Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα μπορούσε τελικά να είναι ένας από τους μεγαλύτερους κερδισμένους από την πτώση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ, αφού αντιμετώπισε χρόνια αστάθειας και απομόνωσης ως αποτέλεσμα του συριακού εμφυλίου πολέμου που μαίνεται στο κατώφλι της Τουρκίας εδώ και...13 χρόνια.
Μιλώντας το Σάββατο (7/12) στο Γκαζιαντέπ -μία από τις πόλεις που μεταμορφώθηκαν από τον συριακό εμφύλιο, σε απόσταση περίπου 100 χιλιομέτρων από το Χαλέπι της Συρίας- ο Τούρκος ηγέτης διακήρυξε μια «νέα διπλωματική και πολιτική πραγματικότητα στη Συρία» μετά από μια δεκαετία και πλέον υποστήριξης της ένοπλης συριακής αντιπολίτευσης. Παραμένει ασαφές σε ποιο βαθμό η Άγκυρα υποστήριξε την αστραπιαία επίθεση των τελευταίων δύο εβδομάδων που ανέτρεψε χθες, Κυριακή (8/12) την κυβέρνηση του Μπασάρ αλ Άσαντ.
Η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), η ισλαμιστική οργάνωση που ηγήθηκε της ανατροπής του Άσαντ, έχει περίπλοκη σχέση με την Τουρκία.
Πολλοί αναλυτές είναι πεπεισμένοι ότι ο Ερντογάν, ο οποίος κάποτε αποκάλεσε τον Σύρο πρόεδρο «χασάπη», έχει να κερδίσει πολιτικά και οικονομικά από τη νέα του θέση ως ο πιο ισχυρός ξένος παράγοντας στη Συρία μετά την πτώση του Άσαντ, ο οποίος υποστηριζόταν από τη Ρωσία και το Ιράν. «Μετά τους Σύρους, η Τουρκία είναι ο μεγαλύτερος νικητής εδώ» δήλωσε ο Ömer Özkizilcik - αναλυτής εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, καθώς και ανώτερος συνεργάτης του αμερικανικού think tank στον τομέα των διεθνών υποθέσεων Atlantic Council. «Όταν όλοι οι άλλοι εγκατέλειψαν τους Σύρους, όταν κανένα άλλο κράτος δεν υποστήριξε την αντιπολίτευση, η Τουρκία δεν τους εγκατέλειψε», πρόσθεσε.
Ο Ερντογάν στήριξε το κύμα των αραβικών εξεγέρσεων που σάρωσε τη Μέση Ανατολή το 2011, με την ελπίδα ότι θα ενίσχυε τους συμμάχους του ισλαμιστικού κόμματός του Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Έμεινε μαζί τους ακόμη και όταν οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές δυνάμεις που αρχικά υποστήριξαν τις εξεγέρσεις, παραιτήθηκαν. Υποδέχθηκε περισσότερους από τρία εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες ως «αδελφούς και αδελφές» και παρείχε όπλα και εκπαίδευση σε ομάδες ανταρτών που μάχονταν τον Άσαντ.
Όταν οι ελπίδες για αλλαγή καθεστώτος στη Συρία εξανεμίστηκαν, καθώς ο Άσαντ διασώθηκε από τη Μόσχα και την Τεχεράνη, και η Τουρκία αντιμετώπισε αυξανόμενες επιπτώσεις από τον εμφύλιο, ο Ερντογάν μετατόπισε την εστίασή του στη μάχη κατά των δυνάμεων που κυριαρχούνται από τους Κούρδους, οι οποίες θεωρούνται από την Άγκυρα ως τρομοκράτες, καθώς σημείωσαν κέρδη στη βορειοανατολική Συρία. Πιο πρόσφατα, ο Ερντογάν έκανε ανοίγματα στον Άσαντ, αλλά απορρίφθηκαν. «Το καθεστώς της Δαμασκού δεν μπόρεσε ποτέ να κατανοήσει την αξία της χείρας που έτεινε η Τουρκία», δήλωσε το Σάββατο (7/12) ο Τούρκος πρόεδρος.
