Δύο νοσηλευτές ανά 40 ασθενείς σημαίνει λιγότερο από 5 λεπτά νοσηλευτικής φροντίδα ανά ασθενή σε...
κάθε βάρδια.Οι ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό στο ΕΣΥ αγγίζουν πλέον τα όρια της επικινδυνότητας καθώς ασθενείς σε υποστελεχωμένες κλινικές και τμήματα παρουσιάζουν 6% υψηλότερο δείκτη θνησιμότητας καθώς ο μικρότερος αριθμός ασθενών ανά νοσηλευτή συσχετίζεται με χαμηλότερα ποσοστά νοσοκομειακής θνησιμότητας, καρδιακής ανακοπής και ανεπιτυχούς αναζωογόνησης.
Σήμερα στα νοσοκομεία μας, κατά την απογευματινή και τη νυχτερινή βάρδια, υπάρχει ένας ή στην καλύτερη περίπτωση δύο νοσηλευτές που φροντίζουν 35- 40 ασθενείς, με όποια επίπτωση μπορεί να έχει αυτό στην ασφάλεια των ασθενών, όταν η ελάχιστη ασφαλής αναλογία είναι 1 νοσηλευτής ανά 5 ασθενείς σε γενικά τμήματα.
Τα παραπάνω αναφέρει η Πανελλήνια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία Νοσηλευτικού Προσωπικού (ΠΑ.Σ.Ο.ΝΟ.Π) που καταγγέλλει την τραγική υποστελέχωση από νοσηλευτές στα νοσοκομεία, και ζητάει μόνιμες προσλήψεις προσωπικού με αξιοπρεπείς μισθούς.
Η ομοσπονδία επισημαίνει επίσης ότι με βάσει τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις με μόλις 3,8 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους. Ενδεικτικό είναι ότι ο Μέσος Όρος των χωρών του ΟΟΣΑ ανέρχεται σε 9,2 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους!
Οι μελέτες
Μεγάλη συρρίκνωση, κατά 20%, γνώρισε αριθμητικά το νοσοκομειακό προσωπικό, νοσηλευτικό και παραϊατρικό τη χρονική περίοδο 2009-15, σύμφωνα με την έκθεση του Κέντρου Έρευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΚΕΠΥ). Η ΠΑΣΟΝΟΠ τονίζει ότι από το 2019 έως το 2022 οι προσλήψεις αφορούν κατά κανόνα επικουρικό και ορισμένου χρόνου προσωπικό και όχι μόνιμες προσλήψεις.
Στην έρευνα του ΚΕΠΥ αναφέρεται ότι η στασιμότητα των μόνιμων θέσεων εργασίας στα νοσοκομεία του ΕΣΥ και η αντικατάσταση τους με επικουρικό προσωπικό ξεκίνησε ήδη από το 2017 και έγινε κυρίαρχη πρακτική κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Συνιστά δε ανησυχητική εξέλιξη με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην ποιότητα και συνέχεια των παρεχόμενων υπηρεσιών από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ. Παρά τις προσλήψεις κατά την πανδημία το ΕΣΥ «στενάζει» από την υποστελέχωση.
Χαρακτηριστικός είναι και ο δείκτης αναλογίας νοσηλευτών ανά κλίνη ανέρχεται στο 2,3, στην Ελλάδα σύμφωνα με έρευνα του 2018, διαμορφώνεται σε 0,47 για τους νοσηλευτές ΠΕ-ΤΕ και 0,83 αν συμπεριληφθούν όλες οι βαθμίδες νοσηλευτικού προσωπικού (ΠΕ,ΤΕ,ΔΕ) ή στην καλύτερη περίπτωση με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ 2022, σε 0,88 νοσηλευτές ανα κλίνη.
Αξιοσημείωτος παράγοντας είναι και η μη ανανέωση του προσωπικού, το οποίο επιπλέον αντιμετωπίζει εργασιακή κόπωση λόγω εξουθενωτικών βαρδιών και ωραρίων. Σε αυτά προστίθενται οι επισφαλείς συνθήκες, οι οποίες λειτουργούν σε βάρος των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Μένουν συνεχώς κενές οι θέσεις
Κενές παραμένουν, βάσει στοιχείων της ΠΑΣΟΝΟΠ, καθώς και δημοσιευμένων μελετών το 25% περίπου των οργανικών θέσεων νοσηλευτικού προσωπικού στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας.
