Latest News

Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2024

Δίκη Πισπιρίγκου: «Δεν έχω καμία σχέση με τον θάνατο της Τζωρτζίνας, ούτε κεταμίνες ξέρω, ούτε τίποτα» – Αιχμές κατά των γιατρών

 Συνεχίστηκε η απολογία της Ρούλας Πισπιρίγκου στη δίκη για τον θάνατο της πρωτότοκης κόρης της, Τζωρτζίνας, με νέες αιχμές κατά των γιατρών και συγκεκριμένα τον επικεφαλής της ΜΕΘ του νοσοκομείου του Ρίο, Ανδρέα Ηλιάδη, τον... διευθυντή του παιδιοκαρδιολογικού τμήματος του Ωνασείου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου, Ιωάννη Παπαγιάννη αλλά και τους ιατρούς και τους νοσηλευτές που βρίσκονταν μέσα στο θάλαμο όταν υπέστη ανακοπή η Τζωρτζίνα.

Η  κατηγορούμενη, η οποία συνέχισε την απολογία της στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, αναφέρθηκε στα γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν του θανάτου της μικρής Τζωρτζίνας και ήταν κατηγορηματική πως δεν την σκότωσε.

Η Ρούλα Πισπιρίγκου, εκτός των γιατρών αναφέρθηκε και στον εν διαστάσει σύζυγό της και τη στάση του λίγες εβδομάδες πριν φύγει από τη ζωή η μικρή Τζωρτζίνα.

Όπως περιέγραψε η οικογένεια δεν πέρασε μαζί τις γιορτές πριν φύγει η Τζωρτζίνα από τη ζωή, καθώς ο Μάνος Δασκαλάκης είχε κολλήσει κόβιντ. «Κάθε στιγμή των παιδιών μας, του παιδιού μας, ήταν για εμένα το πιο ιερό πράγμα που θα μπορούσε να συμβεί. Επειδή είχε συμβεί αυτό με τα άλλα δύο παιδιά, θεωρούσα ότι δεν έπρεπε να χάνεις ένα δευτερόλεπτο μαζί τους. Είχα εκνευριστεί με τον Μάνο, θεωρούσα ότι θα έπρεπε να έρθει έστω για ένα δευτερόλεπτο να πει «χρόνια πολλά», «καλή χρονιά». Από τη στιγμή που έχεις παιδιά για εμένα όλα μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα» είπε συγκεκριμένα η Ρούλα Πισπιρίγκου, η οποία σε άλλες στιγμές της απολογίας της, εμφανίστηκε οργισμένη και σε άλλες φορτισμένη συναισθηματικά.

«Κεραυνοί» κατά Ηλιάδη

Η κατηγορούμενη αναφέρθηκε και στα αποτελέσματα της μαγνητικής που είχε κάνει η μικρή Τζωρτζίνα λίγο πριν φύγει από τη ζωή. Όπως είπε ο κ. Ηλιάδης της είχε πει ότι τα αποτελέσματα δεν ήταν καλά. «Μετά τη μαγνητική ο Ηλιάδης, βγήκε έξω και μου είπε ότι η Τζωρτζίνα δεν έχει πολλή ζωή. Μου είπε σταματήστε τις λογοθεραπείες, τις φυσικοθεραπείες, το παιδί δεν έχει προσδόκιμο ζωής. Μου είπε πως η Τζωρτζίνα είχε επιδείνωση. Εδώ στην αίθουσα προς τιμή της το είπε μόνο μία γιατρός. Του είπα τι μπορούμε να κάνουμε; Μου είπε τίποτα. Μου είπε πως ο εγκέφαλος της καίει περισσότερες λάμπες» περιέγραψε η Ρούλα Πισπιρίγκου.

Ιδιαίτερα φορτισμένη συναισθηματικά ήταν η κατηγορούμενη όταν αναφέρθηκε και στο μεσημέρι της 29ης Ιανουαρίου 2022 όταν η μικρή Τζωρτζίνα, παρά τις προσπάθειες των ιατρών να την κρατήσουν στη ζωή, τελικά κατέληξε. Η κατηγορούμενη θέλησε να ξεκαθαρίσει στην απολογία της, ότι ενημέρωσε τους ιατρούς και τους νοσηλευτές για το επεισόδιο και ήταν κατηγορηματική ότι δεν έχει καμία σχέση με το θάνατο του παιδιού της.

Η 35χρονη γυναίκα αμφισβήτησε τους χρόνους που δίνουν οι γιατροί του Νοσοκομείου τη μοιραία μέρα για την πορεία του παιδιού, αρχής γενομένης από τον χρόνο που φέρεται να ειδοποίησε ότι το κορίτσι ανέβαζε σφίξεις. «Είναι ψέμα πως ειδοποίησα στις 14:28 γιατί τότε τηλεφώνησα στον Μάνο και του είπα ότι μπαίνει εντατική» είπε. Αναφέροντας μία προς μία τις κλήσεις και τους χρόνους διάρκειας της κάθε μιας, η κατηγορουμένη διερωτήθηκε, ονομάζοντας συγκεκριμένο γιατρό με τον οποίο είχε μιλήσει στον χρόνο που ίδιος ανέφερε ότι πήγε στην εντατική: «είπε ότι κατέβηκε κάτω 14:35. Ενώ στις 14:33 του έδωσα το τηλέφωνο να μιλήσει με άλλο γιατρό. Πέντε λεπτά κλήση! Πώς γίνεται αυτό; Για να σώσει τη θέση του; Είναι ντροπή (να λέει ο γιατρός) αυτό το πράγμα. Στις 14:38 παίρνω τον Μάνο και στις 14:39 παίρνει ο κ. Παπαγιάννης (διευθυντής Παιδοκαρδιολογικής κλινικής Ωνασείου) για να μου πει ότι μίλησε με τους γιατρούς και ότι θα κοιτούσε τα σήματα του βηματοδότη…».

Περιγράφοντας την τελευταία μέρα της Τζωρτζίνας η κατηγορουμένη είπε: «Όταν ξημέρωσε 29 Ιανουαρίου το παιδί δεν είχε καμία επαφή. Το μεσημέρι άρχισα πάλι να βλέπω στο οξύμετρο ότι ανέβαζε σφίξεις. Το παιδί δεν μπορούσε να κλάψει ή να σηκώσει τα χέρια της. Όταν το είδα αυτό βγήκα αμέσως στο διάδρομο να φωνάξω τους γιατρούς. Εγώ σε όλα τα επεισόδια δεν φώναζα. Μπορούσα να μιλήσω με ήπιο τρόπο. Ταραγμένη μεν, να πω “κάτι συμβαίνει ελάτε”, αλλά τσιρίδες δεν είχα ποτέ» ανέφερε η 35χρονη και συνέχισε: «Πήγα στη στάση των νοσηλευτών και είπα “κάνει επεισόδιο”. Αυτά που είπε (η νοσηλεύτρια), “τα ψυχανεμίστηκα εγώ, από μόνη μου πήρα την πρωτοβουλία”, δεν καταλαβαίνω γιατί τα είπε. Για να φτάσω στους νοσηλευτές πάει να πει πως κάτι ζητούσε το παιδί μου. Είδα έξω από το τζάμι του θαλάμου της ότι έκαναν μαλάξεις στο παιδί. Η πρώτη κλήση που έκανα ήταν στον Μάνο που βρισκόταν στο ΚΤΕΛ. Έλεγα μέσα μου “τι συμβαίνει επιτέλους;”. Θυμάμαι κάποια στιγμή βγήκε ο κ. Τζιούβας (γιατρός) και μου λέει “η Τζωρτζίνα δε θα τα καταφέρει”. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν να του πω ότι βρίσκεται λίγη ώρα μέσα γιατί την προηγούμενη φορά επανήλθε μετά από μια ώρα. Του λέω “πως έπαθε ανακοπή αφού έχει βηματοδότη;”. Μου είπε πως δεν το ήξερε και μπήκε μέσα να συνεχίσει».

Η κατηγορούμενη ισχυρίστηκε ότι σε κάποια στιγμή άκουσε την κραυγή του παιδιού και έτσι πήρε τον Μανό Δασκαλάκη να του πει «μην αγχώνεσαι την άκουσα». Όπως είπε όμως, λίγο αργότερα μια νοσοκόμα την ενημέρωσε πως το παιδί διασωληνώθηκε. «Γίνεται πανικός, ανοιγοκλείνουν πόρτες, χαμός. Ο Τζιούβας ζήτησε να με πάνε σε ένα γραφείο. Μου είπε πως η Τζωρτζίνα δεν τα κατάφερε. Λέω “Πώς; Γιατί; Είχε βηματοδότη!”. Μου είπε πως δεν ξέρει και θα με ενημερώσουν». 

