Σε βάρος του εκκρεμούσε ερυθρά αγγελία με διεθνές ένταλμα σύλληψης από την Ιντερπόλ για λαθρεμπόριο πετρελαιοειδών. Το ένταλμα είχε εκδοθεί στις 29 Αυγούστου 2023 από τις Αρχές της Μπολιβοριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας, με σκοπό την σύλληψη και έκδοσή του. Τελικά, συνελήφθη από το Τμήμα Αναζητήσεων στη Λ. Ποσειδώνος στη Βάρκιζα.
Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, τα κέρδη της εγκληματικής οργάνωσης, υπερβαίνουν τα 21 δισεκατομμύρια δολάρια Η.Π.Α. Από τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης, της οποίας φέρεται να ήταν ηγετικό μέλος, ζημιώθηκαν τόσο οι ναυλωτές της «νόμιμης» ναυτιλιακής εταιρείας, όσο και το κράτος της Βενεζουέλας.
Ο 47χρονος λειτουργώντας για την εγκληματική οργάνωση, η οποία ήταν πραγματική ιδιοκτήτρια δεξαμενοπλοίων, υπό την κάλυψη νομιμοφανών ναυτιλιακών εταιρειών, προμηθεύονταν δορυφορικούς αναμεταδότες και συσκευές αναγνώρισης, από αχρησιμοποίητα πλοία που βρίσκονταν σε λιμάνια χωρών της Ασίας και τα τοποθετούσε σε πλοία ιδιοκτησίας της, τα οποία φόρτωναν προϊόντα πετρελαίου σε λιμάνια της Βενεζουέλας.
Στη συνέχεια, τα δεξαμενόπλοια, που μετέφεραν προϊόντα πετρελαίου, απενεργοποιούσαν τα συστήματα, προκειμένου τα μέλη της οργάνωσης να ιδιοποιηθούν το φορτίο, εξαπατώντας τους ναυλωτές. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο 47χρονος Ιταλός είχε συλληφθεί πριν μερικούς μήνες για την ίδια υπόθεση στο Ντουμπάι, αλλά απαλλάχθηκε γιατί φάνηκε ότι ήταν απλά διαχειριστής των ναύλων, δεν είχε σχέση με αυτά που κατηγορείται, και ήταν απλά broker.
Ο 47χρονος την Δευτέρα θα οδηγηθεί ενώπιον της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών.
Η ανακοίνωση της ΕΛΑΣ για τη σύλληψη
Από την Υποδιεύθυνση Αναζητήσεων Αρχείου και Ταυτοτήτων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, συνελήφθη χθες, Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024, κατόπιν ενδελεχών ερευνών, σε περιοχή της Βάρκιζας, αλλοδαπός, σε βάρος του οποίου εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, διεθνικού χαρακτήρα, με έδρα χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την εκδοθείσα ερυθρά αγγελία από την INTERPOL και με πληροφορίες από Αρχές του εξωτερικού, ο αλλοδαπός ήταν ηγετικό μέλος της οργάνωσης, η οποία δραστηριοποιούνταν στο λαθρεμπόριο πετρελαιοειδών διεθνώς.
Η εν λόγω οργάνωση, ως ιδιοκτήτρια δεξαμενόπλοιων, υπό την κάλυψη νομιμοφανών ναυτιλιακών εταιριών, φόρτωνε προϊόντα πετρελαίου από λιμάνια της Λατινικής Αμερικής και επετύγχανε την ιδιοποίησή τους κατά τη μεταφορά τους, χρησιμοποιώντας τεχνάσματα.
Ειδικότερα, προμηθεύονταν συσκευές δορυφορικής αναμετάδοσης και αναγνώρισης από ακινητοποιημένα πλοία που βρίσκονταν σε λιμάνια της Ασίας, τις τοποθετούσαν στα δεξαμενόπλοιά τους, και κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τις απενεργοποιούσαν, καταφέρνοντας να εξαπατήσουν τους ναυλωτές.
Το παράνομο οικονομικό όφελος της οργάνωσης εκτιμάται ότι ξεπερνάει τα 21 δισεκατομμύρια δολάρια Η.Π.Α., ζημιώνοντας τόσο τους ναυλωτές όσο και το κράτος τους.