Τρία είναι τα πιθανά σενάρια της συντριβής του Canadair την ώρα που επιχειρούσε στη φωτιά στην Κάρυστο, στοιχίζοντας τη ζωή στους δύο χειριστές και βυθίζοντας στη θλίψη όλη η Ελλάδα... σύμφωνα με εμπειρογνώμονες και ειδικούς.
Τα εννέα μοιραία δευτερόλεπτα μετά την πρόσκρουση του δεξιού ακροπτερύγιου του μοιραίου Canadair στο δέντρο που είχε ως αποτέλεσμα να χάσει το αεροπλάνο τον πλωτήρα και στη συνέχεια να συντριβεί στο έδαφος, μπήκαν από την πρώτη στιγμή στο μικροσκόπιο των ερευνών.
Μάλιστα η διερεύνηση του δυστυχήματος δεν περιορίζεται μόνο στην εικόνα από το βίντεο ντοκουμέντο που ήρθε στο φως αλλά περιλαμβάνει και τις μαρτυρίες από γνώστες των αεροπορικών μέσων όπως αυτή του αντιπτεράρχου ε.α. Γεωργίου Γερούλη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας.
Μιλώντας στη Real News ο κ. Γερούλης ισχυρίζεται ότι δεν άκουσε τον κινητήρα να παρουσιάζει κάποια δυσλειτουργία και ότι δεν είχε χάσει την ισχύ του. «Οι κινητήρες δούλευαν. Δεν άκουσα κάποιο πρόβλημα αυξομείωσης. Ήταν σταθεροί οι κινητήρες μέχρι που έπεσε», είπε χαρακτηριστικά.
Το μειονέκτημα των Canadair
Oι εμβολοφόροι κινητήρες R2800 των CL-215 έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα ανθεκτικοί στον χρόνο, ωστόσο ένα από τα μειονεκτήματα που παρουσιάζουν είναι ότι σε ακραίες συνθήκες, όταν δέχονται θερμικά ρεύματα, καθώς μπορεί να παρουσιάσουν πτώση στην απόδοσή τους, με απώλεια ισχύος, η οποία μπορεί να οδηγήσει υπό προϋποθέσεις ακόμη και στο σβήσιμο.
Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, το Canadair μπορεί να πετάξει ακόμη και με τον έναν κινητήρα και το πλήρωμα να προσγειωθεί με ασφάλεια.
Ένα δεύτερο δεδομένο αφορά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες μπορούν να επιχειρήσουν τα Canadair πρώτης γενιάς. Με θερμοκρασία πίστας άνω των 38 βαθμών, τα CL-215 δεν μπορούν να απογειωθούν με πλήρες φορτίο καυσίμων. Άρα, δεν μπορούν να επιχειρήσουν για όσες ώρες είναι σχεδιασμένα. Γι’ αυτόν τον λόγο είχαν μετασταθμεύσει, από την 112 Πτέρυγα Μάχης στην Ελευσίνα, στην 111 Πτέρυγα Μάχης στη Νέα Αγχίαλο Βόλου. Το ότι μετά τη συντριβή δεν προκλήθηκε μεγάλης έκτασης πυρκαγιά οφείλεται στο γεγονός ότι είχε λίγα καύσιμα.
«Αδύνατο να αντιδράσουν»
Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι η πρόσκρουση ήταν αυτή που μπλόκαρε αρκετές από τις λειτουργίες του αεροσκάφους, κι υπάρχει κοινή πεποίθηση στις τάξεις της Πολεμικής Αεροπορίας ότι «ήταν αδύνατο να μπορέσουν να αντιδράσουν οι πιλότοι του Canadair».
Αμέσως μετά το χτύπημα στο δεξί φτερό και την απώλεια του πλωτήρα, φαίνεται να επηρεάζεται το δεξί πηδάλιο. Το Aileron του πτερυγίου φαίνεται κολλημένο στην πάνω θέση, ταυτόχρονα με το αριστερό, που επίσης έδειχνε να είναι πάνω.
