Με έγγραφο το οποίο αναγνώστηκε στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων η αστυνομία γνωστοποίησε στο δικαστήριο πως δεν εντόπισε την σύντροφο του Παύλου Φύσσα...
Η μάρτυρας είχε κληθεί από το δικαστήριο μετά από αίτημα της υπεράσπισης προκειμένου να καταθέσει στη δίκη της Χρυσής Αυγής για όσα είδε και έζησε το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα.
Σύμφωνα με το έγγραφο της αστυνομίας η μάρτυρας αναζητήθηκε σε επαρχιακή πόλη σε σπίτι συγγενικού προσώπου της αλλά δεν ανευρέθη ενώ αναζητήθηκε και στην Αττική αλλά επίσης δεν εντοπίστηκε.
Ο μη εντοπισμός της συντρόφου του δολοφονηθέντος μουσικού από τις αστυνομικός αρχές προκάλεσε την αντίδραση της υπεράσπισης του Νίκου Μιχαλολιάκου, με έναν εκ των συνηγόρων να λέει πως πρόκειται για «θέμα ουσίας» και να προσθέτει «δεν μπορεί το 2023 να κρύβεται ουσιώδης μάρτυρας.. Είναι εμπαιγμός! Δέκα χρόνια εμπαιγμός! Η μάρτυρας δεν κλήθηκε καν στις ειδικές ανακρίτριες».
«Σε ένα γραφείο καθόταν ο Ρουπακιάς, τον περάσαμε για αστυνομικό»
Έτσι στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε ένας από τους φίλους του Παύλου Φύσσα ο οποίος το μοιραίο βράδυ ήταν ανάμεσα στα άτομα της παρέας που χωρίστηκαν όταν ένιωσαν απειλή αφού ο μουσικός τους φώναξε: «Τώρα τρέχουμε». Οι φίλοι του Παύλου Φύσσα, όπως περιέγραψε ο μάρτυρας, κάλεσαν την αστυνομία και όταν οι αστυνομικοί έφτασαν πέρασαν χειροπέδες σε εκείνους και τους οδήγησαν στο αστυνομικό τμήμα Κερατσινίου στον ίδιο χώρο με τον καταδικασμένο για τη δολοφονία του μουσικού, Γιώργο Ρουπακιά.
«Σε ένα γραφείο καθόταν ο Ρουπακιάς, τον περάσαμε για αστυνομικό. Του ζητήσαμε και άδεια να καθίσουμε και μας την έδωσε κιόλας» κατέθεσε ο μάρτυρας και συνέχισε «Μας ρώτησε εάν έγινε διαπληκτισμός, εάν είμαστε πολιτικοποιημένοι, τι έγινε, γιατί μας έφεραν εδώ. Ήταν πολύ άνετος. Η μόνη στιγμή που αγχώθηκε ήταν όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο και μάθαμε για Παύλο. Τότε ζήτησε να τον μεταφέρουν».