Ωστόσο, ακόμη και όταν προσέγγιζε τον Άσαντ, η Τουρκία συνέχισε να υποστηρίζει τους αντάρτες και παρείχε επίσης μια γραμμή ζωής στο προπύργιο της HTS, στο Ιντλίμπ, που για χρόνια παρέμενε η τελευταία επαρχία υπό την κατοχή της αντιπολίτευσης. Διαχειριζόταν επίσης μια έκταση εδάφους στο βόρειο τμήμα της Συρίας και συνέχισε να υποστηρίζει μια ομάδα ανταρτών που δρα υπό το όνομα Συριακός Εθνικός Στρατός. Αυτοί οι δεσμοί με ομάδες της αντιπολίτευσης -που την Κυριακή πέτυχαν το μακρόχρονο όνειρό τους να καταλάβουν τη Δαμασκό- αφήνουν τον Ερντογάν σε καλύτερη θέση από οποιονδήποτε άλλο ξένο ηγέτη για να επωφεληθεί από την αναμενόμενη άνοδό τους στην εξουσία, ακόμη και αν η κατάσταση στη Συρία παραμένει επίσης εξαιρετικά ασταθής και αβέβαιη.
Επιστροφή των Σύρων προσφύγων της Τουρκίας
Μια μεγάλη ελπίδα για τον Ερντογάν είναι ότι η πτώση του Άσαντ θα επιτρέψει σε πολλούς από τους περίπου τρία εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες της Τουρκίας να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Η συνεχιζόμενη παρουσία τους είναι βαθιά αντιδημοφιλής ακόμη και μεταξύ των ίδιων των υποστηρικτών του. Ο Τούρκος υπουργός Εσωτερικών, Αλί Γερλίκαγια, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα, μετά την κατάληψη του Χαλεπίου από τους αντάρτες, ότι 1,3 εκατ. από τους Σύρους στην Τουρκία κατάγονται από την πόλη αυτή και ότι πολλοί «δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τον ενθουσιασμό τους» για την επιστροφή τους.
Η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ θα μπορούσε επίσης να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στην πολύπλοκη σχέση μεταξύ του Ερντογάν και του Βλαντιμίρ Πούτιν, οι οποίοι έχουν υποστηρίξει αντίπαλες πλευρές όχι μόνο στη Συρία αλλά και σε άλλες συγκρούσεις, συμπεριλαμβανομένης της Λιβύης. «Η Τουρκία είναι πιθανό να υιοθετήσει μια πιο διεκδικητική στάση στην περιοχή» δήλωσε ο Wolfango Piccoli, της εταιρείας συμβούλων Teneo, σε σημείωμά του προς τους πελάτες του, προσθέτοντας ότι αυτό θα ενίσχυε επίσης τη θέση της Άγκυρας έναντι του Ιράν.
Η Τουρκία, που ήδη παλεύει με τον υψηλό πληθωρισμό και την ύφεση, θα επωφεληθεί από την επανάληψη των πλήρων επιχειρηματικών και εμπορικών δεσμών κατά μήκος των 900 χιλιομέτρων των συροτουρκικών συνόρων. Ο κατασκευαστικός τομέας, ο οποίος έχει στενούς δεσμούς με τον Ερντογάν, θα μπορούσε να επωφεληθεί από έναν λογαριασμό ανοικοδόμησης της Συρίας που αναμένεται να ανέλθει σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια. «Εάν επιτευχθεί η ειρήνη, είναι μια μεγάλη ευκαιρία» δήλωσε στέλεχος μιας από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες της Τουρκίας.
Ωστόσο, παρά τις δυνατότητες της Τουρκίας, υπάρχει επίσης τεράστια αβεβαιότητα σχετικά με το τι είδους κυβέρνηση θα καλύψει το κενό που δημιουργήθηκε από την εντυπωσιακή κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ και τι είδους σχέση θα έχει με τον βόρειο γείτονά της.
