Μεταξύ άλλων, στη λίστα αναγράφονταν ονόματα πολιτικών, που οι ακροδεξιοί θεωρούσαν εχθρούς. Οι πληροφορίες αναφέρουν πως μετά την υλοποίηση του σχεδίου τους να εισβάλουν στο Κοινοβούλιο και να καταλάβουν την εξουσία, σκόπευσαν να τους απελάσουν ή ακόμα και να τους εκτελέσουν. Στους στόχους και ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, όπως ενημέρωσε τους New York Times πηγή με γνώση της υπόθεσης, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της.
Οι συνωμότες, όπως προκύπτει, ήθελαν να συλλάβουν βουλευτές και να εκτελέσουν τον καγκελάριο, ενώ θα ακολουθούσε επιχείρηση εκκαθάρισης του έθνους - δεν έχει διευκρινιστεί τι ακριβώς θα έκαναν.
Μεταξύ των 25 συλληφθέντων, είναι ο πρίγκιπας Ερρίκος XIII, μία πρώην βουλευτής του ακροδεξιού κόμματος AfD, εν ενεργεία στρατιωτικοί αλλά και ένας Ρώσος πολίτης. Εξετάζονται επιπλέον 27 άτομα ως ύποπτα. Η έρευνα είχε και προεκτάσεις στο εξωτερικό καθώς συλλήψεις υπήρξαν και σε Αυστρία και Ιταλία.
Κατά τα γερμανικά μέσα, η βουλευτής που αναμειγνύεται είναι η Μπριγκίτ Μάσλακ-Γουίνκεμαν, η οποία αναμενόταν να αναλάβει το υπουργείο Δικαιοσύνης. Μόλις τον περασμένο Οκτώβριο, δικαστικό συμβούλιο τής επέτρεψε να διατηρήσει τη θέση της ως δικαστής στο Βερολίνο, παρά τη διαμαρτυρία πολλών περιφερειακών δικαστικών Αρχών για τις ακροδεξιές απόψεις της.
Η γερμανική εφημερίδα Der Spiegel ανέφερε ότι έκανε τακτικά αναρτήσεις στο Telegram χρησιμοποιώντας το σύνθημα «WWG1WGA», το οποίο ανήκει στην ομάδα συνωμοσίας QAnon. Σημαίνει, «όπου πάει ένας, πάμε όλοι». Ωστόσο, σύμφωνα με εσωτερικό δικαστικό έλεγχο, οι αναρτήσεις της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν θεωρήθηκαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για τον αποκλεισμό της.
Όσον αφορά στον πρίγκιπα, πρόκειται για έναν 71χρονο γόνο ευγενών που ήλεγχαν μέρος της Θουριγγίας έως τις αρχές του 1900. Η οικογένειά του κρατά αποστάσεις εδώ και λίγο διάστημα, χαρακτηρίζοντάς τον «συνωμοσιολόγο» και «μπερδεμένο γέρο».
Ο 71χρονος φέρεται να επιχειρούσε να κάνει επαφές με εκπροσώπους της ρωσικής κυβέρνησης, μέσω της ρωσικής πρεσβείας στο Βερολίνο. Ένας Ρώσος πολίτης, ο Vitalia B. - δίδεται πάντα μόνο το μικρό όνομα των συλληφθέντων - θεωρείται πως τον βοηθούσε να δημιουργήσει δίκτυο επαφών με τη Μόσχα. Αλλά, οι Αρχές εξήγησαν πως δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι είχε λάβει θετική απάντηση από τη Ρωσία και τα άτομα που προσέγγισε.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, χαρακτήρισε την υπόθεση «εσωτερικό πρόβλημα της Γερμανίας». «Δεν μπορεί να γίνει λόγος για ρωσική ανάμειξη» τόνισε.
