Πέφτει η «αυλαία» στη δικαστική περιπέτεια της δημοφιλούς τραγουδίστριας Ελένης Φουρέιρα έπειτα από ...έντεκα χρόνια!
Η «ωραία Ελένη» από το 2011 έχει βρεθεί σε έναν κυκεώνα δικαστικών μαχών εξαιτίας της αλλαγής δισκογραφικής εταιρίας, που την κατηγορούσε μαζί με ένα ακόμη πρόσωπο για πλαστογραφία και απάτη και ζητούσε ως αποζημίωση ένα δυσθεώρητο ποσό εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.
Ωστόσο, η δημοφιλής τραγουδίστρια όχι μόνο απαλλάχθηκε με βούλευμα από τις κατηγορίες, αλλά πέτυχε μέσω του συνηγόρου της και την απόρριψη της αγωγής της παλιάς της δισκογραφικής εταιρίας, με την τελευταία να βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με την αγωγή αποζημίωσης ύψους 300.000 ευρώ που έχει υποβάλει η τραγουδίστρια για συκοφαντική δυσφήμηση.
Πώς ξεκίνησαν όλα…
Η αρχή της ιστορίας τοποθετείται το 2009, όταν η εκρηκτική Ελένη έκανε τα πρώτα βήματα στη σόλο καριέρα της, υπογράφοντας σύμβαση με τη συγκεκριμένη δισκογραφική εταιρία για 4 άλμπουμ. Για λογαριασμό της εταιρίας είχε υπογράψει ο τότε νόμιμος εκπρόσωπός της εναντίον του οποίου επίσης είχε στραφεί η δισκογραφική, λέγοντας πως την εξαπάτησε.
Δύο χρόνια αργότερα, στις 2 Ιουνίου 2011, η Ελένη Φουρέιρα υπέγραψε συμφωνητικό συνεργασίας με νέα δισκογραφική, επιδεικνύοντας το ιδιωτικό συμφωνητικό απαλλαγής της και λύσης της συνεργασίας με την προηγούμενη εταιρία. Μάλιστα, το «απαλλακτικό» έφερε την υπογραφή του ίδιου εκπροσώπου της εταιρίας και εταιρική σφραγίδα. «Κατόπιν αυτού ο ερμηνευτής είναι από σήμερα ελεύθερος να συνεργαστεί και να παράσχει τις υπηρεσίες του προς οποιονδήποτε τρίτο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό», αναφερόταν, μεταξύ άλλων, στο έγγραφο.
Οταν η παλιά δισκογραφική εταιρία της Ελένης Φουρέιρα ενημερώθηκε για τη συνεργασία της με την καινούργια εταιρία, απέστειλε εξώδικη δήλωση υποστηρίζοντας ότι η δική της σύμβαση με την τραγουδίστρια παρέμενε σε ισχύ, αμφισβητώντας την εγκυρότητα οποιουδήποτε άλλου εγγράφου. «Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα (παλιά δισκογραφική) διατείνεται ότι ο δεύτερος εναγόμενος (νόμιμος εκπρόσωπος) υπέγραψε το εν λόγω απαλλακτικό έγγραφο χωρίς να ενημερώσει τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή της τότε μητρικής δισκογραφικής εταιρίας και, μάλιστα, όχι κατά την αναγραφόμενη σε αυτό ημερομηνία, αλλά σε μεταγενέστερη και δη μετά τις 28 Φεβρουαρίου 2011, οπότε δεν είχε πλέον την ιδιότητα του νόμιμου εκπροσώπου της ενάγουσας και, συνεπώς, δικαίωμα υπογραφής τέτοιων εγγράφων, τελώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την αξιόποινη πράξη της πλαστογραφίας με τη συνδρομή της πρώτης εναγομένης (Φουρέιρα)», ανέφερε στην αγωγή της η δισκογραφική εταιρία.
Αναπόδεικτοι ισχυρισμοί
Κατά τους δικαστές, οι ισχυρισμοί αυτοί κρίνονται αναπόδεικτοι και, ως εκ τούτου, απορριπτέοι. «Η ενάγουσα προσκομίζει με επίκληση μόνο τρεις επιστολές μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου υπαλλήλων της προς διεύθυνση η οποία κατά τους ισχυρισμούς της ανήκει στην Ελένη Φουρέιρα, με τις οποίες, κατά τις ημερομηνίες 5, 13 και 20 Απριλίου 2011, της απηύθυναν προσκλήσεις για εκδηλώσεις και συνεντεύξεις. Ομως, δεδομένου ότι οι εν λόγω επιστολές προσκομίζονται χωρίς να συνοδεύονται από οποιαδήποτε απάντηση της τραγουδίστριας, δεν δύναται να παραχθεί από αυτές απόδειξη σε βάρος της. Επιπλέον από τη στιγμή που η δισκογραφική εταιρία ισχυρίζεται ότι το συμφωνητικό λύσης της σύμβασης υπεγράφη χρονική στιγμή κατά την οποία ο δεύτερος εναγόμενος δεν ήταν νόμιμος εκπρόσωπός της, περαιτέρω ισχυρισμός της ότι δεν ενημερώθηκαν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου προβάλλεται αλυσιτελώς και είναι απορριπτέος», εξηγούν οι δικαστές.
