Μπορεί να παρήλθε το τριήμερο εθνικό πένθος που είχε κηρυχθεί για το ναυάγιο της Πύλου, ωστόσο η θλίψη και η οδύνη παραμένουν, ενώ συνεχίζεται η έρευνα των αρχών για... τα αίτια.
Χθες δόθηκαν στην δημοσιότητα εικόνες τόσο από το σκάφος λίγο πριν από τη βύθιση όσο και από την επιχείρηση στο σημείο του ναυαγίου της Πύλου. Επιπλέον ομολόγησε ένας εκ των συλληφθέντων ότι είναι διακινητής.
Παράλληλα, πέραν των ερευνών και των πληροφοριών, συγκίνηση προκαλούν οι ανθρώπινες ιστορίες. Για παράδειγμα η συγκινητική ιστορία των δύο αδερφών που σφιχταγκαλιάστηκαν ανάμεσα από τα κάγκελα του λιμανιού της Καλαμάτας. Αλλά αυτή ήταν μονάχα μια από τις πολλές μικρές εικόνες στον απόηχο του ναυαγίου.
Ναυάγιο Πύλου: Η αγωνία των συγγενών
Η αγωνία των συγγενών είναι διάχυτη. Η μεσσηνιακή πρωτεύουσα έχει κατακλυστεί από συγγενείς των θυμάτων και των διασωθέντων που με μια φωτογραφία στο χέρι αναζητούν τους δικούς τους ανθρώπους. Κι όσο οι στιγμές, οι ώρες, οι μέρες περνούν και δεν έχουν κάποια ενημέρωση, η ελπίδα τους αργοσβήνει.
Κρατούσαν τα κινητά τους και έδειχναν φωτογραφίες των δικών τους ανθρώπων που γνώριζαν ότι είχαν επιβιβαστεί στο αλιευτικό σκάφος που βυθίστηκε, αλλά δεν είχαν ακόμη νέα τους. Ρωτούσαν συνεχώς τις λιμενικές αρχές με την ίδια αγωνία πάντοτε ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους.
Το δεύτερο βράδυ από την ημέρα που έγινε το ναυάγιο ο Ταχίρ Ραζάρ από το Πακιστάν που εδώ και χρόνια μένει στην Ελλάδα έφτασε στην είσοδο της αποθήκης στο λιμάνι της Καλαμάτας και ρωτούσε τις αρχές μήπως έχουν δει τον 18χρονο ξάδερφό του. Έδειχνε τη φωτογραφία του νεαρού συγγενή του από το Πακιστάν που έφυγε από τη χώρα του, πήγε στη Λιβύη και επιβιβάστηκε στο αλιευτικό σκάφος. «Ήθελε να φύγει από το Πακιστάν και να πάει στην Ιταλία. Δεν άντεχε άλλο την κατάσταση και τη φτώχεια στη χώρα του, μας έλεγε δεν αντέχεται άλλο, πρέπει να φύγουμε από εδώ», αναφέρει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, δείχνοντας τη φωτογραφία του ξαδέρφου του.
«Πλήρωσε 5.000 δολάρια για να φύγει να πάει να βρει δουλειά», εξηγεί. Μια μέρα πριν ταξιδέψει, επικοινώνησε με τους δικούς του και τους είπε «να κάνουν την προσευχή τους για να φτάσει». Δεν έφτασε ποτέ όμως. «Μίλησα με τους γονείς του προσπαθούσα να τους καθησυχάσω, αλλά δεν τον βρίσκουμε πουθενά», λέει ο Ταχίρ, αποχωρώντας περίλυπος.
