Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα την ετήσια έκθεση προόδου για το κράτος δικαίου σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Για την Ελλάδα η Επιτροπή εντοπίζει βήματα προόδου σε ό,τι αφορά την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και απευθύνει τέσσερις συστάσεις για τη βελτίωση του κράτους δικαίου... στη χώρα.
Συνολικά, όσον αφορά τις συστάσεις της Έκθεσης για το Κράτος Δικαίου για το 2023 από τη Γενική Γραμματεία Συντονισμού της Προεδρίας της Κυβέρνησης, η Επιτροπή τονίζει ότι η Ελλάδα «εφάρμοσε πλήρως τη σύσταση για την αντιμετώπιση της ανάγκης εμπλοκής του δικαστικού σώματος στον διορισμό Προέδρου και Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, λαμβάνοντας υπόψη τα ευρωπαϊκά πρότυπα για τους διορισμούς δικαστών».
Επιπλέον, καταγράφεται «κάποια περαιτέρω πρόοδος» όσον αφορά την εντατικοποίηση των προσπαθειών για τη δημιουργία μιας σταθερής και αξιόπιστης βάσης με σειρά εγκλήσεων και τελεσίδικων αποφάσεων σε υποθέσεις διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένων υποθέσεων διακεκριμένης διαφθοράς κακουργηματικού βαθμού.
«Κάποια περαιτέρω πρόοδος» καταγράφεται και όσον αφορά την προώθηση της διαδικασίας έγκρισης μη νομοθετικών διασφαλίσεων και σημαντική πρόοδο στην έναρξη της νομοθετικής διαδικασίας σε σχέση με την προστασία των δημοσιογράφων, με βάση τις δραστηριότητες που ξεκίνησε η Task Force, ιδίως όσον αφορά τις καταχρηστικές αγωγές κατά δημοσιογράφων και την ασφάλειά τους, σύμφωνα με το εγκριθέν Μνημόνιο Συνεννόησης και λαμβάνοντας υπόψη τα ευρωπαϊκά πρότυπα για την προστασία των δημοσιογράφων.
Η Επιτροπή αναφέρει ότι έχει επιτευχθεί «κάποια πρόοδος» όσον αφορά τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και έγκαιρης διαβούλευσης στην πράξη με τους ενδιαφερομένους σχετικά με σχέδια νομοθεσίας, μεταξύ άλλων με την παροχή επαρκούς χρόνου για δημόσια διαβούλευση. Επιπλέον, «Κάποια περαιτέρω πρόοδος» έχει σημειωθεί όσον αφορά τη λήψη περαιτέρω βημάτων για την αξιολόγηση του τρέχοντος συστήματος εγγραφής για τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, μεταξύ άλλων με την έναρξη διαρθρωμένου διαλόγου με τις Οργανώσεις Κοινωνίας Πολιτών, και την αξιολόγηση κατά πόσον υπάρχει ανάγκη τροποποίησής του.
Σε αυτή τη βάση, και λαμβάνοντας υπόψη άλλες εξελίξεις που έλαβαν χώρα κατά την περίοδο αναφοράς, και εκτός από την υπενθύμιση των σχετικών δεσμεύσεων που ανελήφθησαν στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απευθύνει στην Ελλάδα τέσσερις συστάσεις:
Πρώτον, να συνεχιστούν οι προσπάθειες για τη δημιουργία μιας σταθερής και αξιόπιστης βάσης με σειρά εγκλήσεων και τελεσίδικων αποφάσεων σε υποθέσεις διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένων υποθέσεων διακεκριμένης διαφθοράς κακουργηματικού βαθμού.
Δεύτερον, να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος με τη διαδικασία θέσπισης νομοθετικών και μη νομοθετικών διασφαλίσεων για τη βελτίωση της προστασίας των δημοσιογράφων, ιδίως όσον αφορά τις καταχρηστικές αγωγές κατά δημοσιογράφων και την ασφάλειά τους, σύμφωνα με το εγκριθέν Μνημόνιο Συνεννόησης και λαμβάνοντας υπόψη τα ευρωπαϊκά πρότυπα για την προστασία των δημοσιογράφων.
Τρίτον, να εντατικοποιηθούν οι προσπάθειες για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και έγκαιρης διαβούλευσης στην πράξη με τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με σχέδια νομοθεσίας, μεταξύ άλλων με την τήρηση του θεσμοθετημένου χρονοδιαγράμματος για τη δημόσια διαβούλευση.
Τέταρτον, να ενισχυθούν οι προσπάθειες για την αξιολόγηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου για το σύστημα εγγραφής των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και αξιολόγηση της ανάγκης τροποποίησής του, προχωρώντας παράλληλα σε ένα δομημένο διάλογο με τις Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών.
«Σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), η ασυνεπής και αδιαφανής εφαρμογή των νομικών απαιτήσεων για την εγγραφή και οι αυξημένες διατυπώσεις οδήγησαν πολλές ΟΚΠ είτε να εγκαταλείψουν την Ελλάδα είτε να μειώσουν την παρουσία τους στο πεδίο. Ο Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης αναφέρθηκε στο ελληνικό σύστημα εγγραφής ως ανησυχητικό», αναφέρεται στην έκθεση.
