Latest News

Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2023

«Μετεξεταστέα» η Παιδεία: «Πάτωσαν» οι Έλληνες μαθητές στις εξετάσεις PISA - Οι βαθμολογίες τους

 
«Πάτωσαν» στις εξετάσεις PISA του ΟΟΣΑ οι Έλληνες μαθητές, καθώς κατέγραψαν αποδόσεις κάτω από τον μέσο όρο, γεγονός που φανερώνει περίτρανα τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το ελληνικό εκπαιδευτικό... σύστημα.

Η έρευνα PISA, που δημοσιεύεται κάθε τρία χρόνια --αλλά μετατέθηκε αυτήν τη φορά κατά έναν χρόνο λόγω της πανδημίας της Covid-19-- έχει καταστεί παγκόσμιο σημείο αναφοράς που εξετάζεται εξονυχιστικά από τις κυβερνήσεις.

Εξετάζει από το 2000 τις επιδόσεις των εκπαιδευτικών συστημάτων, μέσω των δεξιοτήτων στις φυσικές επιστήμες, στα μαθηματικά και στην κατανόηση κειμένου, των μαθητών ηλικίας 15 ετών. Κάθε φορά ένα από αυτά τα τρία πεδία αναπτύσσεται διεξοδικά, τα μαθηματικά αυτήν τη φορά. Στις ασκήσεις υποβλήθηκαν το 2022 690.000 νέοι σε 81 χώρες και περιοχές.

Στην κορυφή η Ασία με πρωταγωνίστρια τη Σιγκαπούρη

Η Ασία, με επικεφαλής τη Σιγκαπούρη, βρίσκεται για μια ακόμη φορά στην κορυφή της έρευνας όμως μια «άνευ προηγουμένου μείωση των επιδόσεων των μαθητών μετά την κρίση της Covid».

Όπως και στην προηγούμενη έρευνα, όπου τέσσερις κινεζικές μητροπόλεις και επαρχίες (Πεκίνο, Σανγκάη, Τσιανγκσού, Τσετσιάνγκ, οι οποίες δεν συμμετείχαν αυτή τη φορά στην έρευνα) είχαν βρεθεί στην κορυφή, οι μαθητές σε πολλές ασιατικές χώρες βρίσκονται μεταξύ των καλύτερων μαθητών στα μαθηματικά, στις φυσικές επιστήμες και στην κατανόηση κειμένου.

Η Σιγκαπούρη βρίσκεται μακράν μπροστά στα τρία αυτά πεδία, όπως και το 2016. Ακολουθούν το Μακάο, η Ταϊβάν, το Χονγκ Κονγκ, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα στα μαθηματικά. «Συνεχίζουμε να έχουμε χώρες της Ασίας να μονοπωλούν τις καλύτερες επιδόσεις, κυρίως στα μαθηματικά», υπογραμμίζει ο Ερίκ Σαρμπονιέ, ειδικός για την εκπαίδευση στον ΟΟΣΑ.

Κάτω από τον πήχη οι μαθητές της Ελλάδας

Σύμφωνα με την έρευνα, ο μέσος όρος των αποτελεσμάτων του 2022 στην Ελλάδα μειώθηκε σε σύγκριση με το 2018 στα μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις φυσικές επιστήμες.

Και στα τρία πεδία, η μέση επίδοση ήταν χαμηλότερη το 2022 απ' ό,τι σε οποιαδήποτε προηγούμενη εκτίμηση: σύμφωνα με την έρευνα, η απότομη πτώση ανάμεσα στο 2018 και το 2022 επιβεβαίωσε και ενίσχυσε μια μείωση η οποία είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα.

Οι μαθητές στην Ελλάδα είχαν χαμηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ στα μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις φυσικές επιστήμες.

PISA: Η βαθμολογία των Ελλήνων μαθητών

Ως προς τη βαθμολογία, στα μαθηματικά η Ελλάδα συγκέντρωσε 430, σημειώνοντας πτώση 21 μονάδων σε σχέση με το 451 που είχε συγκεντρώσει το 2018 (44η θέση από 81 χώρες και περιοχές που συμμετείχαν). Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στα μαθηματικά ήταν 472 (489 το 2018).

