Latest News

Πέμπτη 20 Ιουλίου 2023

Η Ελλάδα παραδέχεται εσωτερική έρευνα στο λιμενικό για push back

 
Η κρίση μεταξύ της ευρωπαϊκής συνοριακής υπηρεσίας Frontex και των ελληνικών σωμάτων ασφαλείας, σ
υνεχίζεται... σύμφωνα με δημοσίευμα της ισπανικής El Pais. 

Η Ελλάδα παραδέχεται για πρώτη φορά ότι έχει ανοίξει εσωτερική έρευνα για τον εντοπισμό πιθανών παραβιάσεων από την ακτοφυλακή της, αλλά ταυτόχρονα απορρίπτει κάθε ευθύνη σε ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα επεισόδια αναγκαστικών επιστροφών στη θάλασσα που αποκαλύφθηκαν μέχρι στιγμής. 

Αυτό προκύπτει από επιστολή στην οποία είχε πρόσβαση η ισπανική εφημερίδα, την οποία απέστειλε ο Δημήτριος Μάλλιος, προϊστάμενος του Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων/Α.Ε.Α., απευθυνόμενη στον εκτελεστικό διευθυντή της Frontex, Χανς Λέιτενς. 

Η επιστολή, με ημερομηνία 14 Ιουλίου στην Αθήνα, είναι η απάντηση στις εξηγήσεις που ζητά ο ίδιος ο Λέιτενς σε σχέση με δύο περιστατικά με σκάφη μεταναστών στη Λέσβο.

Το πρώτο περιστατικό που λαμβάνει χώρα την 11η Μαΐου, αφορά 12 πρόσφυγες από τη Σομαλία, την Ερυθραία και την Αιθιοπία, μεταξύ των οποίων παιδιά και ένα μωρό έξι μηνών, οι οποίοι εγκαταλείφθηκαν σε μια σωσίβια λέμβο αφού αναγκάστηκαν να επιβιβαστούν σε περιπολικό σκάφος της Ελληνικής Ακτοφυλακής. Η σειρά των γεγονότων καταγράφηκε και δημοσιεύτηκε από τους New York Times και θεωρείται από τις ελληνικές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως η πιο κραυγαλέα απόδειξη μιας συστηματικής πρακτικής που καταγγέλλουν από το 2020.

Η ελληνική αρχή διαβεβαιώνει στην επιστολή ότι οι υφισταμένοι της έχουν ήδη στείλει όλες τις πληροφορίες που έχουν στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και ότι έχει κινηθεί εσωτερική πειθαρχική διαδικασία για τη διαπίστωση πιθανών εγκλημάτων από τους λιμενικούς που εμπλέκονται στα επεισόδια. Είναι η πρώτη φορά που η Ελληνική Ακτοφυλακή αναφέρει μια πιθανή διαδικασία επιβολής κυρώσεων που δεν είχε προηγουμένως δημοσιοποιήσει. Ούτε η ελληνική εισαγγελία έχει αναφέρει καμία αυτεπάγγελτη έρευνα.

Ο κ. Μάλλιος υποστηρίζει επίσης ότι η Ελληνική Εθνική Αρχή Διαφάνειας διεξάγει ανεξάρτητη έρευνα. Πρόκειται για ένα όργανο που έχει επιφορτιστεί από τον Νοέμβριο του 2022 με τη διερεύνηση πιθανών νομικών παραβιάσεων στα σύνορα, κατόπιν αιτήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και υποψιών που εγείρονται σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης ότι οι απωθήσεις είναι σύνηθες φαινόμενο στο Αιγαίο.

Το δεύτερο περιστατικό που αναφέρεται στην επιστολή, σύμφωνα πάντα με την El Pais, είναι αυτό ενός σκάφους που μετέφερε 17 Αφγανούς μετανάστες στις 22 Απριλίου. Μια λαστιχένια λέμβος εντοπίστηκε στα ελληνικά ύδατα, τόσο από πορτογαλικό περιπολικό σκάφος για λογαριασμό της Frontex όσο και από το ελληνικό λιμενικό. Λίγες ώρες αργότερα, οι Αφγανοί πρόσφυγες παρελήφθησαν από την τουρκική ακτοφυλακή στα χωρικά τους ύδατα. Μια ΜΚΟ διέψευσε τα γεγονότα ενώπιον του Ευρωπαϊκού Οργανισμού και στη συνέχεια το Γραφείο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του εν λόγω φορέα άνοιξε έρευνα, η οποία οφειλόταν σε «καταγγελίες για μη συμμόρφωση με τα θεμελιώδη δικαιώματα από το Λιμενικό Σώμα Ελληνικής Ακτοφυλακής».

