Το κύκλωμα αποτελούνταν από δύο εγκληματικές οργανώσεις, με δράση στην Ελλάδα και την Κολομβία, που προέβαιναν σε εμπορία ανθρώπων- κυρίως γυναικών που προέρχονταν από τη Λατινική Αμερική- τουλάχιστον από τον Ιούλιο του 2020, με σκοπό την οικονομική και γενετήσια εκμετάλλευσή τους, σε οίκους ανοχής στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη.
Κατά τη διάρκεια της αστυνομικής επιχείρησης συνελήφθησαν 11 μέλη του κυκλώματος, ενώ έγινε έλεγχος και σε 13 οίκους ανοχής, όπου συνελήφθησαν 11 γυναίκες. Άλλα τέσσερα άτομα συμπεριλήφθηκαν στη δικογραφία και αναζητούνται.
Σε βάρος των συλληφθέντων σχηματίστηκε δικογραφία για τα- κατά περίπτωση- αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, της εμπορίας ανθρώπων, της παραβίασης σφραγίδων που έθεσε η Αρχή, της πρόληψης και καταστολής από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, της προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για παράβαση των νόμων για τα ναρκωτικά και τα όπλα.
Σε ό,τι αφορά τις 51 γυναίκες που διασώθηκαν, οι 48 είναι από την Κολομβία, οι δύο από τη Βενεζουέλα και η μία από την Αλβανία. Μετά την εξάρθρωση του κυκλώματος μεταφέρθηκαν σε ξενώνες, μέχρι να ολοκληρωθεί ο επαναπατρισμός τους, κατόπιν επιθυμίας τους, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ.
Κύκλωμα εμπορίας ανθρώπων: Απειλές, εξευτελισμοί και πρόστιμα
Το κύκλωμα εμπορίας ανθρώπων είχε δημιουργήσει ένα δίκτυο που εντόπιζε γυναίκες και τις έπειθε να ταξιδέψουν στην Ελλάδα, δίνοντάς τους ψεύτικες υποσχέσεις για δουλειά με υψηλές απολαβές και σε καλές συνθήκες. Στη συνέχεια, εγκαθιστούσαν τις γυναίκες σε διαμερίσματα και τις μετέφεραν σε οίκους ανοχής, όπου τις εκμεταλλεύονταν καθημερινά.
«Χαρακτηριστικό της σκληρότητας με την οποία φέρονταν στις γυναίκες ήταν ότι όταν αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας ή κατά την εμμηνορρυσία, προέβαιναν σε απειλές σε βάρος τους, με αφαίρεση των ταξιδιωτικών τους εγγράφων, εξευτελισμούς και την επιβολή προστίμων ύψους 100 ευρώ», δήλωσε ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, ταξίαρχος Ιωάννης Σκούρας.
Για τη νομιμοποίηση των εσόδων τους, τα μέλη του κυκλώματος είχαν συστήσει τρεις εταιρείες, προσπαθώντας να αποκρύψουν την προέλευση των χρημάτων που ξόδευαν, κάνοντας πολυτελή ζωή. Συνδρομή στην επιχείρηση για την εξάρθρωση του κυκλώματος εμπορίας ανθρώπων παρείχε η Interpol, η ισπανική αστυνομία, η αμερικανική πρεσβεία αλλά και ΜΚΟ που ειδικεύονται στην προστασία θυμάτων εμπορίας ανθρώπων.
Ο ρόλος που είχε το κάθε μέλος του κυκλώματος
Η πρώτη εγκληματική οργάνωση του κυκλώματος εμπορίας ανθρώπων απαρτιζόταν από εννιά άτομα. Διατηρούσαν 12 οίκους ανοχής, οι 10 στην Αττική και οι δύο στη Θεσσαλονίκη, αλλά και πέντε διαμερίσματα όπου μετέφεραν τα θύματά τους.
Εξανάγκαζαν τις γυναίκες να εκδίδονται στους οίκους ανοχής έναντι 50 ευρώ, με πρόσχημα την ύπαρξη τεράστιου χρέους- από 2.600 έως 2.800 ευρώ- ενώ τους έπαιρναν τα περισσότερα χρήματα. Τα κέρδη ξεπερνούσαν τις 160.000 ευρώ τον μήνα, από τα οποία τα 130.000 ήταν από τους οίκους ανοχής στην Αττική.
Τα δύο αρχηγικά μέλη διηύθυναν την εγκληματική οργάνωση, έλεγχαν τα μέλη της, έδιναν την τελική έγκριση για τη στρατολόγηση γυναικών, καθόριζαν το χρέος της κάθε μίας, ήταν ιδιοκτήτες των οίκων ανοχής, διαχειρίζονταν τα παράνομα κέρδη και οργάνωναν τη νομιμοποίησή τους.
Σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα μέλη, τους είχαν ανατεθεί συγκεκριμένοι ρόλοι. Τρεις ήταν οι στρατολόγοι, ένας ταμίας, τρεις υπεύθυνοι οίκων ανοχής, τέσσερις οδηγοί, μία επιτηρήτρια, ενώ υπήρχε και ένας «αχυράνθρωπος», ο οποίος εμφανιζόταν ως διαχειριστής των εταιρειών μέσω των οποίων το κύκλωμα νομιμοποιούσε τα έσοδά του.
Η δεύτερη εγκληματική οργάνωση είχε τέσσερα μέλη, από τα οποία τα δύο αρχηγικά που είχαν οχτώ οίκους ανοχής στο κέντρο της Αθήνας. Τα άλλα δύο μέλη- που ήταν κοινά στις δύο εγκληματικές οργανώσεις- στρατολογούσαν τις γυναίκες, τις οποίες μετέφεραν αεροπορικώς στην Ελλάδα και τις εγκαθιστούσαν σε τρία διαμερίσματα στην Καλλιθέα.
Από εκεί τις μετέφεραν κάθε ημέρα στους οίκους ανοχής, έναντι 5 ευρώ ανά διαδρομή και τις εξανάγκαζαν να κάνουν δεκάδες «ραντεβού» κάθε ημέρα, για 20 ευρώ. Και σε αυτή την περίπτωση, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων το κρατούσε το αρχηγικό μέλος, με πρόσχημα ότι υπήρχε χρέος 1.600 ευρώ. Μάλιστα, αυτό μειωνόταν κατά 300 ευρώ στην περίπτωση που μία γυναίκα στρατολογούσε άλλη στην οργάνωση, η οποία νομιμοποιούσε τα έσοδα μέσω εταιρείας real estate.
Στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης έγιναν έρευνες σε 13 οίκους ανοχής και 10 σπίτια, όπου βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
- 13.450 ευρώ,
- 2 αυτοκίνητα και μοτοσικλέτα,
- μικροποσότητα χασίς,
- σιδερογροθιά και πτυσσόμενη ράβδος,
- δεκάδες κάμερες και καταγραφικά επιτήρησης.
- δεκάδες ηλεκτρονικές συσκευές (κινητά τηλέφωνα, φορητοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές).
- 2 καταμετρητές χρημάτων
- 10 χρηματοκιβώτια,
- πλήθος εγγράφων και ιδιόχειρων σημειώσεων αναφορικά με τη λειτουργία των οίκων ανοχής και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.