Αν και η Άγκυρα δεν έχει ελέγξει ποτέ την HTS -την οποία κατατάσσει ως τρομοκρατική ομάδα- είχε μοχλό πίεσης όταν η οργάνωση είχε ταμπουρωθεί στο Ιντλίμπ με την Τουρκία ως την κύρια οδό προς τον έξω κόσμο. Παραμένει ασαφές ποια επιρροή θα διατηρήσει επί του ηγέτη της ομάδας Αμπού Μοχάμαντ αλ Τζολάνι τώρα που ο ίδιος και οι σύμμαχοί του έχουν καταλάβει ολόκληρη τη Συρία.
Ένα νέο Αφγανιστάν στο κατώφλι της Τουρκίας;
βασική ειρήνη και η σταθερότητα απέχουν πολύ από το να είναι εγγυημένες, με τον κίνδυνο ότι περαιτέρω συγκρούσεις θα μπορούσαν να αναγκάσουν και άλλους πρόσφυγες να διαφύγουν προς την Τουρκία. Ο Ιλχάν Ουζγκέλ, υψηλόβαθμο στέλεχος του σταθερά κοσμικού αντιπολιτευόμενου κόμματος CHP της Τουρκίας, εξέφρασε τον φόβο ότι ο Ερντογάν «δημιούργησε τις συνθήκες για την εμφάνιση ενός νέου Αφγανιστάν» στα σύνορά της.
Με την Τουρκία να εξακολουθεί να συνδέεται στο μυαλό πολλών Σύρων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία -η οποία κρέμασε εθνικιστές αντιφρονούντες στο κέντρο της Δαμασκού- θα πρέπει να προσέξει να μην ξεπεράσει τα όρια τις επόμενες εβδομάδες και μήνες. Ο Τζολάνι απηύθυνε έκκληση για έναν εθνικό διάλογο απαλλαγμένο από ξένες παρεμβάσεις. «Η Άγκυρα θα μπορούσε να προκαλέσει δυσαρέσκεια αν προσπαθήσει να επιβάλει τη θέλησή της στις νέες αρχές», δήλωσε ο Soner Cagaptay, διευθυντής του τουρκικού ερευνητικού προγράμματος στο Ινστιτούτο της Ουάσιγκτον. «Η οθωμανική κληρονομιά διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο οι Άραβες θα δουν την Τουρκία να έρχεται και να γίνεται ο νέος προστάτης», είπε.
Ένα άλλο μεγάλο ερώτημα είναι ο ρόλος που θα διαδραματίσουν οι Κούρδοι της Συρίας σε μια μελλοντική κυβέρνηση και αν θα διατηρήσουν μέρος της σκληρά κερδισμένης αυτονομίας που έχουν αποκτήσει στα βορειοανατολικά.
Η Άγκυρα θα ήταν επιφυλακτική σε οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις μεταξύ μιας νέας κυβέρνησης στη Δαμασκό και κουρδικών ένοπλων ομάδων. Θεωρεί τις τελευταίες ως τρομοκράτες με στενούς δεσμούς με τον επί δεκαετίες εχθρό της, το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK). Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, επέμεινε την Κυριακή ότι οποιεσδήποτε ομάδες που αποτελούν «προέκταση του PKK» δεν μπορούν να συμμετάσχουν στις συνομιλίες για το μέλλον της Συρίας.
Ο μελλοντικός ρόλος των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν υποστηρίξει τις κουρδικές δυνάμεις στο πλαίσιο του αγώνα τους κατά του ISIS και διατηρούν περίπου 900 στρατιώτες στη Συρία, παραμένει επίσης ασαφής. Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε το Σάββατο (7/12) ότι η συριακή σύγκρουση «δεν είναι ο δικός μας αγώνας».
Η Σινέμ Αντάρ, συνεργάτης στο Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων και Ασφάλειας στο Βερολίνο, δήλωσε ότι, με τα γεγονότα να κινούνται τόσο γρήγορα και με τόσες πολλές πτυχές του μέλλοντος της Συρίας να είναι ακόμη ασαφείς, είναι πολύ νωρίς για να πούμε αν ο Ερντογάν θα βγει τελικά θριαμβευτής από τα γεγονότα των τελευταίων δύο εβδομάδων. «Όλα είναι ακόμη στον αέρα. Δεν είμαι πεπεισμένος ότι η Τουρκία έχει τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης» δήλωσε χαρακτηριστικά.