνητικής οργάνωσης Public Citizen που μεριμνά για τη διαφάνεια της κυβέρνησης.
«Βάζεις χρήματα στην “τράπεζα” της οικογένειας Τραμπ, και αυτά επιστρέφουν σε εσένα με τη μορφή κάποιας κυβερνητικής πολιτικής», είπε ο Βάισμαν. «Αυτό περιλαμβάνει ακόμα και την ανάπτυξη μιας αυτοκρατορίας στην υπηρεσία των φιλελεύθερων, που επιδιώκουν μια κοινωνία χωρίς κράτος».
Τα ορυκτά της Γροιλανδίας χρησιμοποιούνται σε φορητούς υπολογιστές, smartphones, όπλα, «πράσινες» τεχνολογίες, ηλεκτρικά οχήματα και άλλα βασικά τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας. Η Κίνα εξακολουθεί να ελέγχει περίπου το 70% της αγοράς σπάνιων γαιών, ενώ στρατηγικές και εμπορικές διαδρομές περνούν από τα ύδατα γύρω από τη Γροιλανδία. Έτσι, λοιπόν, η αμερικανική κυβέρνηση παρουσιάζει το ενδιαφέρον της για τη Γροιλανδία ως αναγκαίο για την εθνική ασφάλεια και τη στήριξη της βιομηχανίας. Ωστόσο, οι κάτοικοι της Γροιλανδίας δεν φαίνεται πώς βλέπουν τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο, όπως έδειξαν πρόσφατες έρευνες γνώμης.

Επιπλέον, η Γροιλανδία είναι μια κυρίως παγωμένη, σκοτεινή χώρα με ελλιπείς υποδομές και έκθεση σε κατολισθήσεις βράχων, τσουνάμι και ασταθές υπέδαφος, όπως εξήγησε ο Paul Bierman, ερευνητής φυσικών πόρων στο Πανεπιστήμιο του Βερμόντ ο οποίος έχει περάσει χρόνια στο αφιλόξενο νησί. Όπως τόνισε, η εξόρυξη είναι εξαιρετικά δύσκολη και δαπανηρή, και η ιδέα ενός νέου «χρυσορυχείου» ορυκτών πόρων είναι «σχεδόν εντελώς φανταστική».
Οι δεσμοί του Τραμπ με την εξορυκτική βιομηχανία
Οι αντιδράσεις των κατοίκων της Γροιλανδίας και το αφιλόξενο περιβάλλον δεν φαίνεται να έχουν ανακόψει τον ενθουσιασμό των τεχνολογικών και εξορυκτικών επιχειρήσεων, αλλά ούτε και των δωρητών της κυβέρνησης Τραμπ, για την προοπτική μιας εξαγοράς.
Η KoBold κατέχει άδειες εξόρυξης για κοβάλτιο, νικέλιο και πλατίνα, και η αξία της εκτιμάται σήμερα στα 3 δισ. δολάρια. Ο μεγαλύτερος χρηματοδότης της είναι η επενδυτική εταιρεία τεχνολογίας Andreessen Horowitz. Οι Marc Andreessen και Ben Horowitz, γνωστοί και για τη συμμετοχή τους στο ανεπίσημο «Τμήμα Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας» (DOGE), δώρισαν από 2,5 εκατ. δολάρια ο καθένας σε μία πολιτική επιτροπή (Super PAC) που συγκέντρωνε χρηματοδότηση για την καμπάνια του Τραμπ. Επιπλέον, συνέβαλαν ή βοήθησαν να συγκεντρωθούν δεκάδες εκατομμύρια δολάρια μέσω άλλων καναλιών, όπως αναφέρει ο Guardian.
Ο Τζεφ Μπέζος, ο Σαμ Άλτμαν, ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ και ο Μπιλ Γκέιτς δώρισαν επίσης από 1 εκατ. δολάρια για την τελετή ορκωμοσίας του Τραμπ. Ανάμεσα στους υποστηρικτές της KoBold συγκαταλέγεται και ο Patrice Motsepe, ένας Νοτιοαφρικανός μεγιστάνας των ορυχείων, ο οποίος είχε προκαλέσει αντιδράσεις το 2020 όταν είπε στον Τραμπ: «Η Αφρική σε αγαπάει!».