Στην κατανόηση κειμένου, οι Έλληνες μαθητές συγκέντρωσαν 438 (41η θέση). Η βαθμολογία αυτή ήταν κατά 19 μονάδες χαμηλότερη από το 457 του 2018. Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στην κατανόηση κειμένου ήταν 476 (487 το 2018).

Στις φυσικές επιστήμες οι Έλληνες μαθητές συγκέντρωσαν 441, σημειώνοντας μείωση 11 μονάδων από το 452 που είχε πετύχει το 2018 (44η θέση). Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στις επιστήμες ήταν 485 (489 το 2018).

Η ελληνική (αν)ανεπάρκεια σε Μαθηματικά, Κατανόηση Κειμένου, Φυσικές Επιστήμες

Αναλύοντας περαιτέρω τα στατιστικά των βαθμολογιών προκύπτουν τα παρακάτω ως προς τα μαθήματα που εξετάστηκαν οι μαθητές από την Ελλάδα:

  • Μαθηματικά: Το 53% των μαθητών στην Ελλάδα έχει επάρκεια τουλάχιστον Level 2, σημαντικά κάτω από τον μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ (69%). Μόλις το 2% των μαθητών στην Ελλάδα είχαν κορυφαίες επιδόσεις στα μαθηματικά, που σημαίνει ότι πέτυχαν Level 5 ή 6 (μέσος όρος του ΟΟΣΑ: 9%).
  • Κατανόηση κειμένου: Περίπου το 62% των μαθητών πέτυχε Level 2 ή υψηλότερο (μέσος όρος ΟΟΣΑ: 74%). Μόλις το 2% των μαθητών σημείωσε βαθμολογία Level 5 ή υψηλότερη (μέσος όρος του ΟΟΣΑ: 7%).
  • Φυσικές επιστήμες: Περίπου το 63% των μαθητών πέτυχε Level 2 ή υψηλότερο (μέσος όρος του ΟΟΣΑ: 76%). Μόλις το 1% των μαθητών σημείωσε κορυφαίες επιδόσεις, ήτοι Level 5 ή 6 (μέσος όρος του ΟΟΣΑ: 7%).

Έλληνας πρώην υφυπουργός Παιδείας: Οι Πανελλήνιες το μεγάλο πρόβλημα – Γίνεται ακραία απομνημόνευση εις βάρος της κριτικής σκέψης

Με αναρτήσεις του στο Χ ο πρώην υφυπουργός Παιδείας, Γιάννης Πανάρετος, έδειξε ως μεγάλο πρόβλημα τις Πανελλήνιες που διεξάγονται στην Ελλάδα.

Ο κ. Πανάρετος, ο οποίος υπενθυμίζει ότι ήταν από τους εμπνευστές του προγράμματος PISA στον ΟΟΣΑ, στην αρχή της δεκαετίας του ’90, γράφει ότι «το μεγάλο πρόβλημα είναι οι πανελλήνιες (Κυρίως ο ακριβής προσδιορισμός της εξεταστέας ύλης)».

Σύμφωνα με τον ίδιο «ο κορσές της ύλης οδηγεί στην ακραία απομνημόνευση εις βάρος της κριτικής σκέψης (ουσία του PISA)» συνεχίζοντας ότι «στον βωμό της ισότητας (μικρή και ακραία προσδιορισμένη εξεταστέα ύλη) έχουμε θυσιάσει την δημιουργική σκέψη των νέων».

«Μελέτες που είχα κάνει πριν 20 περίπου χρόνια (αποτελέσματα στην σελίδα μου) είχαν δείξει ότι οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνθηκαν αντί να μειωθούν (στις πανελλήνιες αποδίδουν καλύτερα οι μαθητές των ιδιωτικών με γονείς γιατρούς, καθηγητές μηχανικούς κλπ).

Όταν ο βασικός στόχος μιας πολιτικής αποτυγχάνει, η πολιτική θέλει αλλαγή. Εδώ η αλλαγή δεν είναι εύκολη. Έχει διαμορφωθεί μια ολόκληρη οικονομία κ μια νοοτροπία βολέματος γύρω από τις πανελλήνιες κ την μορφή που έχουν.

