Στο μεγάλο θέμα των υποκλοπών στην χώρα μας επανέρχεται με νέο του άρθρο ...το Politico.
Σύμφωνα λοιπόν με την εφημερίδα, η Αθήνα, κάνει μία αντεπίθεση γοητείας. Η ελληνική κυβέρνηση, που δέχτηκε ένα καυτό ντους από τις κατηγορίες για υποκλοπές τηλεφωνικών συνομιλιών του Νίκου Ανδρουλάκη και δημοσιογράφων, ακολουθεί μία νέα στρατηγική για να καθαρίσει την εικόνα ενόψει μίας επίσκεψης μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Είναι όλα μια παρεξήγηση! Μετά από τις κατηγορίες με στόχο διεθνή ΜΜΕ, που ακούγονταν επί εβδομάδες, στη λογική ότι υπάρχει μια συνωμοσία εναντίον της κυβέρνησης και μετά τις απειλές κατά ντόπιων δημοσιογράφων ότι θα προσαχθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης, η κυβέρνηση της Αθήνας εμφανίζεται τώρα ως η καλύτερη φίλη της ελευθεροτυπίας, όπως γράφει η Νεκταρία Σταμούλη στο Politico.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, δήλωσε ότι η Αθήνα καλωσορίζει την ευρωπαϊκή Πράξη για την Ελευθερία των Media, που είναι ένα νέο πακέτο κανόνων που προτείνουν οι Βρυξέλλες για να υπερασπιστούν τον πλουραλισμό και την ανεξαρτησία στα ΜΜΕ.
«Οι πρωτοβουλίες που περιλαμβάνουν ένα νέο πλαίσιο, που παρουσιάστηκαν από την Επιτροπή, είναι σύμφωνες με πολλές από τις πρωτοβουλίες που έχει ήδη λάβει η ελληνική κυβέρνηση για την ανεξαρτησία, την καινοτομία και τη βιωσιμότητα των ΜΜΕ, υπερασπιζόμενη τον ρόλο τους ως ενός πυλώνα της δημοκρατίας», δήλωσε ο Γιάννης Οικονόμου, κάνοντας τσεκ σε όλα τα «κουτάκια» με αυτά που θα ήθελαν να ακούσουν οι Βρυξέλλες.
Όμως οι Βρυξέλλες δεν θέλουν απλά να ακούσουν λόγια, αλλά να δουν και συγκεκριμένη πρόοδο, δήλωσε αξιωματούχος της ΕΕ στο Politico, που σχολιάζει ότι η Ελλάδα έχει πολύ δουλειά να κάνει, καθώς βρίσκεται στην τελευταία θέση ως προς την ελευθερία του Τύπου μεταξύ των μελών της ΕΕ, ακόμα πιο κάτω κι από την Ουγγαρία, όπως δείχνει και η τελευταία έκθεση των Ρεπόρτερς Χωρίς Σύνορα.
Η αντιπρόεδρος της Επιτροπής που είναι αρμόδια για θέματα Αξιών και Διαφάνειας, Βέρα Γιούροβα, επισκέπτεται την Αθήνα την επόμενη εβδομάδα, για να σχηματίσει η ίδια εικόνα για την κατάσταση στον τομέα της αρμοδιότητάς της. Ο Οικονόμου διαβεβαίωσε ότι η Ελλάδα θέλει να παίξει «πρωταγωνιστικό ρόλο» σε αυτή την «πρωτοβουλία για τη δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού ρυθμιστικού πλαισίου για την ελευθερία του Τύπου και τη διαφάνεια».
Η πραγματικότητα όμως είναι κάπως διαφορετική. Η ελληνική νομοθεσία για τις «ψευδείς ειδήσεις», δίνει στις αρχές τη δυνατότητα να φυλακίζουν ανθρώπους για δημοσιεύματα «που μπορούν να προκαλέσουν ανησυχία ή φόβο στην κοινή γνώμη ή να υπονομεύσουν την δημόσια εμπιστοσύνη στην εθνική οικονομία, στην αμυντική δυνατότητα της χώρας, ή στη δημόσια υγεία» και οι ποινές μπορούν να φτάσουν μέχρι σε φυλάκιση πέντε χρόνων.
Οι οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία του Τύπου θέτουν το απλό ερώτημα: ποιος ορίζει τι είναι «ψευδές». Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης έχει παραδεχτεί ότι το μέτρο «δεν ήταν πολύ πετυχημένο», αλλά παραμένει στα … βιβλία.
Η κυβέρνηση έφερε σε διαβούλευση μία νέα πρόταση νόμου, που προβλέπει την συγκρότηση επιτροπής ελέγχου, που θα μπορεί να επιβλέπει κατά πόσο τηρούνται οι αρχές για τη δημοσιογραφική ηθική. Αυτή όμως η «επιτροπή ηθικής» θα μπορεί να εξαιρεί εταιρίες ΜΜΕ από το δημόσιο χρήμα, σε μία περίοδο που τα ελληνικά ΜΜΕ αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας. Ο Γκιουρκάν Όζτουραν, συντονιστής του Ευρωπαϊκού Κέντρου για τον Τύπο και την Ελευθερία των ΜΜΕ, δήλωσε ότι αυτή η πρόταση νόμου στην πραγματικότητα δημιουργεί «μία επιτροπή λογοκρισίας».
