Αναταραχή στο πολιτικό σκηνικό φέρνει η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που έκρινε αντισυνταγματικό το νόμο του 2021 για το καθεστώς των υποκλοπών, καλώντας την ΑΔΑΕ να ενημερώσει τον Νίκο Ανδρουλάκη για τους λόγους της... παρακολούθησής του.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ χαρακτήρισε την απόφαση «ήττα για την κυβέρνηση και νίκη του κράτους δικαίου απέναντι στο παρακράτος των υποκλοπών» και ανακοίνωσε ότι θα επισκεφτεί τη Δευτέρα την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, προκειμένου να ενημερωθεί από τον πρόεδρό της Χρήστο Ράμμο.
Αλλά η κυβέρνηση, με μία εξαιρετικά αμήχανη και σχεδόν απολογητική διαρροή «πηγών» της, εξέφρασε την άποψη ότι το αίτημα του κ. Ανδρουλάκη για ενημέρωση πρέπει να εξεταστεί από την Ολομέλεια της ΑΔΑΕ και εκείνη να αποφασίσει αν και τι στοιχεία θα δώσει στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ.
Στο συγκεκριμένο θέμα υπάρχει αυτή την ώρα διχογνωμία. Σε αντίθεση δηλαδή με τον ισχυρισμό της κυβέρνησης, το ΠΑΣΟΚ και πολλοί νομικοί υποστηρίζουν ότι μπορεί ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ να ενημερώσει τον κ. Ανδρουλάκη και δεν απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της Ολομέλειας.
Αλλά σε κάθε περίπτωση, το «ενδιαφέρον» στο σημείο αυτό είναι ότι η κυβέρνηση είχε σπεύσει πριν λίγο καιρό να αλλάξει τη σύνθεση της Ολομέλειας της ΑΔΑΕ, έχοντας μάλιστα τη συναίνεση του Κυριάκου Βελόπουλου σε αυτή την κίνηση.
Και αποκαλύπτεται έτσι ότι η κυβέρνηση με εκείνη την πετυχημένη, χάρις στον κ. Βελόπουλο, προσπάθεια να… ανασυνθέσει την Ολομέλεια (ελέγχοντάς την?), προνόησε ώστε να διαμορφώσει ακόμα μία γραμμή άμυνας απέναντι στην επιμονή του κ. Ανδρουλάκη να ενημερωθεί επιτέλους για το λόγο που τον παρακολουθούσε η ΕΥΠ!
Το εάν θα πάει τελικά το θέμα στην Ολομέλεια της ΑΔΑΕ ή θα αναλάβει την ευθύνη ο κ. Ράμμος να ενημερώσει πλήρως τον κ. Ανδρουλάκη είναι το πρώτο κρίσιμο θέμα. Και το δεύτερο τι θα πράξει η Ολομέλεια της ΑΔΑΕ εάν τελικά κληθεί εκείνη να λάβει την απόφαση.
Νίκος Ανδρουλάκης: Γελοιοποιήθηκαν οι συκοφάντες
Με θριαμβικό τρόπο σχολίασε από την Ολομέλεια της Βουλής ο Νίκος Ανδρουλάκης την απόφαση του ΣτΕ που έκρινε αντισυνταγματικό το νόμο που απαγόρευε την ενημέρωση των παρακολουθούμενων.
«Είναι και η μέρα γελοιοποίησης των συκοφαντών», τόνισε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, προσθέτοντας ότι η απόφαση του ΣτΕ είναι μια ήττα της κυβέρνησης της ΝΔ και προσωπικά του πρωθυπουργού που έφτιαξε έναν αντισυνταγματικό νόμο το οποίο είχε, όπως είπε, μόνο στόχο είχε να καλύψει το παρακράτος των υποκλοπών.
