Ο εισαγγελέας στην αγόρευσή του έκανε λόγο για «θρασύτατες και απάνθρωπες πράξεις» του κατηγορούμενου.
«Να δείτε το πρόσωπο της καταγγέλλουσας, τις ενέργειες, τις πράξεις και τις παραλείψεις της όχι τώρα όπως την είδατε αλλά γυρνώντας τότε το χρόνο, όταν ήταν ένα παιδί» υποστήριξε ο εισαγγελέας, αναφερόμενος σε γεγονότα «που για τον κατηγορούμενο προσέφεραν χαρά, ήταν το καμάρι του, το στολίδι του το άγαλμα του γιατί την θαύμαζε και την αγαπούσε χωρίς όμως τη συναίνεση της».
Η εισαγγελική αγόρευση προκάλεσε τα δάκρυα των γονιών της 21χρονης καταγγέλλουσας, αλλά και της Ολυμπιονίκη, Σοφίας Μπεκατώρου η οποία έφερε στο φως την υπόθεση και βρισκόταν στο ακροατήριο.
Όπως επισήμανε στην αγόρευσή του, «ο κατηγορούμενος επιμελώς φρόντισε να χτίσει γερές σχέσεις με όλους τους γονείς των παιδιών και να κερδίσει την εμπιστοσύνη μαζί του και με τα παιδιά, ειδικά όμως έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας».
Ο ίδιος περιέγραψε πως από το 2010 ο κατηγορούμενος προπονητής ασκώντας σωματική βία ανάγκασε την καταγγέλλουσα σε σειρά πράξεων, τονίζοντας για τον προπονητή: «Δεν έδειξε καμία μεταμέλεια, συνέχισε να συναναστρέφεται μαζί της. Μέχρι το 2011 οι λεκτικές εκφράσεις που μετουσιώθηκαν σε φιλί, μετουσιώθηκαν σε γενετήσιες πράξεις, θωπείες και άλλα, παρόλο που ο κατηγορούμενος αντιλαμβανόταν το παράνομο των πράξεων του».