Ο 39χρονος καθ’ ομολογίαν γυναικοκτόνος, απολογήθηκε ενώπιον της 25ης τακτικής ανακρίτριας, υποστηρίζοντας ότι δεν είχε προσχεδιάσει το έγκλημα, καθώς κατηγορείται για ανθρωποκτονία με δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, παράνομη οπλοκατοχή και οπλοχρησία. Ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε μόνος του να την επαναφέρει στη ζωή, αφού προηγουμένως την χτύπησε στο κεφάλι με σφυρί και στη συνέχεια τύλιξε με δύναμη ένα καλώδιο φορτιστή στον λαιμό της.
Για την κυνική προσπάθειά του να πείσει τα παιδιά και την αδελφή της 32χρονης πως είναι ζωντανή και αποφάσισε να φύγει, μέσω γραπτών μηνυμάτων από το κινητό του θύματος, υποστήριξε πως «αποκλειστικό σκοπό είχαν να καθησυχάσουν».
«Μωρό μου η μαμά έφυγε πήρε κάτι ρούχα, μία βαλίτσα, είμαι ήδη στην Πάτρα και δεν θα ξαναγυρίσω σπίτι. Για αυτό να προσέχεις τον αδερφό σου και να ακούσεις τον μπαμπά. Η μαμά όταν θα μαζέψει λεφτά και φτιάξει τα χαρτιά θα ξαναγυρίσει για να σας πάρει μαζί» ήταν το μήνυμα που έστειλε ο 39χρονος στον μεγαλύτερο γιο της οικογένειας. «Είμαι με έναν φίλο μου. Θα μιλήσουμε αργότερα. Πες το και στη μαμά, να μην ανησυχεί» έγραψε στην αδελφή της 32χρονης συζύγου του.
Ο καθ' ομολογίαν δράστης της 15ης γυναικοκτονίας στην Ελλάδα για το 2024, απέδωσε τη δολοφονία σε «ανεξέλεγκτη οργή» και με σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και εισαγγελέα οδηγήθηκε στη φυλακή.