Ναυάγιο Πύλου: Κλιμάκιο αναζητήσεων του Ερυθρού Σταυρού
Από την άλλη πλευρά, στο επιχειρησιακό κέντρο που είχε στηθεί με αφορμή το ναυάγιο στην Πύλο, κλιμάκιο του τομέα αναζητήσεων και αποκατάστασης οικογενειακών δεσμών του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού προσπαθούσε να βοηθήσει τους διασωθέντες να επικοινωνήσουν με κάποιο οικείο τους πρόσωπο. «Το βράδυ της Πέμπτης 15 Ιουνίου κάναμε πάνω από 78 τηλέφωνα. Όσοι είχαν διασωθεί και θυμούνταν κάποιο τηλέφωνο συγγενή τους απευθύνονταν σε εμάς για να μιλήσουν με τους δικούς τους. Οι κλήσεις διαρκούσαν περίπου 3 λεπτά ώστε να επικοινωνήσουν για να πουν ότι είναι καλά και σώοι», επισημαίνει η τομεάρχης αναζητήσεων και αποκατάστασης οικογενειακών δεσμών Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, Μαρία Λιανδρή.
«Εμείς δεν καταλαβαίνουμε τη γλώσσα , αποτυπώνονται όμως όλα τα συναισθήματα και στο πρόσωπο και στους ήχους, την ίδια ώρα που από την άλλη μεριά της γραμμής μπορεί να ακούσεις μία κραυγή χαράς, ένα κλάμα, μία φωνή. Συμμετέχεις. Είναι ανάμεικτα τα συναισθήματα. Αυτό που είναι κοινό και συζητούσαμε είναι ότι όλα τα πρόσωπα όταν έρχονται είναι κατηφή και όταν κλείνουν τα τηλέφωνα λάμπουν», περιγράφει η ίδια προσθέτοντας ότι το πιο δύσκολο κομμάτι είναι να μην θυμάται κάποιος το τηλέφωνο ή να μην μπορείς να πιάσει εύκολα γραμμή.
«Η επικοινωνία είναι ένα δικαίωμα όπως και να ψάχνουν και να αναζητούν οι άνθρωποι τους δικούς τους. Κι εμείς αυτή την υποχρέωση έχουμε να καλύπτουμε αυτό το δικαίωμα. Εμάς μας δηλώνουν ποιους θα καλέσουν και ρωτάμε και τη συγγένεια για να δούμε υποστηρικτικά μήπως χρειαστούμε. Οι πιο πολλοί κάλεσαν τα αδέρφια τους και τις μαμάδες τους», τονίζει.
Η Μαρία Λιανδρή μοιράστηκε την εικόνα από τον πρώτο άνθρωπο που προσπάθησε να μιλήσει με κάποιον δικό του. «Ο πρώτος που κάθισε για να μιλήσει φαινόταν ότι ήταν ταλαιπωρημένος. Ήταν πάρα πολύ ήσυχος και αμίλητος που φαινόταν σαν να μην έχει συναίσθημα μόλις μίλησε άρχισε να κλαίει. Ήταν τελείως άλλος άνθρωπος ήταν σαν να ξέσπασε», λέει και τονίζει ότι ήταν αρκετοί αυτοί που ξέσπασαν σε λυγμούς.
Στην αρχή, όπως αναφέρει, οι περισσότεροι νιώθουν μια αγωνία. Την ίδια αγωνία νιώθουν κι εκείνοι που μεσολαβούν για να μιλήσουν με τις οικογένειές τους. «Εμείς έχουμε πιο πολύ την ανάγκη να βρούμε τον δρόμο να καθοδηγήσουμε τους ανθρώπους για το τι πρέπει να κάνουν, ειδικά όταν πρόκειται για ένα τόσο μεγάλο δυστύχημα με τόσους νεκρούς και αγνοούμενους. Αυτό που είναι το πιο δύσκολο είναι να μπούνε τα πράγματα σε μια σειρά και να ξέρουν οι άνθρωποι που να ψάξουν και πως να ψάξουν οπότε εμείς αισθανόμαστε όλοι αυτή την πίεση», σημειώνει.
Καταλήγοντας αναφέρει ότι χρειάζεται να κοινοποιηθεί πως ο Ερυθρός Σταυρός είναι το ίδιο ακριβώς σε όλο τον κόσμο οπότε σε όποια χώρα και να είναι κάποιος μπορεί να απευθυνθεί στον αντίστοιχο Ερυθρό Σταυρό για να αναζητήσει κάποιο οικείο του πρόσωπο.