Μάλιστα, όπως εξηγούν αρμόδιες πηγές, εάν ο πατέρας της Φαίης δεν είχε καταθέσει μήνυση περίπου ένα χρόνο μετά το έγκλημα, το Σεπτέμβριο του 2022, το πιθανότερο είναι το έγκλημα να έμενε για πάντα ανεξιχνίαστο.
Ένα βασικό λάθος αφορά στη μη έγκαιρη ταυτοποίηση του πτώματος που εντοπίστηκε τυλιγμένο σε κουβέρτα στις 8 Οκτωβρίου 2021 στην οδό Τύχης στην Κυψέλη. Παρότι μία ημέρα μετά τον εντοπισμό του πτώματος, στις 9 Οκτωβρίου 2021, η 59χρονη μητέρα της Φαίης πήγε στο Α.Τ. και δήλωσε την εξαφάνιση της κόρης της, κανείς δεν έκανε τη συσχέτιση. Η ταυτοποίηση έγινε περίπου 30 ημέρες μετά, με αποτέλεσμα να χαθεί πολύτιμος χρόνος. Επί περίπου ένα μήνα το πτώμα ήταν «αγνώστων στοιχείων».
Παράλληλα, δεν έγινε συσχέτιση των αναφορών ανθρώπων από τη γειτονιά για κακοποίηση της 22χρονης Φαίης μέσα στο διαμέρισμα της οδού Δροσοπούλου με το γεγονός ότι η κοπέλα βρέθηκε νεκρή (με ενδείξεις για εγκληματική ενέργεια). Εάν είχε γίνει αυτή η συσχέτιση οι πρώτοι ύποπτοι θα ήταν όσοι συγκατοικούσαν με την 22χρονη (δηλαδή οι γυναίκες που είναι σήμερα κατηγορούμενες).
Το πτώμα της Φαίης παρέμεινε περίπου 20 ημέρες στο νοσοκομείο, μέχρι που έγινε η νεκροψία-νεκροτομή, με σημαντική καθυστέρηση. Ο ιατροδικαστής απεφάνθη ότι αιτία θανάτου είναι το πνευμονικό οίδημα και οι πρόσφατες ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις. Ωστόσο, ποτέ δεν διακριβώθηκε τι ήταν αυτό που προκάλεσε τις ισχαιμικού τύπου πρόσφατες αλλοιώσεις. Για να γίνει αυτό θα έπρεπε να γίνει συμπληρωματική έρευνα.
Μία δεύτερη παράλειψη κατά την πρώτη φάση της έρευνας, πριν δηλαδή αναλάβει την υπόθεση -προ ενός έτους- το Ανθρωποκτονιών με εισαγγελική εντολή, αφορά στο γεγονός ότι δεν έγινε επαρκής έρευνα στη γειτονιά της οδού Δροσοπούλου, όπως δεν έγινε η κατάλληλη συλλογή στοιχείων από τα νοσοκομεία όπου είχε μεταφερθεί κατά καιρούς η Φαίη με τραύματα από την κακοποίηση που βίωνε. Ενδεικτικό είναι ότι το Ανθρωποκτονιών ένα χρόνο μετά βρήκε τις μαρτυρικές καταθέσεις πάνω στις οποίες βασίστηκαν οι διώξεις που τελικώς ασκήθηκαν στις τρεις κατηγορούμενες για τη δολοφονία της Φαίης. Και όλα αυτά παρότι από την πρώτη στιγμή υπήρχαν πολλές ενδείξεις ότι πρόκειται για έγκλημα, καθώς το πτώμα ήταν τυλιγμένο σε κουβέρτα και δεν είχε πάνω του ταυτοποιητικά έγγραφα.
Η έρευνα ξεκόλλησε όταν πριν από περίπου ένα χρόνο - και μετά από τη μήνυση του πατέρα της Φαίης- διατάχθηκε με εισαγγελική εντολή έρευνα από το Τμήμα Ανθρωποκτονιών. Συστάθηκε ειδικό κλιμάκιο το οποίο άρχισε την έρευνα από το σημείο μηδέν, επανεξετάζοντας τα πάντα.
Οι καταθέσεις - σοκ
Οι αστυνομικοί του Τμήματος Ανθρωποκτονιών που σχημάτισαν τη δικογραφία συνέλεξαν καταθέσεις, σύμφωνα με τις οποίες η 57χρονη που φιλοξενούσε τη Φαίη είχε βάλει ως στόχο να χάσει η 22χρονη το παιδί που κυοφορούσε.
