Η 65μελής Πειθαρχική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου υπό την πρόεδρό της Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα και με τη συμμετοχή της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη, απέλυσε οριστικά από το δικαστικό σώμα, 3 δικαστές (δυο εφέτες και μια πρωτοδίκη), σε έναν ειρηνοδίκη... επέβαλε χρηματικό πρόστιμο στέρησης αποδοχών 3 μηνών, ενώ αυτοπαραιτήθηκαν 3 δικαστές. Παράλληλα, απορρίφθηκε το αίτημα απόλυσης δυο δικαστών και αναβλήθηκε η υπόθεση μιας πρωτοδίκου.
Ειδικότερα, ιδιαίτερα απασχόλησε την Ολομέλεια η υπόθεση εφέτη που υπηρετούσε στην Ήπειρο. Και αυτό γιατί μπήκε σε σούπερ μάρκετ αγόρασε προϊόντα αξίας 14 ευρώ, περίπου, και πήγε στο ταμείο φωνάζοντας συγχρόνως ότι είναι φορέας του κορωνοϊού και παρακάμπτοντας τη σειρά των πελατών οι οποίοι ήταν εμπρός από το ταμείο, πλήρωσε τα προϊόντα, βγήκε από το σούπερ μάρκετ και μπήκε στο αυτοκίνητο του μάρκας Audi, το οποίο δεν είχε πινακίδες κυκλοφορίας και ήταν σταθμευμένο έξω από το κατάστημα. Όπως διαπιστώθηκε μεταγενέστερα, οι πινακίδες ήταν στα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου.
Η συμπεριφορά του εφέτη προκάλεσε πανικό και αναστάτωση στο κατάστημα και ο υπεύθυνος του σούπερ μάρκετ κάλεσε την Αστυνομία και κατέφθασε περιπολικό με δύο άνδρες της ΕΛΑΣ.
Οι αστυνομικοί ζήτησαν να τους δώσει ταυτότητα και άδεια οδήγησης. Ο εφέτης αρχικά αρνήθηκε και στην συνέχεια, αντί της άδειας οδήγησης του αυτοκινήτου, έδωσε στους αστυνομικούς παλιά άδεια οδήγησης μοτοποδηλάτου.
Όταν οι αστυνομικοί τον ρώτησαν για τον λόγο που βρισκόταν μέσα στο αυτοκίνητο, εκείνος απάντησε με χυδαίες εκφράσεις. Παράλληλα, επανειλημμένα αρνήθηκε να βγει από το αυτοκίνητο, λέγοντας ότι μόνο εισαγγελέας μπορεί να τον βγάλει και απευθυνόμενος στους αστυνομικούς, τους είπε «θα δείτε τι θα πάθετε».
Κάποια στιγμή, ξαφνικά, ο εφέτης βγήκε από το αυτοκίνητο και οι αστυνομικοί προσπάθησαν να τον ακινητοποιήσουν, αλλά εκείνος αντέδρασε και τον έριξαν στο έδαφος και του φόρεσαν χειροπέδες. Την στιγμή που του περνούσαν τις χειροπέδες ο δικαστής φώναζε: «Ψάξτε, έχω ναρκωτικά». Κατά τη μικροσυμπλοκή αυτή τραυματίστηκε ελαφρά ο ένας εκ των αστυνομικών στο χέρι και μετά το περιστατικό οδηγήθηκε στο τοπικό Κέντρο Υγείας. Οι αστυνομικοί τον έβαλαν στο περιπολικό και πηγαίνοντας προς το Αστυνομικό Τμήμα, ο εφέτης τους έλεγε χυδαιότητες και τους απειλούσε. Στο Αστυνομικό Τμήμα έγιναν γνωστά τα στοιχεία του, όπως και η επαγγελματική του ιδιότητα και με εντολή εισαγγελέα αφέθηκε ελεύθερος.
Να σημειωθεί, ότι στον εφέτη και κατά το παρελθόν (2021) του είχε επιβληθεί πειθαρχική ποινή προσωρινής παύσης 6 μηνών για απρεπή συμπεριφορά, εντός και εκτός υπηρεσίας.
Η αρεοπαγίτης εισηγήτρια της υπόθεσης, ανέφερε ότι ο εν λόγω εφέτης «δεν έχει συναίσθηση των βασικών υποχρεώσεών του ως δικαστικού λειτουργού και στερείται του απαιτούμενου για δικαστικό λειτουργό ήθους, ενώ θίγει σοβαρά το κύρος του ίδιου και της Δικαιοσύνης» και εισηγήθηκε την οριστική απόλυσή του.