Όμως στην πραγματικότητα οι ανάγκες η έλλειψη προσωπικού είναι μεγαλύτερη αφού οι οργανικές θέσεις έχουν υπολογιστεί με βάση το προεδρικό διάταγμα 87/1986, το οποίο κρίνεται, απολύτως ανεπαρκές αντιεπιστημονικό, ανασφαλές και ξεπερασμένο με βάση διεθνείς οργανισμούς (ΠΟΥ, ΟΟΣΑ, ICN), σύμφωνα με το οποίο o αριθμός των θέσεων νοσηλευτών υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των κλινών, χωρίς ωστόσο να υπάρχει διάκριση σε ποιο τμήμα είναι οι κλίνες αυτές, όπως τονίζει η ΠΑΣΟΝΟΠ.
Η λογική αυτή αντιτίθεται στη διεθνή πρακτική στελέχωσης ανά τμήμα, ανά βαρύτητα, ανά βάρδια συνυπολογίζοντας τις ημέρες ανάπαυσης, και κανονικής ή εκπαιδευτικής άδειας. Το πρόβλημα επιτείνει η έλλειψη νομοθετικού πλαισίου που θα καθορίζει τις ελάχιστες ασφαλείς αναλογίες νοσηλευτικής στελέχωσης στο Δημόσιο σύστημα Υγείας εν αντιθέσει με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια – κλινικές.
Το ζήτημα απασχολεί τους πολίτες όπως καταδεικνύεται σε έρευνα για το ΕΚ, την άνοιξη του 2024, καθώς κατατάσσουν κατά προτεραιότητα τη Δημόσια Υγεία με ποσοστό 56% ως ένα από τα θέματα που θα πρέπει να συζητηθούν στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τις επερχόμενες εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Σοβαροί κίνδυνοι για τους ασθενείς
Μελέτες δείχνουν πως επαρκείς αναλογίες νοσηλευτών ασθενών συμβάλουν στη μείωση των επιπλοκών, στη μείωση του χρόνου και του κόστους νοσηλείας, στη βελτίωση της ποιότητας παρεχόμενης φροντίδας υγείας.
- Σε Νοσοκομεία με αναλογία 1 νοσηλευτή προς 8 ασθενείς υπάρχει πιθανότητα μεγαλύτερης θνησιμότητας ανά 1000 ασθενείς από ότι σε Νοσοκομεία με αναλογία 1 νοσηλευτή προς 4 ασθενείς ( Journal of American Medical Association, 2002)
- Ασθενείς σε υπο- στελεχωμένα τμήματα παρουσιάζουν 6% υψηλότερο δείκτη θνησιμότητας ( Needlemann et al., 2011)
- Νοσοκομεία με χαμηλό δείκτη νοσηλευτικής στελέχωσης εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά καρδιακής ανακοπής, πνευμονίας, ουρολοιμώξεων , αιμορραγιών ανώτερου πεπτικού, συμβάματα που αυξάνουν το χρόνο νοσηλείας των ασθενών (Lasater et al., 2021; Agency for Healthcare Research and Quality Pub. No. 04-0029, 2004)
- Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Lancet, αποδεικνύεται για πρώτη φορά σε Ευρωπαϊκό επίπεδο η πιθανότητα αύξησης της θνησιμότητας στο χώρο του Νοσοκομείου λόγω της υποστελέχωσης αλλά και του χαμηλού επιπέδου εκπαίδευσης των Νοσηλευτών που εργάζονται σ’ αυτό. (Aiken et al., 2014)
- Η νοσηλευτική υποστελέχωση είναι κομβικής σημασίας στη διασπορά λοιμώξεων από χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο ανθεκτικό στη μεθικιλλίνη (MRSA) ( Clements et al., 2008).
Συνοψίζοντας:
Μικρότερος αριθμός ασθενών ανά νοσηλευτή συσχετίζεται με χαμηλότερα ποσοστά:
▪ νοσοκομειακής θνησιμότητας
▪ καρδιακής ανακοπής
▪ ανεπιτυχούς αναζωογόνησης
▪ αναπνευστικής ανεπάρκειας
▪ πνευμονίας
▪ κατακλίσεων
▪ πτώσεων ασθενών με ή χωρίς τραυματισμό
Αυξημένος αριθμός ασθενών ανά νοσηλευτή έχει υψηλή συσχέτιση με:
▪ λανθασμένη χορήγηση φαρμάκων
▪ εμφάνιση κατακλίσεων
▪ πτώσεων ασθενών με τραυματισμό.
Συμπερασματικά η ΠΑΣΟΝΟΠ αναφέρει ότι η νοσηλευτική υποστελέχωση στην Ελλάδα αποτελεί διαχρονικό πρόβλημα με τις ελλείψεις νοσηλευτικού προσωπικού να αγγίζουν, και σε πολλές περιπτώσεις, να ξεπερνούν τα όρια επικινδυνότητας εκθέτοντας σε κίνδυνο τους ασθενείς αλλά και το νοσηλευτικό προσωπικό.