Η πιο σοκαριστική κατάθεση αφορά άνθρωπο της γειτονιάς ο οποίος μετέφερε στους αστυνομικούς τα όσα του είπε το ένα από τα μικρά παιδιά της 22χρονης Φαίης για τα βασανιστήρια που ζούσε η μητέρα του από την 57χρονη στο διαμέρισμα της οδού Δροσοπούλου στην Κυψέλη: «Ανέβαινε πάνω στην κοιλιά της μαμάς και χοροπηδούσε πάνω της για να αποβάλλει».
Η 57χρονη είχε ποινικό παρελθόν, καθώς είχε απασχολήσει τις Αρχές για κλοπές και απάτες. Η Φαίη είχε τρία παιδιά τα οποία ζούσαν μαζί της στο σπίτι της οδού Δροσοπούλου, μαζί δηλαδή με την 57χρονη, τη μητέρα της Φαίης και την αδερφή της (η οποία επίσης έχει ένα ανήλικο παιδί). Κάποια στιγμή με εντολή Εισαγγελέα ένα από τα παιδιά είχε φιλοξενηθεί σε ίδρυμα.
Όσον αφορά στην κακοποίηση της 22χρονης Φαίης, στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. εξηγούν ότι ήταν χρόνια και αυτό που προκαλεί αλγεινή εντύπωση είναι ότι πολλοί γνώριζαν αλλά κανείς δεν μιλούσε:
«Ακουγόντουσαν συνέχεια φωνές από το διαμέρισμα, η κοπέλα πήγαινε στα εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείων τραυματισμένη, τα παιδιά που ζούσαν μέσα στο σπίτι βίωναν καταστάσεις απάνθρωπες, και παρά ταύτα κανείς για πολύ καιρό δεν μιλούσε», εξηγούν αστυνομικές πηγές.
Υπενθυμίζεται ότι οι αστυνομικοί του Τμήματος Ανθρωποκτονιών σχημάτισαν δικογραφία για τη δολοφονία της 22χρονης σε βάρος της μητέρας, της αδερφής και της 57χρονης που φιλοξενούσε το θύμα στο σπίτι της οδού Δροσοπούλου. Υπό άκρα μυστικότητα ερεύνησαν ωστόσο και το ενδεχόμενο να υπάρχει και δεύτερο θύμα δολοφονίας, καθώς υπό μυστηριώδεις συνθήκες πέθανε στο ίδιο σπίτι μία 70χρονη γυναίκα.
Τελικά δεν στοιχειοθετήθηκε η δολοφονία σε βάρος της 70χρονης, εντούτοις βρέθηκαν στοιχεία, βάσει των οποίων ασκήθηκαν διώξεις για επικίνδυνη σωματική βλάβη σε βάρος της 57χρονης που είναι μία από τις τρεις κατηγορούμενες για τη δολοφονία της Φαίης. Όπως εξηγούν αστυνομικές πηγές, η 70χρονη κακοποιούνταν συστηματικά από την 57χρονη, ενώ είχε πέσει θύμα οικονομικής εκμετάλλευσης και από τις τρεις κατηγορούμενες για τη δολοφονία της Φαίης.
«Από την έρευνα προέκυψε ότι οι τρεις κατηγορούμενες την εκμεταλλεύονταν οικονομικά. Δηλαδή έπαιρναν χρήματα από τη σύνταξή της και από κάποιες αποταμιεύσεις της. Επίσης, η 57χρονη που είχε το σπίτι την κακοποιούσε. Υπάρχει μάρτυρας που ανέφερε ότι έφτανε στο σημείο να τη σπρώχνει πάνω σε διερχόμενα αυτοκίνητα για να πάρει αποζημίωση σε περίπτωση τραυματισμού της», σημειώνεται.
Ο θάνατος της 70χρονης βεβαιώθηκε από ιδιώτη γιατρό το Μάιο του 2022. Σύμφωνα με πηγές του ieidiseis, πληροφορίες στο γιατρό παρείχε η 59χρονη μητέρα της Φαίης (κατηγορούμενη από χθες για τη δολοφονία της κόρης της), η οποία ανέφερε τότε στον γιατρό ότι η 70χρονη έπασχε από διάφορες παθολογικές ασθένειες και ο θάνατος επήλθε εξαιτίας αυτών σε διαμέρισμα της οδού Αριστομένους στο κέντρο της Αθήνας. Ωστόσο, από την έρευνα του Ανθρωποκτονιών προέκυψε ότι ο θάνατος της ηλικιωμένης επήλθε στο σπίτι της Δροσοπούλου στην Αθήνα. Στο ίδιο σπίτι δηλαδή όπου δολοφονήθηκε η 22χρονη Φαίη.