Με την απόφαση 136/2022 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών απορρίπτεται η αγωγή της δισκογραφικής εταιρίας εις βάρος της τραγουδίστριας και του πρώην συνεργάτη της πρώτης, ενώ πλέον αναμένεται η «τύχη» της αγωγής της Ελένης Φουρέιρα για αποζημίωση εξαιτίας της συκοφαντικής δυσφήμησης που υπέστη από αυτήν την υπόθεση. Η ίδια ζητάει να γίνει δεκτή η αγωγή που κατέθεσε τον Απρίλιο του 2017, στην οποία ισχυρίζεται ότι με την αγωγή που κατέθεσε εις βάρος της η παλιά της δισκογραφική εταιρία, ισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων, εν γνώσει της, ψεύδη και δυσφημιστικά για την προσωπικότητά της γεγονότα και συγκεκριμένα ότι κατά παράβαση της μεταξύ τους υπογραφείσας σύμβασης αποκλειστικής συνεργασίας ήταν αυτή ενεργός, όταν συνήψε σύμβαση αποκλειστικής συνεργασίας με νέα δισκογραφική εταιρία ζημιώνοντας, έτσι, την περιουσία της και ότι η ίδια συνέπραξε με τον νόμιμο εκπρόσωπο αυτής στη συμπλήρωση ενός ιδιωτικού συμφωνητικού λύσης της συνεργασίας τους σε χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο τελευταίος δεν είχε εξουσία εκπροσώπησης. Μάλιστα, με τη συγκεκριμένη αγωγή η Ελένη Φουρέιρα ζητά από την παλιά της δισκογραφική εταιρία να της καταβάλει ποσό 300.044€, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από την παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητάς της.
Απαλλακτικό βούλευμα
Εκτός από το αστικό κομμάτι, η Ελένη Φουρέιρα αντιμετώπιζε και το ποινικό σκέλος της υπόθεσης για το οποίο εκδόθηκε το υπ’ αριθμόν 5749/2018 αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, το οποίο έκρινε ότι δεν συντρέχουν ούτε οι αποχρώσες εκείνες ενδείξεις που απαιτούνται από τον νόμο ώστε να παραπεμφθεί είτε η ίδια είτε ο πρώην συνεργάτης της δισκογραφικής στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, για το αδίκημα της πλαστογραφίας μετά χρήσης από κοινού με σκοπούμενο περιουσιακό όφελος άνω των 120.000€.
Επτά χρόνια χρειάστηκε η ελληνική Δικαιοσύνη για να εκδώσει το βούλευμα, στο οποίο αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία εις βάρος των δύο κατηγορουμένων για την πράξη της πλαστογραφίας με χρήση από κοινού.
«Πιο συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι και βάσιμων υποτιθέμενων των ισχυρισμών της τότε δισκογραφικής εταιρίας, ήτοι περί του ότι ο Ν.Κ., ο οποίος γνωρίζοντας ότι επίκειται η λύση της μεταξύ τους συνεργασίας, έλαβε στην κατοχή του υποδείγματα – έντυπα λύσης συνεργασίας, και κατόπιν ο ίδιος ή άλλο πρόσωπο στον χρόνο μετά την παύση του από νόμιμο εκπρόσωπο της εγκαλούσας εταιρίας, συμπλήρωσε ένα από τα έντυπα κατά τρόπο ώστε να ομοιάζει με “απαλλακτικό” της κατηγορουμένης Ελένης Φουρέιρα έναντι της εγκαλούσας εταιρίας, δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της πλαστογραφίας, καθόσον το επίμαχο έγγραφο, ανεξαρτήτως της αναλήθειας του περιεχομένου του, καταρτίστηκε εξ υπαρχής από τους κατηγορουμένους, οι οποίοι το υπέγραψαν με το δικό τους όνομα, ως εκ τούτου δεν υπάρχει κατάρτιση πλαστού ή νόθευση γνήσιου εγγράφου».
Ταυτόχρονα, οι δικαστές έκριναν ότι δεν στοιχειοθετείται ούτε το αδίκημα της απάτης εις βάρος της δισκογραφικής εταιρίας, καθώς «οι φερόμενες ως ψευδείς παραστάσεις δεν είχαν αποδέκτη την εγκαλούσα αλλά τη νέα δισκογραφική εταιρία, με την οποία η Ελένη Φουρέιρα συμβλήθηκε με ιδιωτικό συμφωνητικό συνεργασίας στις 2 Ιουνίου 2011 χρησιμοποιώντας το προαναφερόμενο απαλλακτικό και αφετέρου διότι δεν υπήρχε υλική αντιστοιχία μεταξύ της προκληθείσας βλάβης στην εγκαλούσα (δηλαδή τα διαφυγόντα κέρδη που ισχυρίζεται ότι απώλεσε από τη διακοπή της συνεργασίας της με την κατηγορουμένη) και το επιδιωκόμενο όφελος από την ως άνω κατηγορουμένη (σ.σ.: Φουρέιρα), το οποίο αυτή αποκόμισε από τη νέα εταιρία μετά τη σύναψη της νέας σύμβασης συνεργασίας της τελευταίας με την κατηγορουμένη Ελένη Φουρέιρα».