Αρνείται τις κατηγορίες ο αστυνομικός που κατηγορείται ότι βίαζε και εξέδιδε γυναίκα από το Καμερούν στο κέντρο... της Αθήνας.
Ο υπαρχιφύλακας, ο οποίος από την πρώτη στιγμή αρνείται τα πάντα, θα απολογηθεί για τις κατηγορίες που τον βαραίνουν. Την Πέμπτη αναμένεται να περάσει το κατώφλι του Ανακριτή και μία γυναίκα από τη Ρουμανία, με την οποία φέρεται να διατηρούσε σχέση κατά το παρελθόν.
Οι αστυνομικοί της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων την εντόπισαν, προκειμένου να εξακριβώσουν εάν είχε πέσει και εκείνη θύμα του. Ωστόσο, τη βρήκαν αφότου παρέδωσαν τη δικογραφία στη Δικαιοσύνη και έτσι η γυναίκα από τη Ρουμανία θα καταθέσει απευθείας στον Ανακριτή.
Αυτό που μένει να διαπιστωθεί είναι εάν ο υπαρχιφύλακας την εξέδιδε ή όχι κατά το παρελθόν. Σε περίπτωση που εξακριβωθεί κάτι τέτοιο, τότε η υπόθεση θα πάρει άλλη τροπή.
Μέχρι στιγμής πάντως η σύλληψη του αστυνομικού έγινε λόγω της καταγγελίας εκδιδόμενης γυναίκας από το Καμερούν, η οποία έδωσε -παρουσία ψυχολόγου- αναλυτική κατάθεση στους «αδιάφθορους» της ΕΛ.ΑΣ. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, σε κάποιο σημείο της προανακριτικής της κατάθεσης η 34χρονη ανέφερε ότι ο υπαρχιφύλακας της ζήτησε να συνευρεθεί ερωτικά με το «αφεντικό» του. Το iEidiseis ρώτησε αρμόδιες πηγές σχετικά με το συγκεκριμένο απόσπασμα της κατάθεσης και έλαβε την παρακάτω απάντηση:
«Η έρευνα δεν επεκτάθηκε προς αυτή την κατεύθυνση, διότι από την κατάθεση δεν προέκυψε ότι έγινε η πράξη, δηλαδή ότι μετά την πρόταση που δέχτηκε η γυναίκα υπήρξε ερωτική συνεύρεση με αυτόν που κατονομάζεται ως ‘αφεντικό’ του κατηγορουμένου. Έτσι δεν υπήρχε αδίκημα. Εάν προέκυπτε ραντεβού με το ‘αφεντικό’, για παράδειγμα κάποιον προϊστάμενο του κατηγορουμένου στην ΕΛ.ΑΣ., τότε θα γινόταν έρευνα καθώς και ο πελάτης φέρει ποινικές ευθύνες σε αυτές τις περιπτώσεις».
Ο κατηγορούμενος αστυνομικός υπηρετούσε στις πεζές περιπολίες στο κέντρο της Αθήνας. Το σπίτι όπου σύμφωνα με την καταγγελία γίνονταν οι βιασμοί είναι δίπλα στο Εφετείο Αθηνών και σε κοντινή απόσταση από τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής. Η γυναίκα από το Καμερούν είχε έρθει στην Ελλάδα πριν από περίπου 2,5 χρόνια μέσω ενός κυκλώματος δουλεμπόρων που τη μετέφερε μαζί με άλλους πρόσφυγες και μετανάστες στη χώρα μας μέσω Τουρκίας. Στη συνέχεια, υπέβαλε αίτημα για άσυλο, ενώ εγκαταστάθηκε σε σπίτι στην Αθήνα.
Τους τελευταίους τρεις μήνες συζούσε με τον αστυνομικό στο διαμέρισμα του τελευταίου. Όπως φέρεται να είπε στους αστυνομικούς, παρότι εκδιδόταν για πολύ καιρό έναντι αμοιβής τα μόνα χρήματα που είχε στην κατοχή της ήταν περίπου 800 ευρώ και τίποτε άλλο. Και αυτό γιατί τις εισπράξεις τις κρατούσε ο αστυνομικός.
Το χρονικό
Οι «αδιάφθοροι» της Αστυνομίας εντόπισαν και πέρασαν χειροπέδες στον υπαρχιφύλακα (πρώην ειδικό φρουρό) την περασμένη Κυριακή.
