Τον άμεσο εμβολιασμό με το εμβόλιο ιλαράς-ερυθράς παρωτίτιδας (εμβόλιo MMR) των παιδιών, των εφήβων και των ενηλίκων που δεν έχουν εμβολιαστεί με τις απαραίτητες δόσεις... συστήνει η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών με αφορμή την έξαρση κρουσμάτων της ιλαράς σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και την εμφάνιση κρουσμάτων ιλαράς στη χώρα μας,
Ειδικότερα, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα εμβολιασμών παιδιών και εφήβων συστήνονται 2 δόσεις του εμβολίου MMR, με τη 2η δόση να χορηγείται σε ηλικία 24–36 μηνών (μπορεί όμως να χορηγηθεί και νωρίτερα, αρκεί να έχουν περάσει 4 εβδομάδες μετά την πρώτη δόση). Και οι δύο δόσεις πρέπει να χορηγούνται μετά το 12ο μήνα ζωής.
Παιδιά και έφηβοι που δεν έχουν εμβολιασθεί με τη 2η δόση πρέπει να αναπληρώσουν το ταχύτερο δυνατόν.
Σε περιόδους επιδημίας μπορεί να γίνεται εμβολιασμός με MMR από την ηλικία των 6 μηνών.
Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να επανεμβολιάζονται με 2 δόσεις MMR μετά την ηλικία των 12 μηνών σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα.
Βρέφη ηλικίας 6 έως 11 μηνών που πρόκειται να επισκεφτούν χώρες στις οποίες ενδημούν η ιλαρά, η παρωτίτιδα και η ερυθρά συστήνεται να εμβολιαστούν με μια (1) δόση του εμβολίου MMR πριν την αναχώρησή τους.
Αναφορικά με τους ενήλικες, τονίζεται ότι σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα εμβολιασμών ενηλίκων, τα άτομα που γεννήθηκαν πριν το 1970 θεωρούνται άνοσα.
Όσοι έχουν γεννηθεί μετά το 1970, θα πρέπει να έχουν εμβολιασθεί με δύο (2) δόσεις MMR, με μεσοδιάστημα τουλάχιστον 4 εβδομάδων μεταξύ των δόσεων.
Σε περίπτωση που δεν υπάρχει ιστορικό νόσησης ή το ιστορικό εμβολιασμού είναι άγνωστο, το άτομο θεωρείται μη εμβολιασμένο και συστήνεται η χορήγηση δύο δόσεων εμβολίου με ελάχιστο μεσοδιάστημα 4 εβδομάδων.
Ομάδες πληθυσμού σε ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο για νόσηση από ιλαρά είναι οι παρακάτω:
-Εργαζόμενοι σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας.
-Εκπαιδευτικοί.
-Φοιτητές, σπουδαστές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
-Ενήλικες που πρόκειται να ταξιδέψουν στο εξωτερικό.
-Μέλη οικογενείας ατόμων με ανοσοκαταστολή.
-Ασθενείς με HIV λοίμωξη (ο εμβολιασμός συστήνεται όταν ο αριθμός των CD4 ≥200/μL).