Τουλάχιστον 1.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους και 1.670 έχουν τραυματιστεί στη Μιανμάρ, σύμφωνα με τον επίσημο απολογισμό της στρατιωτικής κυβέρνησης, μετά τον καταστροφικό σεισμό των 7,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που έπληξε τη χώρα την Παρασκευή. Άλλοι 68 παραμένουν αγνοούμενοι, ενώ συνεχίζονται οι προσπάθειες εντοπισμού τους από... σωστικά συνεργεία.
Ο σεισμός, ο ισχυρότερος στην περιοχή τα τελευταία 80 χρόνια, σημειώθηκε στις 12:50 το μεσημέρι (τοπική ώρα) σε βάθος μόλις 10 χιλιομέτρων, με επίκεντρο περίπου 16 χιλιόμετρα ανατολικά της Μανταλάι, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της χώρας. Δώδεκα λεπτά αργότερα ακολούθησε ισχυρός μετασεισμός 6,4 Ρίχτερ.

Σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων, έχουν καταρρεύσει κτίρια σε τουλάχιστον πέντε πόλεις, ενώ γέφυρες και τμήματα του αυτοκινητοδρόμου Yangon–Mandalay έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές. Ανάμεσα στις πληγείσες περιοχές είναι οι περιφέρειες Sagaing, Mandalay, Magway, Shan, Bago και η πρωτεύουσα Nay Pyi Taw, στις οποίες έχει κηρυχθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
«Όλα άρχισαν να τρέμουν. Τρέξαμε έξω από το σπίτι και μπροστά στα μάτια μας κατέρρευσε ένα πενταώροφο κτίριο. Κανείς δεν τολμά να ξαναμπεί μέσα».
Ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ εξέφρασε τα συλλυπητήριά του στον ηγέτη της Μιανμάρ και κινεζική ομάδα διάσωσης έφτασε στη Γιανγκόν το Σάββατο. Παράλληλα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία έχουν προσφέρει ανθρωπιστική βοήθεια και τεχνική υποστήριξη.
Ωστόσο, η παροχή βοήθειας καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη εξαιτίας των κομμένων γραμμών ρεύματος, των κατεστραμμένων υποδομών και του εμφυλίου πολέμου που μαίνεται στη χώρα από το 2021, όταν ο στρατός ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση της Αούνγκ Σαν Σου Κι.

Ο σεισμός έγινε αισθητός και στην Ταϊλάνδη, προκαλώντας κατάρρευση υπό κατασκευή ουρανοξύστη στην Μπανγκόκ, όπου οκτώ εργάτες σκοτώθηκαν, οκτώ τραυματίστηκαν και 79 παραμένουν αγνοούμενοι. Στο σημείο επιχειρούν σωστικά συνεργεία, ενώ έχει στηθεί και πρόχειρο νοσοκομείο.
Η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης έχει συγκαλέσει συνεδρίαση εκτάκτου ανάγκης και έχει ενεργοποιήσει μηχανισμούς πολιτικής προστασίας.
Η ανταπόκριση στη Μιανμάρ είναι εξαιρετικά δύσκολη λόγω του εμφυλίου πολέμου και της περιορισμένης πρόσβασης των διεθνών οργανισμών. Η περιοχή Sagaing, κοντά στο επίκεντρο του σεισμού, είναι ισχυρό προπύργιο των αντικαθεστωτικών, ενώ οι περισσότερες ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν περιορισμένη δράση ή πλήρη απαγόρευση εισόδου.
Η Διεθνής Ομοσπονδία Ερυθρού Σταυρού δήλωσε ότι τα συνεργεία της αντιμετωπίζουν δυσκολίες να προσεγγίσουν τις περιοχές Mandalay, Sagaing και το νότιο Shan, λόγω των ζημιών στο δίκτυο ενέργειας και τηλεπικοινωνιών.
Η Μιανμάρ, μια χώρα ήδη σε βαθιά πολιτική και ανθρωπιστική κρίση, καλείται να αντιμετωπίσει μία από τις πιο φονικές φυσικές καταστροφές στην πρόσφατη ιστορία της. Ο αριθμός των θυμάτων αναμένεται να αυξηθεί, ενώ η πρόσβαση των σωστικών συνεργείων σε απομακρυσμένες περιοχές παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη.
Ο ΟΗΕ έχει ήδη προειδοποιήσει ότι 20 εκατομμύρια πολίτες – σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού – βρίσκονταν πριν τον σεισμό σε ανάγκη για ανθρωπιστική βοήθεια. Μετά τη νέα καταστροφή, η ανάγκη για διεθνή υποστήριξη είναι πλέον επιτακτική.