Ο Λούτνικ, υπουργός Εμπορίου του Τραμπ, είχε δώσει 5 εκατ. δολάρια στον πρόεδρο πριν από τις εκλογές. Αν και πρόσφατα παραιτήθηκε από τη θέση του στην Cantor Fitzgerald, άλλοι δωρητές του Τραμπ εξακολουθούν να ηγούνται της εταιρείας. Εκπρόσωπος της εταιρείας επεσήμανε σε δελτίο Τύπου ότι ο Λούτνικ είχε αποχωρήσει.
Οι κολοσσοί BlackRock, Vanguard και State Street, οι άλλοι κορυφαίοι μέτοχοι της Critical Metals, θεωρούνται γενικά παθητικοί επενδυτές, με παρουσία σε πολλούς τομείς της οικονομίας. Παρ’ όλα αυτά, οι τρεις εταιρείες έγιναν οι βασικοί επενδυτές της Trump Media, αγοράζοντας μετοχές αξίας άνω των 175 εκατ. δολαρίων λίγο πριν τις εκλογές — μια επένδυση που θεωρήθηκε ευρέως ως στήριξη προς τον πρόεδρο.
Η Emily DiVito ήταν επιφυλακτική ως προς τα φιλόδοξα σχέδια των Αμερικανών, λέγοντας ότι η Γροιλανδία είναι «γεμάτη με τα πτώματα επενδυτών ορυκτών». Όμως ορισμένοι παράγοντες της βιομηχανίας, όπως ο Drew Horn, πρώην ανώτερος σύμβουλος στο Υπουργείο Ενέργειας της προηγούμενης κυβέρνησης Τραμπ, εμφανίζονται τακτικά στα μέσα ενημέρωσης υποστηρίζοντας την κυβερνητική πολιτική για τη Γροιλανδία και προβάλλοντας τον πλούτο που βρίσκεται στο υπέδαφός της.
Η εταιρεία του Horn, GreenMet, αξιοποιεί τις σχέσεις του με την κυβέρνηση για να εξασφαλίσει πολιτική και οικονομική στήριξη για μεταλλευτικές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της, η GreenMet «προωθεί επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα και την κατάλληλη νομοθετική και ρυθμιστική δράση για την ανάπτυξη μιας ανθεκτικής εγχώριας αλυσίδας εφοδιασμού».
Σε εμφάνισή του στο Fox News, ο Horn εξήρε τη «σημαντική ευκαιρία για αμερικανικές επενδύσεις στην εξόρυξη και την παραγωγή ενέργειας». Ωστόσο, ανεξάρτητοι παρατηρητές του κλάδου παραμένουν επιφυλακτικοί. Άλλωστε, ακόμη κι αν μια νεοσύστατη εξορυκτική εταιρεία τελικά δεν καταφέρει να αποφέρει κέρδη στη Γροιλανδία, ο Χορν θα συνεχίσει να λαμβάνει αμοιβές για τις συμβουλευτικές του υπηρεσίες.
Ο Bierman δεν σχολίασε ειδικά τον Horn, αλλά είπε ότι πολλές αισιόδοξες προβλέψεις για τις εξορυκτικές δυνατότητες της Γροιλανδίας προέρχονται από την ίδια τη βιομηχανία και όχι από ανεξάρτητες ή δανέζικες κυβερνητικές πηγές.
«Με κάνει να αναρωτιέμαι: είναι απλώς αυτοπροβολή για να προσελκύσει επενδυτικά κεφάλαια;» δήλωσε ο Bierman.
Το μεγάλο ενδιαφέρον του κόσμου των crypto για τη Γροιλανδία
Πριν από τις εκλογές, ο μεγιστάνας των crypto Tyler Winklevoss εξήγησε με απλά λόγια το σκεπτικό του κλάδου, λέγοντας ότι ο Μπάιντεν είχε «κηρύξει ανοιχτά πόλεμο κατά των κρυπτονομισμάτων». Ο ίδιος και ο δίδυμος αδελφός του, Cameron Winklevoss, δώρισαν από 1 εκατ. δολάρια στον Τραμπ, δηλώνοντας ότι εκείνος «θα έβαζε τέλος στον πόλεμο της κυβέρνησης Μπάιντεν κατά των κρυπτονομισμάτων».

