Η ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΗΛΩΣΗ ΣΤΗΡΙΞΗΣ της Κάμαλα Χάρις από την Τέιλορ Σουίφτ δεν αποτέλεσε έκπληξη – η διάσημη ποπ σταρ υποστηρίζει εδώ και χρόνια τους Δημοκρατικούς υποψηφίους και χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να ενθαρρύνει τους οπαδούς της να... ψηφίσουν. Δεν ήταν επίσης έκπληξη το γεγονός ότι ο Έλον Μασκ, επιφανής υποστηρικτής του Τραμπ, μπήκε στο X λίγο μετά την ανακοίνωση της Σουίφτ για να εκδηλώσει την δική του, εντελώς εφηβική, αντίδραση. «Ωραία, Τέιλορ...κέρδισες», έγραψε. «Θα σου χαρίσω ένα παιδί και θα φυλάω τις γάτες σου με τη ζωή μου».
Η δήλωση θα μπορούσε να αναλυθεί πολλαπλώς. Ο Μασκ, γνωστός μανιακός με τη γονιμότητα, μπορεί να αστειευόταν εκφράζοντας την πρόθεσή του να χαρίσει στη Σουίφτ ένα παιδί (δανείζοντάς της ίσως ένα από τα δώδεκα δικά του;). Ή υπονοούσε ίσως μια πιο σεξουαλική απειλή. Όπως και να 'χει, ήταν μια προσπάθεια να επιβάλει την κυριαρχία του απέναντι σε μια γυναίκα την οποία ενδεχομένως θεωρεί ότι καταπατά τα χωράφια του: μια επίσης δισεκατομμυριούχο που εισέρχεται στην πολιτική σφαίρα, συσπειρώνοντας μια τεράστια (και αφοσιωμένη) βάση οπαδών εναντίον του υποψηφίου που εκείνος στηρίζει. Η κίνηση του Μασκ δεν είναι φυσικά πρωτόγνωρη. Αντιθέτως αποτελεί ένα τυπικό δείγμα του είδους της σεξιστικής επίθεσης που χρησιμοποιείται εδώ και καιρό από άνδρες που προσπαθούν να βάλουν τις γυναίκες στη θέση τους.
Οι αντιδράσεις ήταν άμεσες. Άνδρες και γυναίκες, «Swifties» αλλά και τυχαίοι παρατηρητές, απαίτησαν εκδίκηση. Και όλα αυτά θα μπορούσαν να ήταν ενθαρρυντικά αν δεν υπήρχε ένα ύφος αντίδρασης το οποίο, αντί να αναδείξει την ισχύ της ίδιας της Σουίφτ, επικαλέστηκε τη δύναμη του διάσημου συντρόφου της, του σταρ του αμερικανικού ποδοσφαίρου Τράβις Κέλσι. «Δεν μου αρέσει η βία αυτή καθ' αυτή, αλλά ο Τράβις θα πρέπει να έχει πλήρη και απόλυτη ασυλία αν πλακώσει στο ξύλο τον Ίλον», έγραφε μια τυπική ανάρτηση.
Η προθυμία για σύγκρουση είναι φυσικά ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό του λόγου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης – η προσβολή και η επιθετικότητα άλλωστε αποτελούν τη lingua franca τους. Και μπορεί κανείς να καταλάβει από πού προέρχεται η φαντασίωση με τον Κέλσι ως φορέα επιβολής και ανεπίσημο μπράβο της Σουίφτ. Είναι ένας μεγαλόσωμος άντρας (1,95 μ. ύψος, 113 κιλά βάρος) που κερδίζει τα προς το ζην παίζοντας ένα βίαιο άθλημα. Ο Μασκ μπορεί να ποζάρει ως «άλφα αρσενικό» όταν προκαλεί τους ανταγωνιστές του από το χώρο της τεχνολογίας σε αναμέτρηση σε κλουβί (όπως είχε κάνει με τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ), αλλά ο Κέλσι ενσαρκώνει το είδος της δύναμης και της σωματικής κυριαρχίας που ο Μασκ μπορεί μόνο να φαντασιωθεί ότι κατέχει. Και δεδομένου ότι ορισμένες αντιδράσεις για την υποστήριξη της Swift κλιμακώθηκαν γρήγορα σε πιο ανοιχτά βίαιους υπαινιγμούς, είναι επίσης εύκολο να καταλάβει κανείς πώς ακόμη και εκείνοι που κανονικά καταδικάζουν την ανδρική βία ως «τοξική» θα μπορούσαν να βρουν τρόπο να δώσουν συγχωροχάρτι στους απανταχού λάτρεις των fight-clubs.
