Την αιτία της ανάφλεξης μετά τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη, που εκτιμάται ότι οδήγησε στο θάνατο έως 30 ανθρώπους...αναζητούν οι ειδικοί πραγματογνώμονες.
Ένας από αυτούς, ο Κώστας Λακαφώσης ανέφερε, μιλώντας στο TV100, ότι η εμπορική αμαξοστοιχία που ενεπλάκη στη σύγκρουση μετέφερε 3 με 4 τόνους άγνωστης καύσιμης ύλης, η οποία αποτέλεσε την αιτία της ανάφλεξης μετά τη σύγκρουση των τρένων.
Ο κ. Λακαφώσης τόνισε ότι «τίποτα από τον εξοπλισμό, τα υλικά και το φορτίο του τρένου δεν επιβεβαιώνεται ως αιτία της ανάφλεξης που βλέπουμε. Άρα πρέπει να βρούμε κάτι άλλο. Κάτι που δεν έχει καταγραφεί, κάτι που δεν μπορούμε να το προσεγγίσουμε με άλλο τρόπο παρά μόνο από το αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα μας λέει ότι μιλάμε για ποσότητα άγνωστης καύσιμης ύλης περίπου 3-4 τόνους».
Ο ειδικός πραγματογνώμονας τόνισε ότι το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα «αντιμετωπίστηκε ως ένα τροχαίο».
«Επιλήφθηκε η τροχαία και αντιμετωπίστηκε σαν να έχουν τρακάρει δύο φορτηγά στην εθνική οδό» τόνισε ο ίδιος κάνοντας λόγο για «σοβαρό έλλειμα», καθώς η εν λόγω προσέγγιση των αρχών είχε ως αποτέλεσμα να μην παραληφθεί κρίσιμο υλικό από το σημείο της σύγκρουσης ώστε να διαπιστωθεί με ακρίβεια το περιεχόμενο που μετέφερε η αμαξοστοιχία.
Παράλληλα ο κ. Λακαφώσης αναφέρθηκε στο οπτικό υλικό από τις κάμερες του ΟΣΕ στη Θεσσαλονίκη. Όπως ανέφερε, το συγκεκριμένο υλικό παραδόθηκε με καθυστέρηση αρκετών μηνών, και μάλιστα αφού είχε διαγραφεί.
Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με τον κ. Λακαφώση, εγείρει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη διαφάνεια και την πληρότητα της διερεύνησης του δυστυχήματος. «Μας είπαν εκ των υστέρων θα μας δώσουμε τους σωστούς δίσκους, ωστόσο ξέρουμε ότι το υλικό έχει χαθεί σημείωσε χαρακτηριστικά ο ειδικός πραγματογνώμονας.
Ανησυχία στην κυβέρνηση για το πόρισμα του ΕΜΠ
Το ενδιαφέρον είναι ότι το τι περιλαμβάνει το πόρισμα του ΕΜΠ για την έκρηξη είναι λίγο-πολύ γνωστό. Μάλιστα, ήδη έχει αποκαλύψει ότι «η έκδοση δύο πορισμάτων του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου αλλά και του νέου φορέα έρευνας σιδηροδρομικών κι αεροπορικών ατυχημάτων αναμένεται να δημιουργήσει νέα δεδομένα στην έρευνα για την τραγωδία των Τεμπών με την ανάδειξη πιθανόν του γεγονότος ότι η φονική έκρηξη που ακολούθησε την σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών δεν οφείλονται στα έλαια σιλικόνης των μετασχηματιστών των τραίνων και συνεπώς υπήρχε κάποιο παράνομο φορτίο».
Επίσης, το πόρισμα του ΕΜΠ καταλήγει στο συμπέρασμα πως τα έλαια σιλικόνης δεν είναι εύφλεκτα και δεν μπορούσαν να παράξουν την συγκεκριμένη πυρόσφαιρα. Θα υπάρξει λοιπόν αποκλεισμός αυτού του ενδεχομένου που αφήνει ανοικτό το σενάριο που λέμε από την πρώτη στιγμή ότι στο εμπορικό υπήρχε κάποιο παράνομο φορτίο».
Αν η συγκεκριμένη πληροφορία αποδειχθεί σωστή, τότε το πόρισμα του ΕΜΠ δημιουργεί μείζον πρόβλημα για την κυβέρνηση για δύο βασικούς λόγους:
- Πρώτον, διότι η ίδια από την πρώτη στιγμή απέκλεισε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο η έκρηξη να προκλήθηκε από παράνομο φορτίο υδρογονανθράκων που μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία και το οποίο προκάλεσε την πυρόσφαιρα και τη φωτιά που κατέκαψε τα βαγόνια της επιβατικής, και
- Δεύτερον, διότι καθίσταται σαφές, επιβεβαιώνοντας το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων των συγγενών, ότι τουλάχιστον 30 άνθρωποι που είχαν σωθεί από τη σύγκρουση βρήκαν μαρτυρικό θάνατο από τη φωτιά που προκλήθηκε από τους εύφλεκτους υδρογονάνθρακες που μετέφερε το εμπορικό τρένο.
Μια άλλη παράμετρος, είναι ότι «οι ιατροδικαστές δεν προχώρησαν σε τοξικολογικές εξετάσεις ώστε να διαπιστωθεί εκτός των άλλων, αν οι νεκροί επιβάτες είχαν εισπνεύσει αέρια από την φωτιά που προκλήθηκε από την φονική έκρηξη, κάτι που θα αναδείκνυε πόσοι και ποιοι άτυχοι επιβάτες κάηκαν ζωντανοί, εγκλωβισμένοι στα συντρίμμια των τραίνων και ποιοι λόγω της σφοδρής σύγκρουσης. […] Για αυτές τις παραλείψεις των ιατροδικαστών υπήρξε έρευνα από τους ίδιους δικαστικούς λειτουργούς της Λάρισας, οι οποίοι την αρχειοθέτησαν αποδεχόμενοι ισχυρισμούς των ιατροδικαστών ότι “οι τοξικολογικές εξετάσεις δεν πραγματοποιήθηκαν γιατί ήταν δεδομένο για αυτούς ότι όλοι οι επιβάτες πέθαναν από την φωτιά”. Κάτι που ωστόσο δεν φαίνεται να ισχύει κι η αναφορά–δικαιολογία αυτή δεν έχει καμιά επιστημονική υπόσταση».