Συγκεκριμένα, το αίτημα άρσης ασυλίας της Εύας Καϊλή αναμένεται να συζητηθεί την επόμενη εβδομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με την άλλοτε αντιπρόεδρό του – αυτή τη φορά – να αντιμετωπίζει ζητήματα εξαπάτησης των οικονομικών συμφερόντων της Ε.Ε. Τα ποσά κυμαίνονται από 120.000 έως 150.000 ευρώ και, βάσει του ποινικού κώδικα της χώρας μας, μια υπεξαίρεση τέτοιου ποσού τιμωρείται με φυλάκιση από 5 έως 15 χρόνια.
Ειδικότερα, η Εύα Καϊλή φέρεται να αντιμετωπίζει την παράλειψη διαπιστευμένης κοινοβουλευτικού βοηθού της να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ως προς το να είναι παρούσα στον τόπο εργασίας της μεταξύ 28 Σεπτεμβρίου 2015 και 2 Ιουλίου 2019, ώστε να ασκήσει τα εργασιακά καθήκοντά της. Ακόμα, τα «νέα μπλεξίματα» της ευρωβουλεύτρια αφορούν και στις αξιώσεις δαπανών και αποζημιώσεων που έλαβε η ίδια για αποστολές που δεν πραγματοποιήθηκαν από τέσσερις βοηθούς της από το 2014 ως το 2020 – σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα – καθώς και την καταβολή μέρους του μισθού/αποστολής ενός βοηθού της που έλαβε η ίδια, κατόπιν αιτήματός της, για το διάστημα 28 Σεπτεμβρίου 2015 έως 2 Ιουλίου 2019.
Πάντως, η Εύα Καϊλή υποστήριξε ότι τόσο η βοηθός της εργαζόταν από την Αθήνα λόγω προβλήματος υγείας μέλους της οικογένειάς της και λόγω γραφειοκρατικής δυσκολίας ως προς το να αλλάξει τη σύμβασή της σε σύμβαση τοπικού βοηθού όσο και ότι ζητήθηκαν οι αποζημιώσεις για τις ψευδείς αποστολές που δεν πραγματοποιήθηκαν για να δοθούν ως μπόνους για την παραπάνω βοηθό, για τις επιπλέον ώρες εργασίας που εκτέλεσε η ίδια.
Ακόμα, η ίδια υποστήριξε επίσης πως τα χρήματα που ζήτησε πίσω από βοηθούς της, επεστράφησαν σε εκείνους, χωρίς όμως να δώσει πειστικές περαιτέρω εξηγήσεις για τη διακίνηση αυτών των χρημάτων. Τέλος, η Εύα Καϊλή θεωρεί πως η εμπλοκή της στο «Qatargate» χρησιμοποιήθηκε ως πλαίσιο ώστε να κατηγορηθεί για κακοδιαχείριση κονδυλίων.