«Έκλαιγε ο Μάνος στα πόδια της. Την σήκωσα πάνω μου και την ρώτησα γιατί με άφησε μόνη μου; Της έλεγα Τζωρτζίνα μου γιατί και εσύ. Ορκίστηκα εκείνη την ώρα ότι θα βρω τι έπαθε. «Όταν είδα το παιδί… είπα γιατί με άφησες μόνη μου; Γιατί κι εσύ; Τι γινόταν;» είπε με λυγμούς και συμπλήρωσε με κλαίγοντας: «Ορκίστηκα εκείνη την ώρα ότι θα το βρω τι έχει γίνει. Εγω δεν έχω καμία σχέση. Ούτε τις κεταμίνες ξέρω, ούτε τίποτα. Είναι πιο τίμιο να παραδεχτείς ένα λάθος παρα να φτιάχνεις ιστορίες. Δεν άκουσα από κανέναν γιατρο ή από νοσηλευτή ένα «ίσως». Όλοι τους κατηγορηματικοί. Ούτε ένα «ίσως». Πολλή υπερβολή. Πόσο άλλο;».

Όσον αφορά τα επεισόδια της Τζωρτζίνας που είχαν προηγηθεί και τα βίντεο που είχε τραβήξει η κατηγορούμενη τόνισε πως ήταν κάτι που της είχε ζητήσει ο κ. Ηλιάδης. «Αυτό το βίντεο μου είχε ζητήσει ο ίδιος ο Ηλιάδης να το τραβήξω. Μου έλεγε θα μου δείχνεις το μόνιτορ και το παιδί. Πως το τράβηξα δεν ξέρω, φαίνονται τα χέρια μου τρέμουν. Ήμουν σε φάση τρέλας, δεν ήξερα τι συμβαίνει. Ήθελα να μας δώσουν σωστή διάγνωση για να πάμε σπίτι. Δεν ήξερα πότε πρέπει να σταματήσω» τόνισε η κατηγορούμενη, προσθέτοντας :»Κάποια στιγμή ταράχτηκε και ο γιατρός. Τον ακούω και λέει έχετε καλέσει τη ΜΕΘ και ζήτησε εργαλεία διασωλήνωσης. Εκεί σταμάτησα το βίντεο διότι συνειδητοποίησα ότι είχε γίνει επικίνδυνο. Είπαν ότι θα φύγει θα πάει Αθήνα» τόνισε η κατηγορούμενη.

«Ήταν η δεύτερη φορά που το ζούσα,  στην Αθήνα να ανεβαίνουμε τρεις και να κατεβαίνουμε δύο. Ήταν η δεύτερη φορά που δεν είχα κάτι στο χέρι όταν γυρνούσα. Στη Μαλένα μας έλεγαν για χημειοθεραπείες, μετά το μωρό, μετά αυτό με την Τζωρτζίνα, η ανακοπή, επανέρχεται και γυρνάνε όλα τούμπα. Δεν μπορώ να διανοηθώ αυτό που έχει γίνει. Τους άκουσα εδώ όλους, δεν μπορώ το ψέμα, έχω πρόβλημα με αυτό το πράγμα, όσοι με γνωρίζουν το ξέρουν. Μπορώ ο, τιδήποτε άλλο παρά να φτιάξεις μια ιστόρια. Για να έρθεις εδώ και να πουν οι δημοσιογράφοι, ο ήρωας. Πλέον είμαι πολύ καχύποπτη.

Αυτό που παρατήρησα ότι ο μόνος που παρευρέθηκε εδώ με συνήγορο και επικοινωνιολόγο απλά για να καταθέσει και έπαιρνε εντολές απέξω και τον είχαν σε μία γωνία, ήταν ο κ. Ηλιάδης. Επίσης, όταν κατέθεταν οι δύο νοσοκόμες της ΜΕΘ τις ακολουθούσε κ. Τζιούβας. Ποιος λόγος να έρθει εδώ, για συμπαράσταση; Ήταν όλοι μία γροθιά και όταν ήρθα εγώ με αστυνομικούς μου έκανε τσιχλόφουσκες και μου έδειχνε ότι φοράω βραχιολάκια και εγώ αντέδρασα και του είπα πρόσεχε μη φοράς εσύ σε λίγο…Κάπου να σταματήσει και το θράσος…» είπε φανερά εκνευρισμένη η κατηγορούμενη.