«Ανησυχώ σοβαρά ότι οι κυβερνήσεις της Τουρκίας και της Ελλάδας βρίσκονται σε ένα μυστικό ανταγωνισμό για να δουν ποια μπορεί να βλάψει περισσότερο την ελευθερία των ΜΜΕ», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γκιουρκάν Όζτουραν.
Ποια είναι η Mission Impossible στις Βρυξέλλες
Στο ίδιο άρθρο, το Politico κάνει αναφορά και στα προβλήματα που έχουν προκύψει στις Βρυξέλλες σχετικά με την κοινή εξωτερική πολιτική απέναντι στην Μόσχα.
Μάλιστα κάνει αναφορά για σχεδόν μία… mission impossible, καθώς οι αρμόδιοι ευρωπαίοι υπουργοί συναντώνται στις Βρυξέλλες για να συζητήσουν προτάσεις για την ακύρωση ή τον περιορισμό του κανόνα της ομοφωνίας για θέματα εξωτερικής πολιτικής, που επιτρέπει σε κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ να ασκήσει βέτο σε θέματα όπως η επιβολή κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας.
«Είμαι αρκετά αισιόδοξη ότι είναι εφικτό να σημειώσουμε πρόοδο στο θέμα», δήλωσε η γερμανίδα υπουργός Επικρατείας, αρμόδια για ευρωπαϊκά θέματα, Άνα Λούρμαν στο Playbook του Politico.
«Συζητούμε τα θέματα όπου κάτι τέτοιο θα είναι εφικτό, ιδιαίτερα στους τομείς της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας», πρόσθεσε η γερμανίδα υπουργός, επισημαίνοντας ότι μία απάντηση στη Ρωσία κατ΄ επανάληψη «σταμάτησε από ένα κράτος-μέλος», παραπέμποντας στη στάση της Ουγγαρίας. «Νομίζω ότι αυτό θα πρέπει να το σταματήσουμε», πρόσθεσε.
Ο μηχανισμός για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι οι λεγόμενες «γέφυρες», δηλαδή οι ρήτρες που επιτρέπουν στις χώρες να ελίσσονται μεταξύ της ομοφωνίας και της πλειοψηφίας στις ψηφοφορίες στο Συμβούλιο, χωρίς να απαιτείται η αλλαγή των κανόνων των ευρωπαϊκών συνθηκών.
«Αρκετές αντιπροσωπείες είναι ανοιχτές, ή πρόθυμες να εξετάσουν την χρησιμοποίηση των γεφυρών», αλλά «λόγω της πολιτικής ευαισθησίας του θέματος … δείχνουν να θέλουν περισσότερο χρόνο για να απαντήσουν στο ερώτημα», αναφέρει έγγραφο του συμβουλίου, που έχει υπόψη του το Politico.
Σύμφωνα με την γερμανίδα υπουργό Επικρατείας, Ανα Λούρμαν η χώρα της τάσσεται υπέρ αυτής της ευέλικτης τακτικής. Θετική στάση έχουν επίσης η Γαλλία, η Δανία, η Σουηδία, η Ολλανδία και η Ιταλία.
Οι τομείς στους οποίους εξετάζεται η λήψη αποφάσεων κατά πλειοψηφία για την επιβολή κυρώσεων είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα, η κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας, αλλά ακόμα και η φορολόγηση και η ενεργειακή πολιτική.
Στο επίκεντρο της προσοχής των Ευρωπαίων είναι η στάση της Ουγγαρίας, αλλά και της Ελλάδας και της Κύπρου, που φοβούνται την επιβολή κυρώσεων κατά της ναυτιλιακής βιομηχανίας. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, οι χώρες που εκφράζουν ανησυχίες θα λαμβάνουν διαβεβαιώσεις για εξαιρέσεις ώστε να προστατεύονται βασικά εθνικά συμφέροντά τους, ώστε να μην ασκούν βέτο στις επίμαχες προτάσεις.
Το θέμα της Ουγγαρίας απασχολεί ιδιαιτέρως τους Ευρωπαίους, στο πλαίσιο της συζήτησης για την ισχύ του νόμου και με δεδομένη την πρόταση της Κομισιόν για πάγωμα των πιστώσεων στην ουγγρική κυβέρνηση.
«Νομίζω ότι αυτό είναι ένα σαφές μήνυμα στα άλλα κράτη-μέλη ότι η επιδείνωση της κατάστασης του κράτους δικαίου θα αντιμετωπίζεται με κυρώσεις και άλλες δραστικές συνέπειες, αν δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι τα ευρωπαϊκά κονδύλια δεν δαπανώνται κατά τον τρόπο που θα έπρεπε», είπε η Άνα Λούρμαν.