Σύμφωνα με την απόφαση 56/2023 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, με πρόεδρο την κ. Ελ. Κατσαδήμα, μέλη τις κ. Αλ. Θεοφάνη και Ελ. Παπαδοπούλου, πρωτοδίκες), ο κ. Π. Πολάκης καταδικάστηκε να καταβάλει στον Γ. Παπαχρήστο το ποσό των 12.000 ευρώ πλέον των νόμιμων τόκων για αποδεδειγμένη βάναυση εξύβριση και συκοφαντική δυσφήμηση σε βάρος του δημοσιογράφου.
Η απόφαση τον υποχρεώνει επίσης να διαγράψει από τις σελίδες του στο facebook, την επίμαχη υβριστική, συκοφαντική και μειωτική της προσωπικότητας και της επαγγελματικής ιδιότητας του κ. Παπαχρήστου, ανάρτηση, καθώς και οποιαδήποτε περαιτέρω κοινοποίηση αυτής της ανάρτησης έχει πραγματοποιήσει.
Σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, σε περίπτωση που δεν το πράξει, το δικαστήριο τον καταδικάζει με χρηματική ποινή 5.000 ευρώ και προσωπική κράτηση 3 μηνών. Ο κ. Πολάκης καλείται επίσης να πληρώσει και μέρος των δικαστικών εξόδων που ανέρχονται σε 770 ευρώ.
Η υπόθεση, σύμφωνα με όσα έγραψε ο κ. Παπαχρήστος στη στήλη του στα «Νέα» ξεκίνησε «τον Οκτώβριο του 2020 με ένα κρεσέντο ύβρεων, χυδαίων χαρακτηρισμών και άθλιων επιθετικών προσδιορισμών, ο άνθρωπος αυτός, που σηματοδοτεί με την παρουσία του στο κοινοβούλιο μία από τις χειρότερες περιόδους του, ξεπέρασε κάθε όριο. Τόσο δε, που δεν είχα άλλη επιλογή, παρά να προσφύγω στη Δικαιοσύνη, παρότι απέφευγα συστηματικά όλα τα προηγούμενα χρόνια να μεταφέρω στα δικαστήρια μια αντιδικία μου με έναν πολιτικό.
Με ανάρτησή του στο Facebook (σε μία από αυτές τις συνήθως… μεταμεσονύκτιες) κατέφυγε σε έναν οχετό ύβρεων εναντίον μου, προκειμένου να απαντήσει σε σχόλιο της στήλης για την επικείμενη εκείνες τις ημέρες δίκη του με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρα. Και κατέστησε, έτσι, μονόδρομο πλέον την προσφυγή μου στη Δικαιοσύνη.
Την αγωγή εις βάρος του εκδίκασε τον Μάιο του 2022 το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Στο σκεπτικό της απόφασης, χαρακτηρίζεται «εξόχως υβριστική» η ανάρτηση του Πολάκη στο Facebook και τον καταδικάζει επειδή, όπως αναφέρεται σε αυτό, «πλήρως αποδείχθηκε ότι (η ανάρτηση…) βρίθει προσβλητικών χαρακτηρισμών, γνώριζε δε ο εναγόμενος ότι με τα δημοσιεύματα αυτά θα έθιγε την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος (…) και παρ’ όλα αυτά αποφάσισε να προβεί στην επίμαχη δημοσίευση. Συντρέχει επομένως ευθύνη του εναγόμενου για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του ενάγοντος του οποίου εθίγη η προσωπικότητα, η αξιοπρέπεια και η επαγγελματική του φήμη (…) Το δικαστήριο (στάθμισε…) τη βαρύτητα και τις συνθήκες τέλεσης της προσβολής, το μέγεθος, το είδος και την έκταση της προσβολής της τιμής και της υπόληψης του ενάγοντος όπως τα στοιχεία αυτά εξειδικεύονται από τον τρόπο διάδοσης των ισχυρισμών στο ιδιαίτερα δημοφιλές μέσο κοινωνικής δικτύωσης Facebook στον δημόσιο (ήτοι προσιτό σε κάθε χρήστη) προσωπικό λογαριασμό και σελίδα του εναγόμενου, τον απροσδιόριστο αριθμό των χρηστών που έλαβαν γνώση της ανάρτησης».