Την ίδια ημέρα εμφανίστηκε αυτοβούλως στις Εσωτερικές Υποθέσεις η εκδιδόμενη γυναίκα από το Καμερούν, η οποία παρουσία πραγματογνώμονα – ψυχολόγου, κατήγγειλε ότι τουλάχιστον κατά την τελευταία διετία, ο αστυνομικός χρησιμοποιώντας απειλές καθώς και ψυχολογική και σωματική βία, προέβαινε συστηματικά στον βιασμό της, ενώ την εξέδιδε έναντι αμοιβής, παρακρατώντας για τον ίδιο χρηματικά ποσά.
Πιο αναλυτικά, ο αστυνομικός εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του, καθώς και το γεγονός ότι εκτελούσε υπηρεσία στην ίδια περιοχή όπου δραστηριοποιούνταν η καταγγέλλουσα, αρχικά την προσέγγισε με το πρόσχημα της παροχής προστασίας, ενώ στη συνέχεια, στο πλαίσιο της μεταξύ τους συμβίωσης, απαιτούσε και αποσπούσε μέρος ή ολόκληρες τις εισπράξεις της.
Μάλιστα, για να επιτύχει τον σκοπό του, είχε υποσχεθεί ότι θα την παντρευτεί, ώστε να εξασφαλίσει τη μόνιμη διαμονή της στην Ελλάδα.
Το θύμα κατήγγειλε ότι ο κατηγορούμενος εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του και την εκτέλεση υπηρεσίας στην περιοχή όπου εκδιδόταν η καταγγέλλουσα, αρχικά την προσέγγισε αναφέροντάς της την αναγκαιότητα προστασίας της από τον ίδιο. Σταδιακά και αφού αποφάσισαν να συμβιώσουν, άρχισε να της απαιτεί την παράδοση στον ίδιο, χρηματικών ποσών από την εργασία της ως εκδιδόμενη. Για την επίτευξη του σκοπού του, ο συλληφθείς, σύμφωνα με την καταγγέλλουσα, άλλοτε χρησιμοποιούσε σωματική βία σε βάρος της και άλλοτε την απειλούσε ότι, αν δεν υπακούσει στις υποδείξεις και στις απαιτήσεις του, θα συλληφθεί, θα απελαθεί, θα εγκλειστεί σε ψυχιατρείο ή θα τη σκοτώσει. Μάλιστα, προκειμένου να αποσπάσει τη συναίνεσή της για να του παραδίδει μέρος ή ολόκληρες τις εισπράξεις από τη συνεύρεσή της με πελάτες, της υποσχέθηκε, όπως αποδείχθηκε ψευδώς, ότι θα την παντρευτεί ώστε να εξασφαλιστεί η μόνιμη διαμονή της στην Ελλάδα και η μόνιμη «προστασία» του.
Προ μίας εβδομάδας περίπου, όταν έλαβε χώρα η τελευταία χρονικά απόπειρα βιασμού της, εξωθήθηκε σε απόπειρα αυτοκτονίας, απειλώντας να πηδήξει από το μπαλκόνι του 3ου ορόφου της οικίας όπου διέμεναν, με αποτέλεσμα την υπαναχώρηση του αστυνομικού. Τα καταγγελλόμενα επιβεβαίωσαν μάρτυρες οι οποίοι διατηρούσαν φιλικές σχέσεις με την καταγγέλλουσα. Από στιγμιότυπα βιντεοληπτικού υλικού προκύπτει ο συλληφθείς να μεταφέρει με το ιδιωτικό του όχημα την καταγγέλλουσα από και προς το σημείο που εκδιδόταν στο κέντρο της Αθήνας, ενώ φαίνεται να του παραδίδει άγνωστο χρηματικό ποσό.
Για τον τερματισμό της παράνομης δράσης του, οργανώθηκε αστυνομική επιχείρηση, κατά την οποία ο αστυνομικός συνελήφθη αφού προηγουμένως είχε παραλάβει από την καταγγέλλουσα το προσημειωμένο χρηματικό ποσό των 500 ευρώ.
Από την επακόλουθη έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην οικία τους, παρουσία δικαστικού λειτουργού, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν συσκευή κινητού τηλεφώνου και το χρηματικό ποσό των 3.850 ευρώ, από τα οποία τα 500 ήταν τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα, που ο κατηγορούμενος είχε ήδη τοποθετήσει σε ειδικά διαμορφωμένο σημείο απόκρυψης, εντός χώρου στον οποίο είχε αποκλειστική πρόσβαση.
Ο συλληφθείς, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος του οδηγήθηκε στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή και παραπέμφθηκε σε Ανακριτή.