«Δεν υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία στην υπόθεση αυτή. Προσπαθούμε να πιαστούμε από κάποιες κλωστές, η καταγγελία που έγινε είναι κόντρα στη κοινή λογική», είπε ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην μήνυση της ηθοποιού, η οποία έχει υποστηρίξει ότι ο Κ. Κωστόπουλος την βίασε μέσα στο αυτοκίνητό του.
Όσο για την καταγγελία ενός βιασμού που φέρεται να διαπράχθηκε το 2010, ο εισαγγελέας τόνισε ότι «είναι σεβαστό το επιχείρημα της ότι ήταν στην αρχή της καριέρας της, ότι προερχόταν από αξιοσέβαστη οικογένεια και ότι θα ήταν μη αρεστή ως στιγματισμένη.
Θα προσέδιδε άλλη βαρύτητα στην καταγγελία της η άμεση χρονικά καταγγελία, ο ορισμός ενός ιατροδικαστή να δει αν υπάρχουν σημάδια άσκησης βίας, να εξεταστεί το αλκοόλ στο αίμα της, το οποίο θα μπορούσε να πράξει και ιδιωτικά, στο γυναικολόγο της ας πούμε.
Ο κατηγορούμενος βρίσκεται εδώ με κατηγορητήριο ότι χρησιμοποίησε χημικές ουσίες, που θα μπορούσαν εν δυνάμει να οδηγήσουν και στο θάνατο της. Δεν μπορώ να δεχτώ την χημική ουσία γιατί αυτή θα οδηγούσε σε καταστολή, ενώ μετά πήγε σε άλλο κλαμπ. Αποκλείω και την ολική μέθη.
Δεν αποκλείεται η μερική μέθη, αλλά αυτό δεν ταιριάζει με την περιγραφή της παθούσας ότι λιποθύμησε. Πώς μένεις με το βιαστή στο αμάξι σε μια διαδρομή 30 λεπτών; Επικαλείται την κ. Δρακάκη που την διαψεύδει».
Η απολογία του Κώστα Κωστόπουλου
Νωρίτερα, ο κατηγορούμενος κατά την απολογία του χαρακτήρισε «πολύ δύσκολη» τη στιγμή αναφέροντας ότι: «Δήλωσα παραίτηση από τη δουλειά μου και δεν έχω βγει σε κανάλια να μιλήσω. Υπήρχαν φήμες ότι είμαι εγώ για την καταγγελία και βγήκε μόνος μου και είπα ότι είμαι αυτός που λέει αυτή η κυρία. Σεβόμενος το metoo και την οικογενεια μου. Λένε ότι σε τέτοιες περιπτώσεις μένεις μόνος σου, εγώ δεν έμεινα ούτε μια στιγμή. Τα παιδιά μου είναι εδώ, οι φίλοι μου, η οικογενεια μου, οι ηθοποιοί της σειράς, οι συμμαθητές μου. Μέσα σε όλα αυτά τα ψέμματα υπάρχουν άνθρωποι που με στηρίζουν. Όσοι με συμπαθούν αλλά κι όσοι δεν με συμπαθούν θα πουν ότι είμαι ειλικρινής»
Πηγαίνοντας πίσω στο 2010 είπε για την καταγγέλουσα ότι «Στο πάρτι της γιορτής μου ήρθαμε πιο κοντά και την επόμενη ημέρα είπαμε να βγουμε. Στο villa mercedes πήγαινα χρόνια, με ήξεραν από τους ιδιοκτήτες μέχρι τα πόμολα. Δεν υπήρχαν σκοτεινά μέρη. Ήπιε κρασί, την κέρασα, φάγαμε. Δεν την έχω πάρει ποτέ στο σπίτι της, δεν την έχω αφήσει ποτέ εκεί. Μου είπε για την οικογενεια της και μου είπε ότι έχει ένα κάλεσμα μετά κι αν θέλω να την πάω. Στη διαδρομή μου είπε ότι θέλει να πάει τουαλέτα. Βγήκε, μπήκε ξανά στο αμάξι, αγκαλιαστήκαμε και μετά μου είπε δεν προλαβαίνουμε σήμερα πρέπει να πάω στο κάλεσμα. Την άφησα εκεί που μου είπε. Στεναχωριέμαι που οι άνθρωποι λένε τόσα ψέμματα!».
Ο κατηγορούμενος επανερχόμενος στην επίμαχη νύχτα είπε ότι: «Ημασταν στο μπροστά κάθισμα και φιλιόμασταν και μετά πήγαμε στο πίσω κάθισμα για πιο άνετα. Δε θυμάμαι πόσο είχε προχωρήσει η κατάσταση μου λέει «σταμάτα». Εγώ σταμάτησα και της λέω «έπαθες κάτι;». Μου λέει «θέλω να φύγουμε και να πάμε στο μαγαζί στις φίλες μου». Να σε πάω λέω, άντε τα καθίσματα πίσω, άντε να βγω να κουμπώσω τα παντελόνια, άντε να φύγουμε. Εγώ σε όλο το δρόμο τη ρωτούσα αν έπαθε κάτι, αν την πόνεσα, αν έκανα κάτι και δεν μιλούσε. Πήγαμε στο κλαμπ, τη ρώτησα αν θέλει να πάω μαζί της, δεν απάντησε, εγώ πήγα να δω τι έχει. Εκείνη ήταν μια χαρά, μιλούσε με τους φίλους της αλλά εμένα με αγνοούσε. Κι έφυγα. Πήρα το Βαζάκα να το συζητήσω, να του πω τι έγινε. Εκείνος μίλησε μαζί της και μου είπε ότι του είπε η καταγγέλλουσα πως τη βίασα. Του λέω «πλάκα μου κανείς; Τι μαλακίες είναι αυτές; Γυρίζω πίσω να την πάω να καταθέσει σε οποίο αστυνομικό τμήμα θέλει και να είμαι δίπλα της». Αυτά μέχρι τις 3 τα ξημερώματα».