Σύμφωνα με τη New York Post, η 23χρονη σκότωσε τη μητέρα της γιατί είχε ανακαλύψει το μυστικό της, ότι δηλαδή, την είχαν διώξει από το Πανεπιστήμιο όπου φοιτούσε.
Η Σίντνεϊ Πάουελ από το Άκρον κρίθηκε ένοχη για δολοφονία, κακουργηματική επίθεση και αλλοίωση αποδεικτικών στοιχείων για τον βάναυσο θάνατο της 50χρονης μητέρας της, Μπρέντα Πάουελ.
«Τον Μάρτιο του 2020, η Σίντνεϊ χτύπησε την Μπρέντα στο κεφάλι με ένα σιδερένιο τηγάνι και στη συνέχεια τη μαχαίρωσε σχεδόν 30 φορές στο λαιμό», ανέφερε ο εισαγγελέας.
Η Πάουελ, πρώην φοιτήτρια του Πανεπιστημίου Mount Union, έκλαιγε με λυγμούς στην αίθουσα του δικαστηρίου όταν οι ένορκοι την έκριναν ένοχη.
Η αστυνομία βρήκε την άτυχη γυναίκα μέσα στο σπίτι της σοβαρά τραυματισμένη στις 3 Μαρτίου 2020. Τόσο η ίδια όσο και η 19χρονη τότε κόρη της μετέβησαν στο νοσοκομείο, όπου η Μπρέντα υπέκυψε στα τραύματά της.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, η υπεράσπισή της υποστήριξε ότι η Σίντνεϊ έπασχε από σχιζοφρένεια και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη για τη δολοφονία, με εμπειρογνώμονα να αναφέρει ότι η 23χρονη υπέστη ψυχωσικό επεισόδιο όταν σκότωσε τη μητέρα της, την οποία θεωρούσε καλύτερη φίλη της.
Ψυχίατρος που προσέλαβαν οι εισαγγελείς, διαφώνησε με τη διάγνωση και δήλωσε ότι η Σίντνεϊ δεν ήταν παράφρων τη στιγμή του εγκλήματος. Αναγνώρισε όμως ότι πάσχει από προβλήματα ψυχικής υγείας, συμπεριλαμβανομένων των οριακών χαρακτηριστικών προσωπικότητας, και αγχώδους διαταραχής. Ο Στίβεν Πάουελ, πατέρας της Σίντνεϊ και σύζυγος της Μπρέντα είχαν ζητήσει από τους εισαγγελείς να καταλήξουν σε λύση χωρίς δίκη. Αλλά η εισαγγελία δήλωσε ότι ήθελε να αποφασίσουν οι ένορκοι. «Την μαχαίρωσε στον λαιμό πολλές φορές. Αυτό είναι σκόπιμο. Είναι ξεκάθαρο ότι ήθελε να τη σκοτώσει».
Ο συνήγορος υπεράσπισης αρνήθηκε να σχολιάσει μετά την ετυμηγορία. Η καταδίκη της Πάουελ έχει προγραμματιστεί για τις 28 Σεπτεμβρίου. Κινδυνεύει με ισόβια κάθειρξη με πιθανή αναστολή μετά από 15 χρόνια και επιπλέον χρόνο για την καταδίκη της για παραποίηση στοιχείων.