Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο δράστης κρίθηκε ένοχος για την τέλεση εγκληματικής πράξης σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και δεν του αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά.
Με βάση το σκεπτικό του δικαστηρίου, το έγκλημα διαπράχθηκε έξω από το αυτοκίνητο με δυο σπρωξίματα (το ένα στο αυτοκίνητο και το δεύτερο εκεί που βρέθηκαν τα προσωπικά αντικείμενα της Γαρυφαλλιάς). Το λεκτικό επεισόδιο μεταξύ των δυο ξεκίνησε μέσα στο αυτοκίνητο. Το δικαστήριο αποφάσισε ομόφωνα ότι τα τραύματα στο πρόσωπο του θύματος προέρχονται πιθανότατα πάλι από τον δράστη. Παράλληλα ο δράστης κατηγορείται ότι δεν έγινε άμεση προσπάθεια διάσωσης του θύματος. Τα λίγα ευρήματα που βρέθηκαν στο σημείο του εγκλήματος μαρτυρούν ότι έγινε πάλη μεταξύ των δυο πλευρών.
Το δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς των συνηγόρων υπεράσπισης περί μειωμένου καταλογισμού του δράστη, αν και παραδέχεται ότι επισκεπτόταν κάποιον ψυχίατρο, χωρίς όμως να παρουσιάσει ποτέ κατά την διάρκεια της ζωής του, κάποιο σοβαρό ψυχικό επεισόδιο.
«Ήταν μια εμβληματική δίκη. Δυστυχώς οι υπερασπιστικές επιλογές του κατηγορουμένου ήταν λάθος. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν επιλέγεις τις κωμικές δικαιολογίες. Ειδικά το ότι προσπαθούσε από την αρχή να πείσει ότι είναι σχιζοφρενής ήταν λάθος καθώς όσα έλεγε δεν επιβεβαιώνονται επιστημονικά με κορυφαία την κωμικοτραγική δικαιολογία ότι έβλεπε πουλιά να πετάνε. Η εισαγγελέας το είπε ευθέως ότι αυτό δεν προβλέπεται στις παραληρηματικές εκδηλώσεις της σχιζοφρένειας. Εύχομαι όταν θα βγει από τη φυλακή να έχει καταλάβει τι έχει κάνει» δήλωσε ο δικηγόρος της οικογένειας της Γαρυφαλλιάς, Αλέξης Κούγιας.