Η ομάδα σχεδίαζε σαμποτάζ στο δίκτυο ηλεκτροδότησης για την υποβοήθηση του σχεδίου, ενώ είχαν στη διάθεσή τους και δορυφορικά τηλέφωνα για να επικοινωνούν απερίσπαστα.
Δεν έχει γίνει γνωστό εάν η οργάνωση είχε τις ικανότητες να εκτελέσει μία τέτοιας κλίμακας επίθεση ή πόσο κοντά ήταν στην εκκίνηση των ενεργειών της, αλλά φαίνεται ότι είχε ήδη χάσει δύο ημερομηνίες κατά τις οποίες σκόπευε να την εξαπολύσει.
Πολλοί από τους συλληφθέντες είχαν στη διάθεσή τους βαρύ οπλισμό, επεσήμαναν οι διωκτικές Αρχές, που κάνουν λόγο για το πλέον θρασύ σχέδιο στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας.
«Είναι κλιμάκωση. Σχεδίαζαν να εισβάλουν στο Βερολίνο και να αναλάβουν μέρος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης» δήλωσε ο Στέφαν Κράμερ, επικεφαλής των εσωτερικών μυστικών υπηρεσιών του κρατιδίου της Θουριγγίας, όπου πραγματοποιήθηκαν αρκετές από τις εφόδους. «Στο σχέδιό τους να ανατρέψουν την κυβέρνηση, ήταν πρόθυμοι να δεχτούν θανάτους».
Οι διωκτικές Αρχές ανέφεραν πως η ομάδα είχε συσταθεί πέρσι και ήταν επηρεασμένη από την ιδεολογία της ομάδας συνωμοσίας QAnon και μιας ακροδεξιάς γερμανικής ομάδας που ονομάζεται Reichsbürger ή «Πολίτες του Ράιχ», η οποία πιστεύει ότι η Δημοκρατία της Γερμανίας μετά τον B' Παγκόσμιο Πόλεμο δεν είναι μια κυρίαρχη χώρα αλλά μια εταιρεία που δημιουργήθηκε από τους νικητές Συμμάχους.
Για χρόνια, η Reichsbürger δεν απασχολούσε ιδιαίτερα καθώς αποτελούνταν από ένα διασκορπισμένο δίκτυο περίπου 20.000 ατόμων και μοιραζόταν παράξενες θεωρίες συνωμοσίας.
«Θεωρούνταν πως μόνο ένα μικρό ποσοστό τους ήταν ακροδεξιοί εξτρεμιστές. Ήταν λάθος και τώρα βλέπουμε πόσο λανθασμένο είναι να υποβαθμίζεις τον κίνδυνο» δήλωσε ο Χάγιο Φούνκε, πολιτικός επιστήμονας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, ο οποίος επικεντρώνεται στους ακροδεξιούς εξτρεμιστές.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, και ειδικά στην περίοδο της πανδημίας απέκτησε νέα δυναμική και ανέπτυξε στρατιωτικό βραχίονα, που επιχειρούσε να στρατολογήσει αστυνομικούς και στρατιωτικούς, αλλά και πολιτικό βραχίονα, το οποίο αποκαλούσε συμβούλιο. Επρόκειτο για μία σκιώδη κυβέρνηση η οποία επρόκειτο να εγκαταστήσει στο Βερολίνο.
«Ο στρατιωτικός βραχίονας θα έχτιζε τον νέο γερμανικό στρατό, αποτελούμενο από "εταιρείες εσωτερικής ασφάλειας" που δεν είχαν επιλεχθεί» διευκρίνισε ο γενικός εισαγγελέας Πέτερ Φρανκ. «Τα μέλη της οργάνωσης γνώριζαν πως οι στόχοι τους μπορεί να επιτευχθούν με τη χρήση στρατιωτικών μέσων και βίας κατά κρατικών εκπροσώπων» προσέθεσε, εξηγώντας πως «αυτό περιελάμβανε, επίσης, την ανάθεση δολοφονιών».