Η εξέταση ανιχνεύει μία πρωτεΐνη που προέρχεται από τον εγκέφαλο και είναι ειδική για τη νόσο Αλτσχάιμερ...
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η εξέτασή τους θα μπορούσε να αντικαταστήσει τη μαγνητική τομογραφία και το PET scan και να συμβάλλει στην πρώιμη διάγνωση της νόσου.
Επιστήμονες στις ΗΠΑ ανέπτυξαν μία εξέταση αίματος που μπορεί να ανιχνεύει τη νόσο Αλτσχάιμερ δίχως την ανάγκη για απεικονιστικές εξετάσεις ή για παρακέντηση στη σπονδυλική στήλη.
Η δοκιμή της εξέτασης στους πρώτους 600 ασθενείς ήταν επιτυχημένη. Ωστόσο θέλουν να επαληθεύσουν τα ευρήματά τους σε μεγαλύτερο αριθμό πασχόντων, διαφόρων εθνικοτήτων, πριν αρχίσει η ευρεία εφαρμογή της.
Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η πιο συχνή αιτία άνοιας, αλλά η διάγνωσή της δεν είναι απλή, ιδίως κατά τα πρώιμα στάδιά της. Η διάγνωση συμπεριλαμβάνει κλινική και νευρολογική εκτίμηση του ασθενούς, καθώς και διάφορες εξετάσεις. Την οριστική απάντηση για το αν πρόκειται για νόσο Αλτσχάιμερ δίνουν τρεις χαρακτηριστικοί δείκτες:
- Η παθολογική συσσώρευση δύο πρωτεϊνών (λέγονται β-αμυλοειδές και ολική ταυ ή Tau) στον εγκέφαλο
- Η νευροεκφύλιση (η προοδευτική, αργή απώλεια νευρικών κυττάρων σε ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου)
Οι δείκτες αυτοί αξιολογούνται με απεικονιστικές εξετάσεις εγκεφάλου (π.χ. μαγνητική τομογραφία) και παρακέντηση στη σπονδυλική στήλη (οσφυονωτιαία παρακέντηση). Με την παρακέντηση λαμβάνεται δείγμα από το υγρό (λέγεται εγκεφαλονωτιαίο υγρό ή ΕΝΥ) που περιβάλλει τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό. Στο ΕΝΥ μετρώνται τα επίπεδα του β-αμυλοειδούς και της ολικής πρωτεΐνης ταυ.
Η ανάπτυξη μιας αξιόπιστης εξέτασης αίματος που θα μπορούσε να μειώσει την ανάγκη για απεικονιστικές εξετάσεις θα ήταν σημαντικό βήμα προόδου, δήλωσε στον Guardian ο επικεφαλής ερευνητής Dr. Thomas Karikari, επίκουρος καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, στην Πενσυλβάνια.
«Πολλοί ασθενείς, ακόμα και στις ΗΠΑ, δεν έχουν άμεση πρόσβαση στους μαγνητικούς τομογράφους και τους τομογράφους εκπομπής ποζιτρονίων (PET scan)», είπε. «Η προσβασιμότητα είναι μεγάλο θέμα. Μια εξέταση αίματος είναι φθηνότερη, ασφαλέστερη και πιο εύκολη στην εφαρμογή της. Μπορεί να βελτιώσει την διάγνωση, αλλά και την επιλογή των ασθενών που θα συμμετάσχουν στις κλινικές μελέτες».
Η νέα εξέταση
Ο Dr. Karikari και ομάδα επιστημόνων από Σουηδία, Βρετανία και Ιταλία συνεργάστηκαν για να αναπτύξουν μία εξέταση αίματος που θα βασίζεται σε αντισώματα και θα ανιχνεύει μία συγκεκριμένη μορφή της πρωτεΐνης ταυ. Η μορφή αυτή λέγεται προερχόμενη από τον εγκέφαλο πρωτεΐνη Ταυ (brain-derived tau – BDT) και είναι ειδική για τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Οι ερευνητές δοκίμασαν την εξέτασή τους σε 600 πάσχοντες από ποικίλα στάδια της νόσου. Όπως διαπίστωσαν, τα επίπεδα της BDT συσχετίζονταν με ακρίβεια με τα επίπεδα της ολικής ταυ στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Μπορούσαν επίσης να διαχωρίσουν με αξιοπιστία τη νόσο Αλτσχάιμερ από άλλες νευροεκφυλιστικές παθήσεις.
Επιπλέον, συσχετίζονταν ισχυρά και με τη σοβαρότητα των πλακών του β-αμυλοειδούς και της ολικής ταυ στον εγκεφαλικό ιστό ασθενών, που είχαν πεθάνει από τη νόσο.
Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση Brain. Το επόμενο βήμα της έρευνας είναι να επαληθευτούν τα ευρήματα σε μεγαλύτερο αριθμό ασθενών, λένε οι ερευνητές. Μεταξύ αυτών θα συμπεριλαμβάνονται άτομα διαφόρων εθνικοτήτων και με ποικίλα στάδια απώλειας μνήμης, καταλήγουν.