Από την εμπειρία δεκαετιών στην εκπαίδευση (κ στην πολιτική της) έχω καταλήξει ότι έφθασε η ώρα της ριζικής επανεξέτασης της πρακτικής των πανελληνίων. Πέρασαν 40 περίπου χρόνια με αυτές και στο όνομα του αδιάβλητου θυσιάζουμε την δημιουργική σκέψη γενεών», τονίζει.

Το τρίπτυχο των θλιβερών ελλείψεων

Η έλλειψη σε υποδομές, δασκάλους όπως και η μειωμένη χρηματοδότηση χετίζονται με τις επιδόσεις των μαθητών έως κάποια έκταση.

Πιο συγκεκριμένα, οι χώρες που επένδυσαν 75.000 δολάρια ανά μαθητή το 2019, είδαν τις επιδόσεις στο τεστ των μαθηματικών να βελτιώνεται. Στην Ελλάδα, η σωρευτική δαπάνη ανά μαθητή, ηλικίας μεταξύ 6 και 15, ισοδυναμούσε με περίπου 71. 500 δολάρια.

Την ίδια ώρα, περίπου στις μισές χώρες/οικονομίες με διαθέσιμα δεδομένα, οι διευθυντές σχολείων το 2022 ήταν πιο πρόθυμοι από το 2018 να αναφέρουν έλλειψη διδακτικού προσωπικού.

Αυτό συνέβη και στην Ελλάδα όπου το 2022, το 54% των μαθητών φοιτούσαν σε σχολεία όπου οι διευθυντές τους είχαν αναφέρει ελλείψεις διδακτικού προσωπικού (ενώ το 26% των μαθητών φοιτούσε σε δομές με ανεπαρκές ή μερικώς καταρτισμένο διδακτικό προσωπικό), όταν το 2018 τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 26% και 13%. Στις περισσότερες χώρες/οικονομίες, οι μαθητές που φοιτούσαν σε σχολεία των οποίων ο διευθυντής ανέφερε ελλείψεις διδακτικού προσωπικού σημείωσαν χαμηλότερη βαθμολογία στα μαθηματικά.

Ο ρόλος του κορονοϊού

Η κρίση της πανδημίας της Covid, η οποία «βέβαια έχει αντίκτυπο σε αυτό που παρατηρείται» και ήταν ένας «επιταχυντής της μείωσης των επιδόσεων», αναφέρει ο Ερίκ Σαρμπονιέ. Όμως, συνεχίζει, «δεν πρέπει ούτε να τα αποδίδουμε όλα στην Covid», καθώς «υπήρχε ήδη μια πτωτική τάση εδώ και δεκαπέντε χρόνια» παγκοσμίως και «δεν έχουμε δει μια άμεση σχέση ανάμεσα στο κλείσιμο των σχολείων και τις επιδόσεις».

«Αυτή η πτώση των επιδόσεων δεν είναι πλέον ένα παγκόσμιο πεπρωμένο, εφόσον ορισμένες χώρες κατάφεραν να την περιορίσουν», αν όχι να «διατηρήσουν» τις επιδόσεις αυτές, «όπως στην Ελβετία ή στην Κορέα, ή να τις αυξήσουν όπως στην Ιαπωνία», σημειώνει η Ιρέν Χου.

Εκτός της Covid, άλλοι παράγοντες που προβάλλει ο ΟΟΣΑ προκειμένου να εξηγήσει τη γενική πτώση των αποτελεσμάτων: η κρίση ελκυστικότητας του εκπαιδευτικού επαγγέλματος, που πλήττει όλο και περισσότερο τις χώρες και επηρεάζει την ποιότητα της εκπαίδευσης, η έλλειψη υποστήριξης προς τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές ή συνεργασίας στα σχολικά συγκροτήματα, ή ακόμη η εμπλοκή των γονέων στη σχολική εκπαίδευση, που έχει μειωθεί σε σχέση με το 2018.