Η έρευνα της Frontex για αυτό το περιστατικό κατέληξε ότι ούτε η υπηρεσία ούτε η ακτοφυλακή έκαναν ελιγμούς εναντίον του προσφυγικού πλοίου, αλλά παρόλα αυτά υπήρξαν παρατυπίες: τόσο η Frontex όσο και η Ελλάδα απέκρυψαν την ανακάλυψη του πλοίου.

Ο Πορτογάλος που κυβερνούσε το περιπολικό σκάφος της Frontex κατηγόρησε τον Έλληνα συνάδελφό του ότι του ζήτησε να φύγει χωρίς να αφήσει στοιχεία. Η Ελλάδα αρνείται κατηγορηματικά αυτούς τους ισχυρισμούς στην απάντησή της, χαρακτηρίζοντας τους «εντελώς αβάσιμους». Επιπλέον, η Αθήνα εκφράζει την επιθυμία να συνεχιστεί η συνεργασία με τη Frontex: «Θα θέλαμε να επαναλάβουμε τη δέσμευση των ελληνικών αρχών να συνεχίσουν να συνεργάζονται καλή τη πίστη με τον Οργανισμό».

Εκτός από το Γραφείο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Frontex και την έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης Απάτης, επιστροφές από την Ελλάδα στην Τουρκία έχουν καταγγελθεί ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, έχουν ερευνηθεί από ελληνικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης και εξονυχιστικά από οργανώσεις όπως η UNHCR, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ή η Διεθνής Αμνηστία. Ωστόσο, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη συνεχίζει να αρνείται ότι γίνονται της, εμποδίζοντας τη σχέση της Frontex με τους Έλληνες εταίρους της.

Ανθρώπινα δικαιώματα

Μέλος οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του διαβεβαιώνει την ισπανική εφημερίδα ότι το Γραφείο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Frontex είχε συναντήσεις με διάφορες ελληνικές οργανώσεις που ασχολούνται με τα δικαιώματα των προσφύγων. Κατά τη διάρκεια αυτών των συναντήσεων, στελέχη της Frontex ενδιαφέρθηκαν για τους ισχυρισμούς κατά του Λιμενικού Σώματος και συνέλεξαν πληροφορίες για διάφορα περιστατικά όπου η Ελληνική Ακτοφυλακή είναι ύποπτη για παράνομες επιστροφές.

Υπάρχει πιθανότητα η Frontex να αποσυρθεί από την Ελλάδα λόγω αυτών των υποτιθέμενων παρατυπιών. Αυτό θα ήταν μια τεράστια οπισθοδρόμηση, διότι θα σήμαινε όχι μόνο παύση των εργασιών του οργανισμού, αλλά και διακοπή της χρηματοδότησης και απόσυρση όλων των περιουσιακών στοιχείων. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, πλοία, υπερσύγχρονα συστήματα επιτήρησης ή drones.

Στην επιστολή του ο αρχηγός της ελληνικής συνοριακής αστυνομίας τονίζει ότι είναι σκόπιμο να διατηρηθεί η συνεργασία. «Η υποστήριξη της Frontex στις εθνικές αρχές διαδραματίζει βασικό ρόλο στην προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, τα οποία πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω, δεδομένης της πρόσφατης αύξησης της πίεσης στην οδό της Ανατολικής Μεσογείου», αναφέρει.

Στις 4 Ιουλίου, ο επικεφαλής της Frontex υποστήριξε ενώπιον της Επιτροπής Δικαιοσύνης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι η απόφαση για αναστολή της δραστηριότητας στην Ελλάδα θα επηρέαζε την «ικανότητά της να σώσει ζωές» και ως εκ τούτου «πρέπει να εξεταστεί». Σύμφωνα με τη Frontex, 518 αξιωματικοί της έχουν αναπτυχθεί αυτή τη στιγμή στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά.

Από τότε που ανέλαβε την εξουσία το 2019, ο Έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τηρεί σκληρή στάση για τη μετανάστευση, παρά την κριτική από ανθρωπιστικές ομάδες, ιδρύοντας στρατόπεδα προσφύγων και αυξάνοντας την επιτήρηση των συνόρων, καταλήγει το δημοσιεύμα.