«Σήμερα είναι μία νίκη των θεσμών και του κράτους δικαίου απέναντι στο παρακράτος των υποκλοπών, του κράτους δικαίου που υπονομεύσατε για να συγκαλύψετε τις ευθύνες σας. Σήμερα αποδείχθηκε ότι όποιος κινείται θεσμικά και σέβεται τους θεσμούς δεν είναι ευάλωτος», ανέφερε ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος στράφηκε και κατά του ΣΥΡΙΖΑ που είχε, όπως είπε, το θράσος να τον διαβάλλει, υποστηρίζοντας ότι είναι εκβιαζόμενος. «Πήρατε και εσείς την απάντησή σας για τα ψέματά σας. Εκκωφαντικά και θεσμικά», τόνισε.
Η κυβερνητική ερμηνεία
Από την πλευρά της η κυβέρνηση, με διαρροή πηγών της σημείωσε τα εξής, δείχνοντας ότι αρμόδια είναι η Ολομέλεια. Αναφέρουν χαρακτηριστικά τα εξής:
«Με βάση τα όσα διαβάζουμε στην περίληψη της απόφασης:
1. Η ακύρωση αφορά τον νόμο του 2021 που περιείχε καθολική και χωρίς προϋποθέσεις απαγόρευση της χορήγησης στοιχείων στον ενδιαφερόμενο.
2. Η απόφαση του ΣτΕ δεν καταλαμβάνει τη νεότερη διάταξη την οποία φέραμε το 2022, όπως είχαμε δεσμευθεί μετά τα γεγονότα. Για τη νεωτερη ρύθμιση το ΣτΕ αναφέρει μάλιστα ότι συνιστά ένα “σύστημα με εσωτερική συνοχή”, άρα ουσιαστικά αποδέχεται τη λογική του.
3. Με βάση την απόφαση του ΣτΕ, η αίτηση του Ανδρουλάκη θα κριθεί από την ολομέλεια της ΑΔΑΕ».
ΣΥΡΙΖΑ: Η ΑΔΑΕ έχει πλέον το λόγο, ο Ανδρουλάκης να κάνει μήνυση
Ο ΣΥΡΙΖΑ από την πλευρά του χαρακτήρισε «κόλαφο για την κυβέρνηση και προσωπικά για τον Κυριάκο Μητσοτάκη» την απόφαση του ΣτΕ που κρίνει αντισυνταγματικό το νόμο «που κατασκευάστηκε στο Μέγαρο Μαξίμου το 2021, ώστε να μπορεί το κέντρο των παρακολουθήσεων να κάνει ανενόχλητο τη δουλειά του».
«Η Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης Προσωπικών Δεδομένων έχει πλέον το λόγο, η Δημοκρατία στην Ελλάδα είναι πιο ισχυρή από αυτούς που νομίζουν ότι θα μπορούν για καιρό να παίζουν μαζί της» αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας προφανώς ότι δεν μπορούν να μπουν άλλα εμπόδια στη γνωστοποίηση των λόγων για την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη.
Πάντως επικρίνει τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ γιατί επιτίθεται στον ΣΥΡΙΖΑ για μικροπολιτικούς λόγους και εκφράζει την ελπίδα ότι μόλις ενημερωθεί ο κ. Ανδρουλάκης «να υποβάλει επιτέλους και μήνυση εναντίον εκείνου που διέταξε την παρακολούθησή του. Πλέον δεν θα έχει καμία δικαιολογία…».
Τι αποφάσισε το Συμβούλιο της Επικρατείας
Η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ομόφωνα αντισυνταγματικό το νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση το 2021 και είχε στη συνέχεια εφαρμογή στην υπόθεση της παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη, απαγορεύοντας την ενημέρωσή του.
Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι είναι υπέρμετρο το μέτρο της καθολικής απαγόρευσης ενημέρωσης όσων θίγονται τα δικαιώματά τους από παρακολουθήσεις, έστω κι αν η επίκληση είναι λόγοι εθνικής ασφάλειας και ως εκ τούτου κρίθηκαν οι συγκεκριμένες διατάξεις ανίσχυρες και αντισυνταγματικές.