Σχετικά με τη συμμορφωσης της χώρας με αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναφέρει: «Την 1η Ιανουαρίου 2024, στην Ελλάδα εκκρεμούσαν προς εκτέλεση 28 αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αριθμός αυξημένος κατά μία σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Εκείνη την περίοδο, το ποσοστό των κορυφαίων αποφάσεων των τελευταίων 10 ετών που παρέμεναν σε εκκρεμότητα στην Ελλάδα ήταν 30% (σε σύγκριση με 34% το 2023) και ο μέσος χρόνος που οι αποφάσεις εκκρεμούσαν προς εκτέλεση ήταν 6 έτη και 7 μήνες (όπως και το 2023). Μια από τις παλαιότερες ομάδες υποθέσεων, που εκκρεμούσε σε εκτέλεση για περισσότερα από 15 χρόνια, αφορά παραβιάσεις του δικαιώματος στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι λόγω αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων για τη μη εγγραφή ή τη διάλυση σωματείων με την αιτιολογία ότι σκοπός τους ήταν η προώθηση της ιδέας ότι υπάρχει εθνική μειονότητα στην Ελλάδα. Όσον αφορά την τήρηση των προθεσμιών πληρωμής, στις 31 Δεκεμβρίου 2023 υπήρχαν συνολικά 7 υποθέσεις που ανέμεναν την επιβεβαίωση των πληρωμών (έναντι 13 το 2022).»
«Οι δικαστικές έρευνες σχετικά με τους ισχυρισμούς για υποκλοπές και τη χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού ξεκίνησαν το 2022 και συνεχίζονται. Τον Ιούλιο του 2023, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα δημοσιοποίησε τα πορίσματα της έρευνάς της και τα διαβίβασε στις δικαστικές αρχές . Τον Οκτώβριο του 2023, η ΑΔΑΕ απέρριψε το αίτημα των εισαγγελέων να εξακριβωθεί εάν τα άτομα στα οποία απευθυνόταν το spyware είχαν επίσης υποστεί δραστηριότητες υποκλοπών από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Τον Οκτώβριο του 2023, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου διέταξε τη διαβίβαση του φακέλου της έρευνας από την εισαγγελία πρωτοδικών στον Άρειο Πάγο. Η απόφαση αυτή έγινε δεκτή με επικρίσεις, μεταξύ άλλων από οργανώσεις για την ελευθερία του Τύπου, καθώς θεωρήθηκε ως προσπάθεια παρέμβασης στην εν εξελίξει έρευνα και καθυστέρησε περαιτέρω την πρόοδό της. Σύμφωνα με την Πλατφόρμα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την ασφάλεια των δημοσιογράφων, οι ποινικές έρευνες σχετικά με τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού στερούνταν σαφήνειας. Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης κάλεσε την Ελλάδα να διεξάγει αποτελεσματικές, ανεξάρτητες και άμεσες έρευνες για όλες τις περιπτώσεις κατάχρησης spyware και να παρέχει επαρκή αποζημίωση στα θύματα. Τον Μάρτιο του 2024, η κυβέρνηση υπέβαλε την απάντησή της στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση σε σχέση με το ψήφισμα παρέχοντας πληροφορίες σχετικά με τις έρευνες για τα αναφερόμενα μεμονωμένα περιστατικά που διεξήχθησαν στα δικαστήρια, από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας και από το Κοινοβούλιο253, καθώς και για τις βελτιώσεις του ισχύοντος νομικού πλαισίου. Τον Απρίλιο του 2024, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι η ισχύουσα τότε διάταξη που όριζε ότι ένα άτομο που παρακολουθείται για λόγους εθνικής ασφάλειας δεν μπορούσε να ενημερωθεί σχετικά, είναι αντισυνταγματική» αναφέρεται στην έκθεση για την υπόθεση των υποκλοπών ενώ γίνονται αρνητικές επισημάνσεις για τη λειτουργία των ανεξάρτητων αρχών.
Γίνεται αναφορά στα προβλήματα που έχουν καταγγείλει η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών κι η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα κατά την έρευνα τους στην υπόθεση των υποκλοπών.
Σε σχετική ενημέρωση από τη Γενική Γραμματεία Συντονισμού της Προεδρίας της Κυβέρνησης τονίζεται ότι «η ελληνική Κυβέρνηση υποστηρίζει από την πρώτη στιγμή τη διαδραστική αυτή διαδικασία για την κατάσταση του Κράτους Δικαίου στην Ευρώπη, συμμετέχοντας ενεργά σε όλες τις φάσεις της προετοιμασίας της Έκθεσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και αξιοποιώντας την στη συνέχεια για την προώθηση στοχευμένων μεταρρυθμίσεων από τις ελληνικές Αρχές.