Μάλιστα, η Ρούλα Πισπιρίγκου εμφανίστηκε ιδιαίτερα ενοχλημένη για το γεγονός ότι ακόμα και στην νεκροψία, όπως είπε συγκεκριμένα, ανακατεύτηκε ο κ. Ηλιάδης. «Δεν το καταλαβαίνω αυτό το πράγμα, για ποιο λόγο; Εάν ήταν κεταμίνη και η κυρία Τσιόλα θα την έβρισκε. Έχω φτάσει στο σημείο να αμφισβητώ τα πάντα. Υπάρχει κεταμίνη; Δεν υπάρχει; Πόση είναι; Είναι μπουκαλάκια; Είναι σκόνη; Όταν ζητήσαμε πως καταγράφονται τα φάρμακα και είπαν πως η κεταμίνη είναι σε άλλο χώρο, αλλά ούτε το ρουκορόνιο έγραψαν πουθενά. Τι να πιστέψεις;» διερωτήθηκε η κατηγορούμενη, προσθέτοντας : «Ποιος λέει ψέματα; Ο ιατροδικαστής; Ο κ. Ράικος; Που του ζητάμε χαρτιά και έφερε μισά. Είπε πως άρχισε να ψάχνει ροκουρόνιο από κανάλια. Ήθελα να σηκωθώ πάνω και να του πω με ποιο δικαίωμα πήρες εσύ το αίμα του παιδιού. Έχω ακούσει 40 εκδοχές για κεταμίνη.»

Η κατηγορούμενη είπε πως δεν έχει πιστέψει μέχρι και σήμερα ότι η Τζωρτζίνα δεν βρίσκεται στη ζωή και αναφέρθηκε στο πως οι έρευνες στράφηκαν προς την πλευρά της, στοχεύοντας για μία ακόμα φορά προς την πλευρά του κ. Ηλιάδη.  «Εγώ δεν έχω πιστέψει ότι η Τζωρτζίνα δεν ζει μέχρι και τώρα. Επειδή η μάνα ήταν με το παιδί της, αυτό φάνηκε ύποπτο. Έβγαιναν ψυχολόγοι, ιατροδικαστές, πρώην αστυνομικοί και από την άλλη έβγαινε ο κ. Ηλιάδης και έλεγε φύλακας άγγελος εγώ είμαι, η φωνή της Τζωρτζίνας, από που ως που, η φωνή της Τζωρτζίνας είναι οι γονείς της. Εάν δεν έχει κάτι να φοβηθείς από που έως που θέλεις να δείξεις το προφίλ του καλού, του φιλάσπλαχνου και να λες εδώ αυτά και απέξω βουρκωμένος να μου πιάνεις το χέρι και να μου λες Ρούλα μου, υπομονή…Δεν μπορώ να καταλάβω» είπε η Ρούλα Πισπιρίγκου.

Μάλιστα, η κατηγορούμενη είπε πως πριν τη σύλληψή της είχε φτάσει στο σημείο να μην μπορεί να κυκλοφορήσει στην Πάτρα. «Περνάγανε από το σπίτι και πετάγανε πράγματα. Από ένα σημείο και μετά δεν μπορούσα να κυκλοφορήσω έξω. Στο Μάνο είχε δημιουργηθεί πρόβλημα στη δουλειά» τόνισε η κατηγορούμενη.  Η 35χρονη αναφέρθηκε σε απειλές που έχει δεχτεί όλο το αυτό το διάστημα, σε επιθέσεις που έγιναν στο σπίτι της, ενώ κατέθεσε στο δικαστήριο και μήνυμα που της έστειλε η ηθοποιός, Γιολάντα Μπαλαούρα στο οποίο της έγραφε: «Άντε κρεμάσου σιχαμένη να ξεβρωμίσει ο τόπος!».

Παρόντες στη δίκη ήταν, ο εν διαστάσει σύζυγός της, η μητέρα της και η αδελφή της.

Η απολογία της θα συνεχιστεί την Τετάρτη 10 Ιανουαρίου, ενώ την Τρίτη 9 Ιανουαρίου συμπληρώνεται ένα έτος ακριβώς από την έναρξη της δίκης.