Με δήλωσή του ο κ. Κούγιας επισημαίνει ότι ουδέποτε έχει λάβει τη δικογραφία της υπόθεσης γιατί ανέλαβε την υπεράσπιση της κατηγορουμένης.
«Ουδέποτε μέχρι σήμερα μου παρεδόθη από οποιονδήποτε η σχετική δικογραφία και ουδέποτε άρχισα τη μελέτη της» σημειώνει, χαρακτηριστικά.
Διευκρινίζει, ωστόσο, πως στην αρχή της δημοσιοποίησης της υπόθεσης «διοικητής πολύ μεγάλου νοσοκομείου της Αθήνας μού ζήτησε να αναλάβω την υπεράσπισή της, αναλαμβάνοντας να πληρώσει και την αμοιβή μου».
Εξηγεί, ειδικότερα, πως μετά την παραίτηση της προηγούμενης εκπροσώπησής της 33χρονης, «ο διοικητής πολύ μεγάλου νοσοκομείου της Αθήνας μού ζήτησε να αναλάβω την υπεράσπισή της, αναλαμβάνοντας να πληρώσει και την αμοιβή μου, αλλά αρνήθηκα λόγω υπερβολικού φόρτου εργασίας».
Πριν από μία εβδομάδα, όπως συνέχιζε, δέχθηκε τηλεφώνημα από τον πατέρας της προφυλακισθείσας, ο οποίος του έκανε το ίδιο αίτημα.Ακόμα ένα δεδομένο που τον οδήγησε στο «όχι» είναι πως «δεν μου άρεσε γενικότερα όλο αυτό το πανηγύρι που είχε στηθεί στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, δυστυχώς, ακόμη και με τη συμμετοχή της κας κατηγορουμένης και του συζύγου της».
«Πριν από μία εβδομάδα (…) τηλεφώνησε στο γραφείο μου ο πατέρας της, ζητώντας από τη γραμματέα μου να επικοινωνήσουμε, γιατί θέλει να μου αναθέσει την υπεράσπισή της» αναφέρει, εξηγώντας πως έθεσε τρεις όρους: «να επικοινωνήσει η κα κατηγορουμένη προσωπικά μαζί μου, για να μου το ζητήσει, να ενημερωθούν οι δύο συνάδελφοί μου και να εγκρίνουν τη συμπαράστασή μου μαζί τους και να μου παραδοθεί, εφόσον τηρηθούν οι δύο προηγούμενες προϋποθέσεις, η δικογραφία, για να αντιληφθώ εάν είχα τη δυνατότητα να υπερασπιστώ την κυρία κατηγορουμένη με τον τρόπο που εγώ αντιλαμβάνομαι τα τελευταία σχεδόν πενήντα χρόνια».
«Μέχρι σήμερα καμία από αυτές τις προϋποθέσεις που έθεσα δεν ικανοποιήθηκε και ουδεμία σχέση έχω με τη συγκεκριμένη υπόθεση και όσα άλλα διαδίδονται είναι όλα ψευδής διάδοση ειδήσεων και έλλειψη σεβασμού στο έργο των συναδέλφων» καταλήγει.