Για την καλύτερη ανταπόκριση στις απαιτήσεις της άσκησης, έχει συσταθεί διυπουργική Task Force υπό την Προεδρία της Κυβέρνησης και της ΓΓ Συντονισμού, με τη συμμετοχή όλων των συναρμόδιων υπουργείων Δικαιοσύνης, Μετανάστευσης, Εσωτερικών, Τύπου και Ενημέρωσης, η οποία παρακολουθεί καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους την πρόοδο και τις προκλήσεις που ανακύπτουν σε κάθε τομέα που εξετάζει η έκθεση και διασφαλίζει τη διασύνδεση των σχετικών πρωτοβουλιών με το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Κυβέρνησης».
Ταυτοχρόνως και προκειμένου «να ενισχύσει ακόμα περισσότερο τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων θεσμικών εταίρων και εκπροσώπων της Κοινωνίας των Πολιτών γύρω από τα θέματα της ενίσχυσης του Κράτους Δικαίου ενόψει του έκτου κύκλου που ξεκινάει από σήμερα, η Task Force προτίθεται να εκκινήσει μια ανοικτή διαδικασία τακτικού διαλόγου. Έτσι σκοπεύουμε να δημιουργηθεί μια γόνιμη πλατφόρμα κατάθεσης ιδεών και αντιμετώπισης δυσλειτουργιών, η οποία θα βασίζεται στην κοινή παραδοχή ότι από την περαιτέρω ενίσχυση του Κράτους Δικαίου θα βγει κερδισμένος κάθε πολίτης», σημειώνεται στη σχετική ενημέρωση.
Για το θέμα, ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, δήλωσε σχετικά: «Η δίκαιη ανάπτυξη, η προσέλκυση περισσότερων και καλύτερων επενδύσεων, η μείωση των ανισοτήτων και η εμπιστοσύνη των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς συνδέονται άμεσα με τη λειτουργία του κράτους δικαίου. Η φετινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το κράτος δικαίου έρχεται να επιβεβαιώσει ότι οι προσπάθειές μας για να φέρουμε την Ελλάδα πιο κοντά στην Ευρώπη αποδίδουν και φέρνουν καρπούς. Δεν επαναπαυόμαστε, καθώς υπάρχουν κι άλλα κρίσιμα πεδία στα οποία πρέπει να επιταχύνουμε και να βελτιωθούμε για να αποκτήσουμε μια πιο λειτουργική και συμπεριληπτική δημοκρατία».
Από την πλευρά του, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης, τόνισε ότι «η συστηματική προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης για τη διαρκή ενίσχυση του Κράτους Δικαίου αποδίδει και επικυρώνεται με επίσημο και έγκυρο τρόπο μέσα από το ανώτατο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο. Εμείς θα προσπαθούμε διαρκώς για τη θεσμική βελτίωση της πολιτείας στην κατεύθυνση της εξυπηρέτησης των Ελλήνων πολιτών και της θεσμικής σύγκλισης με την Ευρώπη».
Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης, Γιάννης Μπούγας, επεσήμανε ότι «η φετινή Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου αποτυπώνει τη σημαντική πρόοδο της Ελλάδας προς τη θεσμική αναβάθμιση και την περαιτέρω ενίσχυση της Δικαιοσύνης. Η ισότιμη πρόσβαση των πολιτών στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη αναμφισβήτητα συνιστά αποτελεσματικό θεσμικό αντίβαρο και εγγυητή του Κράτους Δικαίου. Με την υλοποίηση των νομοθετικών πρωτοβουλιών της Κυβέρνησης συνεχίζουμε αδιάλειπτα να προασπίζουμε τις ατομικές ελευθερίες, τα κοινωνικά δικαιώματα, τη διαφάνεια και την ισότητα. Η Ελλάδα, με υψηλό αίσθημα δικαίου, επιτυγχάνει σταθερότητα, οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική ευημερία».
Τέλος, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, αρμόδιος για ζητήματα Τύπου και Ενημέρωσης, Παύλος Μαρινάκης, υπογράμμισε ότι «η Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δικαιώνει τις προσπάθειες της κυβέρνησης για περισσότερη διαφάνεια, ευελιξία του κράτους, ταχύτερη απονομή της Δικαιοσύνης και προστασία της ελευθερίας του Τύπου. Ταυτόχρονα, αποτελεί ηχηρή απάντηση σε όσους με fake news συστηματικά επιχειρούν να συκοφαντήσουν την Ελλάδα στο εξωτερικό. Είναι σημαντικό ότι διαπιστώνεται για πρώτη φορά πρόοδος σε κάθε μια από τις συστάσεις που είχε διατυπώσει η Επιτροπή στην περσινή Έκθεσή της, ενώ ειδική μνεία γίνεται για τη διαπιστωμένη περαιτέρω πρόοδο στην ενδυνάμωση των ΜΜΕ, τη διαφάνεια στο καθεστώς ιδιοκτησίας τους, την αποτελεσματική προστασία των δημοσιογράφων από κακόβουλες μηνύσεις και τη μέριμνα για την ασφάλειά τους. Έχουμε ασφαλώς να κάνουμε ακόμη περισσότερα. Άλλωστε, η διασφάλιση της ποιότητας της Δημοκρατίας μας είναι ένα διαρκές στοίχημα για όλους μας».