Από την πλευρά του, ο εφέτης ισχυρίστηκε στην Ολομέλεια, ότι είχε βγάλει τις πινακίδες κυκλοφορίας του αυτοκινήτου και τις είχε στο παρμπρίζ, επειδή «ήθελε να βάψει τις προσόψεις του αυτοκινήτου», ενώ αρνήθηκε ότι έχει διαπράξει κάποιο αδίκημα.
Σε ερώτηση της προέδρου της Ολομέλειας για το που αποδίδει ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι στράφηκαν εναντίον του, εκείνος απάντησε ότι η συμπεριφορά τους ήταν προβοκατόρικη, ήταν πράκτορες και προσπάθησαν να τον εμφανίσουν ως επικίνδυνο.
Ακόμη, ανέφερε ότι έχει διατελέσει ανακριτής και ξέρει τι διαδικασίες ακολουθούν οι αστυνομικοί οι οποίοι παρανομούν και ότι ο αστυνομικός που κτύπησε κατά τη σύλληψή του αυτοτραυματίστηκε. Με ομόφωνη απόφαση της Ολομέλειας, ο εφέτης απολύθηκε οριστικά από το δικαστικό σώμα.
Την ίδια στιγμή, κατά πλειοψηφία 54 υπέρ και 11 κατά, απολύθηκε γυναίκα εφέτης λόγω των υπέρμετρων καθυστερήσεων και αδικαιολόγητων απουσιών, σε σημείο να επέλθει παραγραφή αδικημάτων σε υπόθεση σωματικής βλάβης, ενώ χρειάστηκε 2 χρόνια και 3 μήνες για να θεωρήσει μια απόφαση. Οι καθυστερήσεις σε διαφορετικές δικαστικές περιόδους κυμάνθηκαν από 65 έως 150 υποθέσεις, ενώ άλλες υποθέσεις που χειριζόταν μεταχρεώθηκαν σε συναδέλφους της. Κατά το παρελθόν είχε 15 πειθαρχικές αγωγές και τις έχουν επιβληθεί οι πειθαρχικές ποινές επίπληξης και προσωρινής παύσης.
Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου επισήμανε ότι ο προϊστάμενος του Εφετείου στο οποίο υπηρετεί, της είπε ότι δεν χρεώνει στην εν λόγω εφέτη υποθέσεις για να μην ταλαιπωρεί τον κόσμο με τις καθυστερήσεις της, ενώ από την πλευρά της η κ. Αδειλίνη επισήμανε ότι έχει αποδειχθεί η υπηρεσιακή της ανεπάρκεια, καθώς παραγράφονται στα χέρια της υποθέσεις και δεν σώζεται πλέον η κατάσταση. Έτσι, για τους λόγους αυτούς τάχθηκε υπέρ της απόλυσής της.
Ακόμα, ομόφωνα απολύθηκε λόγω ανεπάρκειας (καθυστερήσεις) πρωτοδίκης ο οποίος είχε επί σειρά ετών καθυστερήσεις μεγάλου αριθμού υποθέσεων, που κατά διαφορετικά δικαστικά έτη κυμαινόντουσαν από 50 έως 240, όπως καθυστέρηση και 17 βουλευμάτων. Επίσης, του αφαιρέθηκαν 635 υποθέσεις, οι οποίες χρεώθηκαν σε συνάδελφους του.
Η κ. Κλάπα επισήμανε ότι οι Δικηγορικοί Σύλλογοι στις περιοχές που υπηρέτησε ήταν σε απόγνωση λόγω των καθυστερήσεων. Ακόμη, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου είπε: «Τι να κάνουμε, δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντά του», κάτι που επανέλαβε η κ. Αδειλίνη κατά την πρότασή της προς την Ολομέλεια.
Ακόμη, η Ολομέλεια κατά πλειοψηφία (58 έναντι 7), αποφάσισε να μην απολυθεί ειρηνοδίκης λόγω καθυστερήσεων, αλλά ομόφωνα αποφάσισε να του επιβληθεί χρηματικό πρόστιμο ίσο με τις αποδοχές τριών μηνών.
Του αποδόθηκε ότι είχε μικρό αριθμό δημοσιεύσεων και ενδεικτικά αναφέρθηκε ότι μέσα σε δύο χρόνια είχε δημοσιεύσει μόνο 12 αποφάσεις, ενώ του είχαν αφαιρεθεί 32 δικογραφίες και είχαν χρεωθεί σε άλλον συνάδελφό του.
Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ιωάννα Κλάπα- Χριστοδουλέα τόνισε κατά την Πειθαρχική Ολομέλεια του Ανωτάτου Πολιτικού Δικαστηρίου απευθυνόμενη στον ειρηνοδίκη: «Ο πολίτης δεν θέλει λόγια, θέλει να πάρει την απόφαση στα χέρια του και οι καθυστερήσεις στην έκδοση αποφάσεων είναι αρνησιδικία».