Η βιομηχανία ακολούθησε το παράδειγμά τους, στηρίζοντας θερμά τον Τραμπ και τους Ρεπουμπλικάνους. Η Fairshake, μία πολιτική επιτροπή (PAC) που δημιουργήθηκε από παράγοντες των crypto για να συγκεντρώσει χρηματοδότηση για Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους, ανέφερε ότι ξόδεψε 195 εκατ. δολάρια στις εκλογές του Νοεμβρίου. Τουλάχιστον 148 εκατ. δολάρια από αυτά τα χρήματα κατευθύνθηκαν στην καμπάνια του Τραμπ και στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα γενικότερα, ενώ κορυφαίες εταιρείες του κλάδου φέρεται να συνέβαλαν με άλλα 10 εκατ. δολάρια στα έξοδα της ορκωμοσίας του Τραμπ.
Οι στόχοι της βιομηχανίας των crypto στη Γροιλανδία είναι ελαφρώς πιο ασαφείς από εκείνους της εξορυκτικής, αλλά παραμένουν στο επίκεντρο. Το ψυχρό κλίμα και η εύκολη πρόσβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καθιστούν την περιοχή ελκυστική για επιχειρήσεις εξόρυξης bitcoin. Όπως σημείωσε ο Χορν, «είναι κυριολεκτικά το καλύτερο μέρος στον κόσμο για data centers».
Το πλούσιο ρόστερ της Praxis από την τεχνολογική ελίτ περιλαμβάνει ονόματα όπως ο Joe Lonsdale, συνιδρυτής του τεχνολογικού κολοσσού Palantir, ο οποίος έχει δωρίσει εκατομμύρια στον Τραμπ, ενώ η εταιρεία του προσέφερε επιπλέον 2,5 εκατ. δολάρια. Ο Τζέι Ντι Βανς, ο δισεκατομμυριούχος Πίτερ Θιλ και ο Ντράιντεν Μπράουν, ένας 28χρονος επιχειρηματίας που πριν από χρόνια επισκέφθηκε τη Γροιλανδία και προσπάθησε να την αγοράσει, είναι επίσης μέλη της ομάδας.

Όταν ο Τραμπ διόρισε τον Howery (μέλος της Praxis και συνιδρυτή της PayPal) ως πρεσβευτή στη Δανία, η Praxis απάντησε στο Χ: «Όλα σύμφωνα με το σχέδιο».
Λίγο μετά την ανακοίνωση του Τραμπ, ο Μπράουν έγραψε στο Twitter ότι η Praxis σκοπεύει να «εξορύξει κρίσιμους πόρους, να διαμορφώσει τη γη με προηγμένη τεχνολογία για να την κάνει πιο κατοικήσιμη και να χτίσει μια μυθική πόλη στο Βορρά».

Δεκαετίες αποτυχημένων εξορύξεων
Μετά από 50 χρόνια ανεπιτυχών προσπαθειών της βιομηχανίας να αντλήσει αποτελεσματικά πετρέλαιο από τη Γροιλανδία, η τοπική κυβέρνηση απαγόρευσε την εξερεύνηση το 2021, επικαλούμενη τις προκλήσεις και την κλιματική αλλαγή.
Η κυβέρνηση Τραμπ, που είχε λάβει τουλάχιστον 75 εκατ. δολάρια σε δωρεές από στελέχη της ενεργειακής βιομηχανίας πριν από τις εκλογές, έχει επανειλημμένα υποστηρίξει ότι οι έρευνες πετρελαίου και φυσικού αερίου θα μπορούσαν να ξαναρχίσουν αν οι ΗΠΑ αποκτήσουν τον έλεγχο της Γροιλανδίας.
Ορισμένοι, ωστόσο, υποψιάζονται ότι αυτό δεν είναι παρά ένα πρόσχημα για να εξασφαλιστεί υποστήριξη και να δικαιολογηθεί η διεκδίκηση της περιοχής. Ο Bierman δήλωσε ότι οι γεωτρήσεις είναι επικίνδυνες, δαπανηρές και μέχρι σήμερα δεν έχουν αποκαλύψει τα τεράστια αποθέματα που πολλοί υποθέτουν πως υπάρχουν.
«Η κυβέρνηση Τραμπ δεν βασίζεται πάντα στην επιστήμη και την πραγματικότητα, και νομίζω πως αυτό είναι ένα παράδειγμα αυτού», δήλωσε ο Bierman.