Με αυτή την απόφαση, το θέμα με τον Ανδρουλάκη επιστρέφει στην ΑΔΑΕ, η οποία καλείται τώρα να χειριστεί την υπόθεση με βάση τα νέα δεδομένα.
Η απόφαση του ΣτΕ και το σκεπτικό της
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πρόεδρο την Ευαγγελία Νίκα και εισηγήτρια τη σύμβουλο Επικρατείας Μαρλένα Τριπολιτσιώτη, έκανε μερικά δεκτή την αίτηση ακυρώσεως κατά της πράξης του προέδρου της ΑΔΑΕ, με την οποία απορρίφθηκε το από 7.9.2022 αίτημα του Νίκου Ανδρουλάκη να του γνωστοποιηθούν η εισαγγελική διάταξη και ο πλήρης φάκελος με το υλικό που είχε συλλεγεί, μετά την επιβολή σε βάρος του, του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του
Συγκεκριμένα το ΣτΕ έκρινε:
«Η ρύθμιση του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, με το οποίο θεσπίσθηκε στην περίπτωση επιβολής του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας η πλήρης απαγόρευση της δυνατότητας ενημέρωσης του θιγόμενου, μετά τη λήξη του μέτρου, ακόμη και όταν δεν υφίσταται διακινδύνευση των σκοπών εθνικής ασφάλειας που οδήγησαν στην επιβολή του, αποτελεί υπέρμετρο περιορισμό του απαραβίαστου της επικοινωνίας, που δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της λειτουργίας του κράτους δικαίου, και, συνεπώς, αντίκειται στα άρθρα 19 παρ. 1 του Συντάγματος, 5 παρ. 1 και 15 παρ. 1 της οδηγίας 2002/58, 7, 8 και 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 8 της ΕΣΔΑ και είναι ανίσχυρη.
Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το μέρος που ερείδεται στην ανωτέρω ανίσχυρη διάταξη, είναι μη νόμιμη, και για το λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, η πράξη αυτή να ακυρωθεί εν μέρει και η υπόθεση να αναπεμφθεί στην Α.Δ.Α.Ε. για νέα, νόμιμη κρίση, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή της με την κριθείσα ως ανίσχυρη διάταξη του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, διότι, όπως έγινε δεκτό, ο νεώτερος ν. 5002/2022 δεν είναι εφαρμοστέος σε εκκρεμή αιτήματα γνωστοποίησης στον θιγόμενο μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του ληφθέντος υπό προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς· τούτο δε διότι με τον νεώτερο αυτό νόμο εισήχθη ένα νέο νομοθετικό καθεστώς που καταλαμβάνει όλη τη διαδικασία επιβολής της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, από την υποβολή του σχετικού αιτήματος και την έγκριση του επίμαχου μέτρου έως τη γνωστοποίηση της άρσης του.
Το καθεστώς αυτό αποτελεί ένα σύστημα με εσωτερική συνοχή, οι ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις του οποίου προσιδιάζουν στις αιτήσεις άρσης του απορρήτου που υποβάλλονται δυνάμει του διατάξεών του, προκειμένου να διεκπεραιωθούν κατά τις ειδικές ρυθμίσεις του και τις εγγυήσεις που το ίδιο θεσπίζει.
Τούτο επιρρωννύεται από την απουσία μεταβατικών διατάξεων, ισχύει δε κατά μείζονα λόγο προκειμένου για πολιτικά πρόσωπα, όπως ο αιτών, για τα οποία προβλέπεται ειδική δημόσια αρχή για την κίνηση της διαδικασίας υποβολής του αιτήματος άρσης του απορρήτου και ειδικό όργανο για την χορήγηση της πρώτης από τις δύο συνολικά απαιτούμενες άδειες έγκρισής του».
Αντίθετα, το ΣτΕ αποφάνθηκε ότι «η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το μέρος που απέρριψε το αίτημα του αιτούντος να ενημερωθούν ο Πρόεδρος της Βουλής και οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων για το περιεχόμενο της εισαγγελικής διάταξης περί άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του, αιτιολογείται νομίμως, ο δε περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος».