Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας, στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε στο Ζάππειο να δήλωσε πως τις τελευταίες μέρες σκέφτηκε πολύ το ποια θα είναι η τελική του απόφαση αναφορικά με το αν θα παραμείνει στην ηγεσία του κόμματος, αλλά στην πραγματικότητα η απόφαση ήταν μάλλον ειλημμένη ακριβώς μετά την σαρωτική νίκη της Νέας Δημοκρατίας στον (ουσιαστικό) πρώτο γύρο αυτής της εκλογικής αναμέτρησης.
Στην πραγματικότητα η παραίτηση του Τσίπρα ήταν μάλλον μονόδρομος. Για κάποιους τα πράγματα θα έπρεπε να έχουν αλλάξει από το 2019 όταν και η Νέα Δημοκρατία πέρασε πανεύκολα το εμπόδιο της κυβέρνησης Τσίπρα αλλά τότε υπήρχαν διάφορα ελαφρυντικά για το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έμεινε αναλλοίωτος: η κυβερνητική φθορά μιας ολόκληρης τετραετίας, η πολιτική ευθύνη για την Συμφωνία των Πρεσπών (που αν δεν την έπαιρνε η κυβέρνηση Τσίπρα θα έπρεπε να την πάρει εκείνη του Μητσοτάκη) και κυρίως, το «μάζεμα» της διαφοράς ανάμεσα στον πρώτο και τον δεύτερο «γύρο» εξαιτίας μιας θριαμβευτικής εμφάνισης του Τσίπρα σε μια συνέντευξη στο ΣΚΑΪ όπου πήγε με τις προβλέψεις να λένε πως θα εκτεθεί και έφυγε κατά δυο μονάδες… ψηλότερος. Η φετινή ήττα ωστόσο δεν μπορούσε να περάσει χωρίς αλλαγές.
Στην πραγματικότητα το χιλιοειπωμένο ερώτημα «υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ χωρίς την ηγεσία Τσίπρα;» αναποδογυρίστηκε λόγω αυτής της ήττας: πόσο ακόμα μπορεί να σταθεί ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Τσίπρα; Είναι άλλωστε δεδομένο πως η φανερή έλλειψη συγκεκριμένης φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την προεκλογική εκστρατεία χρεώνεται στον ίδιο τον Τσίπρα, που ποτέ δεν έκανε κατανοητό το τι ακριβώς εκπροσωπεί στην πολιτική σκηνή. Για τον Μητσοτάκη τα πράγματα ήταν πιο απλά: η τρομακτική άνοδος της ακροδεξιάς από τη μια μεριά και η δεδομένη ύπαρξη πολιτικών σχηματισμών αριστερά του, τον μετουσίωσε στο αυτονόητο κέντρο της πολιτικής σκηνής.
Ο Τσίπρας από την άλλη δεν κατάφερε ποτέ να βρει μια συγκεκριμένη θέση σε αυτό το άτυπο σχήμα: δεν καταγράφηκε ούτε ως συνδιεκδικητής του Μητσοτάκη για το κέντρο αλλά ούτε και ως η πιο αξιόπιστη λύση εξ’ αριστερών του. Το ακριβώς ανάποδο: οι μπερδεμένες προσπάθειές του να «ψαρέψει» κόσμο που σχηματικά καταγράφεται ως κεντροδεξιός είχε ως αποτέλεσμα να χάσει και πολλές αριστερές ψήφους που θεωρούσε πως είχε δεδομένες. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχασε απλά τις εκλογές. Έχασε και το κοινό του. Και καλώς ή κακώς, όταν στην πολιτική χρεώνεσαι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να συνεχίσεις να ηγείσαι ενός κόμματος.
Το πρόσωπο που θα κληθεί να αντικαταστήσει τον Αλέξη Τσίπρα στην ηγεσία του κόμματος έχει πολλή δουλειά. Οι προϋποθέσεις και τα χαρακτηριστικά μόνο απλά δεν είναι.
Συγκεκριμένα, θα πρέπει:
1ον, να είναι ένα πρόσωπο αναγνωρίσιμο αλλά όχι φθαρμένο, να έχει ένα παρελθόν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά να μην έχει ταυτιστεί με την πολιτική του διαδρομή.
2ον, να έχει την δυνατότητα να μιλήσει την αριστερή γλώσσα χωρίς να την κάνει να φαντάζει αντιθετικό του κοινοβουλευτικού ρεαλισμού, επαναφέροντας με αυτόν τον τρόπο το εκλογικό κοινό, που έφυγε απογοητευμένο από τον ΣΥΡΙΖΑ τα προηγούμενα χρόνια.
3ον και ως επέκταση του δεύτερου σημείου, να υπερασπιστεί την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο της κεντροαριστεράς, κάτι που πλέον αμφισβητείται ευθέως από το ΠΑΣΟΚ.
4ον, να απευθυνθεί εκ νέου στις κοινωνικές εκδοχές της Αριστεράς, δηλαδή στα συνδικάτα, τις κινήσεις πόλεις, τα περιβαλλοντικά κινήματα, τις αντιρατσιστικές οργανώσεις και πάει λέγοντας, κάνοντας κατανοητό πως παρά τα αποτελέσματα των εκλογών, η κυβέρνηση δεν θα έχει αντιπολίτευση μόνο από τον σκοταδιστικό χώρο δεξιά της.
5ον, να έχει τον χρόνο και την στήριξη να «χτίσει» σταδιακά το νέο προφίλ του ΣΥΡΙΖΑ που θα συνδυαστεί με κυβερνητική προοπτική, κάτι που είναι αδύνατο να συμβεί μέσα στην επόμενη τετραετία με την διαφορά που έχει εξασφαλίσει αυτή την στιγμή η Νέα Δημοκρατία.
Σε κάθε περίπτωση, το προσεχές μέλλον αναμένεται ιδιαίτερα ενδιαφέρον στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ.