Το ράλι ανόδου των τιμών φαίνεται πως θα συνεχιστεί και στις αρχές του φθινοπώρου καθώς από τη μία πλευρά οι επιχειρήσεις τροφίμων πιέζονται από το αυξημένο ενεργειακό κόστος και την άνοδο των τιμών των πρώτων υλών και από την άλλη τα σούπερ μάρκετ και τα καταστήματα πώλησης τροφίμων δηλώνουν πλέον αδυναμία να απορροφήσουν τις αυξήσεις.
Μία από τις κατηγορίες τροφίμων για την οποία υπάρχει έντονος προβληματισμός είναι τα γαλακτοκομικά. H εγχώρια παραγωγή γάλακτος εμφανίζεται φέτος μειωμένη καθώς λόγω της μεγάλης αύξησης της τιμής των ζωοτροφών, πολλά ζώα υποσιτίζονται ενώ άλλα οδηγούνται σε σφαγή από τους κτηνοτρόφους.
Ήδη οι αυξήσεις που έχουν γίνει στα γαλακτοκομικά υπολογίζονται μεσοσταθμικά στο 15% ενώ εφόσον επιβεβαιωθούν οι ανησυχίες που έχουν εκφράσει στελέχη του κλάδου για ελλείψεις το επόμενο διάστημα, θεωρείται βέβαιο ότι θα υπάρξουν και νέες ανατιμήσεις. Κάτι βεβαίως που θα συμπαρασύρει και τις τιμές άλλων προϊόντων που έχουν στα βασικά τους συστατικά το γάλα.
Αντίστοιχα είναι τα προβλήματα με τις ζωοτροφές και για την αγορά κρέατος. Κατά μέσο όρο οι αυξήσεις στις τιμές των κρεάτων μέχρι τώρα προσεγγίζουν το 15% ενώ παράγοντες της αγοράς αναμένουν ότι θα υπάρξουν και νέες ανατιμήσεις.
Ακόμη μάλιστα και στο πιο φθηνό κρέας, το κοτόπουλο, στελέχη του κλάδου εκτιμούν ότι οι επιχειρήσεις θα προχωρήσουν σε νέες αυξήσεις που θα κυμανθούν από 10% έως 20% προκειμένου να καλύψουν σε ένα ποσοστό την περαιτέρω επιβάρυνση που έχουν από το αυξημένο λειτουργικό κόστος.
Όπως εξηγούν, οι ανατιμήσεις από τις επιχειρήσεις είναι πλέον μικρότερες σε ποσοστό σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες και γίνονται σταδιακά ανά διαστήματα σε διαφορετικούς κωδικούς προϊόντων. Για τον καταναλωτή βεβαίως η επιβάρυνση των συνεχώς αυξήσεων που προστίθενται στο τελικό λογαριασμό, είναι μεγάλη.
Υπενθυμίζεται πως αύριο Δευτέρα 8 Αυγούστου αναμένονται οι ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό του Ιουλίου.
Ο Γενικός Δείκτης εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο 12%, ενώ ο δείκτης τροφίμων εκτιμάται ότι θα εκτιναχθεί άνω του 10%.