Οι αστυνομικοί συνέλεξαν μαρτυρίες, σύμφωνα με τις οποίες ο οίκος τελετών πήρε την 70χρονη από το διαμέρισμα της Δροσοπούλου. Οι μαρτυρίες αυτές αποκάλυψαν τις ψευδείς αναφορές της 59χρονης προς τις Αρχές σε σχέση με τον τόπο θανάτου της ηλικιωμένης.
Στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. αναφέρουν πάντως ότι από την έρευνα δεν διαπιστώθηκε ότι η 70χρονη δολοφονήθηκε.
Η αναφορά για τον τόπο θανάτου δεν ήταν -σύμφωνα πάντα με την ΕΛ.ΑΣ.- το μόνο ψέμα της 59χρονης μητέρας της Φαίης. Και αυτό διότι στις 9 Οκτωβρίου 2021 ήταν ο άνθρωπος που είχε εμφανιστεί στο Τμήμα Ασφαλείας Κυψέλης και δήλωσε την εξαφάνιση της κόρης της. Και αυτό παρότι, σύμφωνα με την έρευνα της Αστυνομίας, ήξερε τι είχε συμβεί.
«Η κόρη μου στις 20.00 της 7ης Οκτωβρίου αποχώρησε από το σπίτι της οδού Δροσοπούλου και εξαφανίστηκε», φέρεται να είχε πει τότε.
Μία ημέρα πριν στις 8 Οκτωβρίου, είχε βρεθεί το πτώμα της Φαίης στην οδό Τύχης στο κέντρο της Αθήνας, τυλιγμένο σε κουβέρτα χωρίς προσωπικά αντικείμενα, δηλωτικά της ταυτότητας του.
Η νεκροψία-νεκροτομή είχε δείξει πνευμονικό οίδημα και πρόσφατες ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις.
Μαρτυρικός θάνατος
Η 57χρονη σπιτονοικοκυρά, σύμφωνα με τη δικογραφία, ξυλοκοπούσε την Φαίη (ενώ ήταν έγκυος), την απειλούσε και την ανάγκαζε να επαιτεί. Επίσης, φέρεται να ξυλοκοπούσε με ρόπαλο και τα παιδιά (σύμφωνα με μαρτυρία γείτονα). Οι αστυνομικοί σημειώνουν ότι έφτανε στο σημείο να ωθεί τη Φαίη σε διερχόμενα οχήματα προκειμένου να εισπράττει αποζημίωση από τυχόν τραυματισμούς της.
Αστυνομικές πηγές αναφέρουν ότι «η 57χρονη χτυπούσε την Φαίη στην κοιλιά και μία φορά άρχισε να χοροπηδάει πάνω της, με στόχο να χάσει το παιδί. Η Φαίη είχε νοσηλευτεί πολλές φορές σε νοσοκομείο τραυματισμένη και σε άθλια κατάσταση από τα χτυπήματα και τους ξυλοδαρμούς. Ήταν τόσο άθλια η κατάστασή της που δε μπορούσε να μιλήσει και να πει όλα όσα ζούσε. Ο θάνατός της ήταν μαρτυρικός. Την τυλίξανε με μία κουβέρτα, που βεβαιώθηκε ότι βρισκόταν στο σπίτι της Κυψέλης, και την πέταξαν στον κάδο. Δεν είναι σαφές ποιοι τη μετέφεραν στον κάδο και πόσοι ήταν. Η μητέρα και η αδερφή της Φαίης έβλεπαν τα πάντα και δεν έκαναν τίποτα για να την προστατεύσουν».
Η προκαταρκτική εξέταση διατάχθηκε πριν από ένα χρόνο, με το Ανθρωποκτονιών να βρίσκει σειρά κρίσιμων καταθέσεων που «έδεσαν» τις κατηγορίες. Επίσης, συγκεντρώθηκαν γνωματεύσεις από ιατρικές εξετάσεις και νοσηλευτικά ιδρύματα. Και οι τρεις γυναίκες κατηγορούνται για ανθρωποκτονία και σωματεμπορία.
Η Ανακρίτρια εξέδωσε εντάλματα σύλληψης που εκτελέστηκαν σήμερα το πρωί. Μετά τη δολοφονία της Φαίης και οι τρεις γυναίκες εγκατέλειψαν το σπίτι της Κυψέλης και μετακόμισαν σε άλλα διαμερίσματα στην ίδια περιοχή. Οι τρεις συλλήψεις έγιναν στην Κυψέλη κοντά στο σημείο της στυγερής δολοφονίας.