Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ πραγματοποίησαν τη μεγαλύτερη μελέτη σε πραγματικές συνθήκες για να εξετάσουν τον αντίκτυπο των ετικετών στις αγορές τροφίμων και ποτών.
Το πείραμά τους έλαβε χώρα σε 10 καφετέριες στο χώρο εργασίας στην Αγγλία σε μια περίοδο 12 εβδομάδων.
Κατά τη διάρκεια της μελέτης, τοποθετήθηκαν ετικέτες με πληροφορίες για τις θερμίδες και το ισοδύναμο της σωματικής δραστηριότητας που απαιτείται για να τις «κάψει» κάποιος, σε ορισμένα τρόφιμα και ποτά, όπως ζεστά γεύματα, σάντουιτς, αναψυκτικά και επιδόρπια.
Συγκεκριμένα, οι ετικέτες έδειχναν πόσα λεπτά περπάτημα χρειάζονταν για να κάψει κάποιος τις θερμίδες του προϊόντος.
Για παράδειγμα, μια μεγάλη μερίδα τηγανητού μπακαλιάρου 1.014 θερμίδων θα χρειαζόταν 278 λεπτά -περισσότερες από πέντε ώρες- περπάτημα για να «καεί», ένα τοστ με ζαμπόν και τυρί θα χρειαζόταν 113 λεπτά περπάτημα και ένα μεγάλο μπισκότο σοκολάτας θα χρειαζόταν 71 λεπτά περπάτημα.
Οι πληροφορίες συγκρίθηκαν με δεδομένα που συλλέχθηκαν πριν από το πείραμα, όταν οι περισσότερες ετικέτες και τα μενού περιείχαν μόνο το όνομα και την τιμή του προϊόντος.
Η ανάλυση διαπίστωσε ότι η συμπερίληψη των ετικετών για το περπάτημα που απαιτείται για να καούν οι θερμίδες, δεν οδήγησε σε αλλαγή στον αριθμό των θερμίδων που αγόραζαν καθημερινά οι άνθρωποι.
Υπήρχε ωστόσο, μια διακύμανση μεταξύ των καφετεριών, με κάποιες να αναφέρουν μία πτώση ανά συναλλαγή κατά 161 θερμίδες, πέντε δεν παρουσίασαν σημαντική αλλαγή και μία ανέφερε αύξηση κατά 69 θερμίδες.
Ο πρώτος συγγραφέας Δρ. Τζέιμς Ρέινολντς, από τη Σχολή Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Άστον του Μπέρμιγχαμ, ο οποίος πραγματοποίησε την έρευνα ενώ ήταν στο Κέιμπριτζ, είπε: «Αν και διαπιστώσαμε ότι η εμφάνιση της ποσότητας άσκησης που απαιτείται για την καύση θερμίδων, προκάλεσε μικρή διαφορά στον αριθμό των θερμίδων που κατανάλωσε κανείς, υπήρχε σημαντική διακύμανση μεταξύ των καφετεριών. Αυτό υποδηλώνει ότι μπορεί να επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα αυτών των ετικετών άλλοι παράγοντες, όπως ο τύπος των τροφίμων που πωλούνται στις καφετέριες ή τα χαρακτηριστικά των καταναλωτών».
Η ανώτερη συγγραφέας, καθηγήτρια Dame Theresa Marteau, διευθύντρια του Τομέα Έρευνας Συμπεριφοράς και Υγείας του Cambridge, δήλωσε: «Αυτή είναι η μεγαλύτερη μελέτη σε πραγματικές συνθήκες για να εξετάσει τον αντίκτυπο των ετικετών Pace στις αγορές τροφίμων και ποτών, εξετάζοντας 250.000 συναλλαγές σε 10 καφετέριες. Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι οι ετικέτες Pace, αντίθετα με τις προσδοκίες, μπορεί να έχουν μικρή ή καθόλου επίδραση στα τρόφιμα που αγοράζουν οι άνθρωποι στην καφετέρια του χώρου εργασίας τους».
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι ενήλικες τρώνε έως και το ένα τρίτο των γευμάτων τους εκτός σπιτιού, συμπεριλαμβανομένων των καφετεριών στο χώρο εργασίας, και αυτά τα γεύματα είναι συχνά πολύ υψηλότερα σε θερμίδες.
Η αναγραφή των θερμίδων είναι υποχρεωτική από τον Απρίλιο στα τρόφιμα και τα ποτά που σερβίρονται σε επιχειρήσεις που απασχολούν τουλάχιστον 250 άτομα.
Οι ειδικοί ζήτησαν επίσης να συμπεριληφθούν ετικέτες άσκησης στα τρόφιμα, καθώς πρόσφατη ανασκόπηση έδειξε ότι μπορεί να μειώσουν την ποσότητα των θερμίδων που αγοράζουν οι άνθρωποι.