Οπότε δεν ελέγχεται, είναι αδύνατον πλέον να στρίψει. Από τη στιγμή της πρόσκρουσης του ακροπτερυγίου στο δέντρο μέχρι τη συντριβή στο έδαφος μεσολαβούν ακριβώς εννέα δευτερόλεπτα. Εάν ήταν πιο ψηλά και με διαφορετική κλίση, ίσως τα πράγματα να μην είχαν αυτή την τραγική κατάληξη.
Το συγκεκριμένο Canadair που φέρει τον κωδικό 1055, ήταν από τη δεύτερη παρτίδα αεροσκαφών του τύπου, που αγοράστηκε το 1977. Η πρώτη παρελήφθη το 1975. Και αν το μείζον ερώτημα είναι εάν η απώλεια του πλωτήρα μετά το χτύπημα στο δέντρο ήταν καθοριστική για να διαγράψει τη μοιραία τροχιά ή εάν παρουσιάστηκε κάποιο άλλο πρόβλημα σε προγενέστερο χρόνο, είναι γεγονός ότι νωρίτερα στο σημείο το πλήρωμα είχε κάνει επαναλαμβανόμενες ρίψεις νερού και είχε επίγνωση της μορφολογίας του εδάφους.
Το κυρίαρχο σενάριο
Για τρία πιθανά έκανε λόγο μιλώντας στην εφημερίδα ο εμπειρογνώμονας αεροπορικών δυστυχημάτων, Φαίδων Καραϊωσηφίδης. Όπως υποστηρίζει, το βίντεο, παρότι είναι εξαιρετικά πολύτιμο, δείχνει τη μισή πορεία του αεροπλάνου.
«Ουσιαστικά δείχνει το σκέλος του τι συνέβη στο αεροπλάνο αφού χτύπησε στα δέντρα. Εκεί υπάρχει ένα κυρίαρχο σενάριο. Αν δει κανείς προσεκτικά το βίντεο, η ημιπτέρυγα έχει περάσει σχεδόν η μισή μέσα από τα φυλλώματα. Εκεί εικάζουμε ότι έπαθε βλάβη το πηδάλιο κλίσης, που βρίσκεται στο πίσω μέρος της ημιπτέρυγας, στο χείλος εκφυγής. Είναι μέρος των πηδαλίων ελέγχου», αναφέρει ο Φ. Καραϊωσηφίδης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, αν το πηδάλιο κλίσης καταστράφηκε ή μάγκωσε στη μέγιστη απόκλιση προς τα πάνω, που ήταν η θέση που είχε εκείνη τη στιγμή, θα υπήρχε εξήγηση γιατί το αεροπλάνο παίρνει αυτή τη σπειροειδή πορεία χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα του πληρώματος να ανακτήσει την πορεία του και να ανατρέψει την τροχιά που το οδήγησε σε συντριβή.
Ένα ακόμη σενάριο για την τραγική συντριβή αφορά τη συμπεριφορά του Canadair αμέσως μετά τη ρίψη νερού στην εστία φωτιάς. «Όταν αφήσει το νερό, το αεροπλάνο γίνεται πέντε τόνους ελαφρύτερο, απότομα, μέσα σε ενάμιση δευτερόλεπτο, και τινάζεται προς τα πάνω. Εκεί γίνεται η ανάκληση και προσπαθεί να κερδίσει ύψος. Είναι το σημείο εξόδου. Εκεί δεν φαίνεται να συμβαίνει αυτό και το αεροπλάνο συνεχίζει και στην πορεία του αμέσως μετά περνάει μέσα από τα δέντρα. Ήταν κακή η τοποθέτηση στην πύλη εισόδου, συνέβη κάτι άλλο; ‘Κράτησε ο ένας κινητήρας και έχασε ένα μεγάλο μέρος της ισχύος ή σταμάτησε;», αναρωτιέται ο εμπειρογνώμονας.
Ακόμα ο κ. Καραϊωσηφίδης αναφέρθηκε στα ανοδικά και στα καθοδικά ρεύματα που υπάρχουν στις φωτιές, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «ένα καθοδικό ρεύμα μπορεί να χτυπήσει το αεροπλάνο με πολύ μεγάλη δύναμη και να μειώσει το ύψος της πτήσης».