Η λαχτάρα για έναν «σωτήρα» είναι κατανοητή σε έναν κόσμο όπου οι έμφυλες απειλές κατά των γυναικών στο διαδίκτυο αντικατοπτρίζουν τις απειλές που αντιμετωπίζουν στην πραγματική ζωή. Εκτός δικτύου, δημοσιεύονται καθημερινά αναφορές για γυναίκες που υφίστανται ασελγείς συμπεριφορές, καθώς και σεξουαλική βία που θα μπορούσε να είναι βγαλμένη από ταινία τρόμου. Εκτός δικτύου, κάποιες γυναίκες αισθάνονται υποχρεωμένες να επικαλούνται άρρενες συντρόφους – πραγματικούς ή ψεύτικους – στην προσπάθειά τους να αποκρούσουν τους υπερβολικά επίμονους διώκτες, επειδή πάρα πολλοί άνδρες σέβονται τα όρια μόνο όταν αντιμετωπίζουν την προοπτική της παρουσίας ενός άλλου άνδρα. Ακόμα και η πιο περήφανη φεμινίστρια μπορεί να μην ενοχλείται από την ιδέα ενός άνδρα συμμάχου που συμμετέχει στον αγώνα κατά του σεξισμού, του μισογυνισμού και της κακοποίησης.
Όμως η ενστικτώδης απαίτηση μιας μονομαχίας σώμα με σώμα, όχι μόνο δεν αποτελεί αποτελεσματική αντιμετώπιση των έμφυλων επιθέσεων αλλά επικυρώνει τον επιτιθέμενο άνδρα καθιστώντας τον άξιο προσοχής και ακυρώνει τη γυναίκα που δέχεται επίθεση, αφαιρώντας της τη δυνατότητα να καθορίσει τη δική της αντίδραση. Τόσο η Σουίφτ όσο και η Χάρις έχουν αντιμετωπίσει, και έχουν εξουδετερώσει, απόπειρες ανδρικής επικυριαρχίας σεξουαλικού τύπου στο παρελθόν, χωρίς να ζητήσουν ανδρική υποστήριξη.
Η Χάρις, μέσω της προεκλογικής της εκστρατείας, έχει γελοιοποιήσει τη δεξιά ρητορική κατά των γυναικών, χαρακτηρίζοντας τους φορείς των επιθέσεων «περίεργους» αντί να τους προσδώσει αξιοπιστία. Η δικαίωση, εξάλλου, ή ακόμα και η εκδίκηση, έρχονται με πολλούς τρόπους. Μέσα σε μία ημέρα περίπου από την τηλεμαχία ανάμεσα στην Χάρις και τον Τραμπ, ένας σύνδεσμος που δημοσίευσε η Σουίφτ στο Instagram έστειλε περισσότερους από 400.000 επισκέπτες και επισκέπτριες σε έναν κυβερνητικό ιστότοπο που καθοδηγεί τους ψηφοφόρους στην εκλογική διαδικασία. Αρνούμενες να δώσουν υπόσταση και δυναμική στις μισογυνιστικές επιθέσεις, η Σουίφτ και η Χάρις κάνουν τους αντιπάλους τους να αποκαλύπτονται ως ανατριχιαστικοί και αξιολύπητοι.