Latest News

Τρίτη 12 Απριλίου 2022

«Σέρρες»: Η νέα σειρά του Γιώργου Καπουτζίδη με dna αρχαίας τραγωδίας [ΕΙΚΟΝΕΣ]

 Με τον Γιώργο Καπουτζίδη ξέρεις τί σε περιμένει. Κάθε φορά μία έκπληξη. Περιμένατε τις «Σαββατογεννημένες»; Έκπληξη. Περιμένατε το «Παραπέντε»; Έκπληξη. Περιμένατε την «Εθνική Ελλάδος»; Έκπληξη. Περιμένατε το θεατρικό του, «Όποιος θέλει να χωρίσει ας σηκώσει του χέρι του»; Ίσως, δεδομένου ότι έχει ήδη δώσει δείγμα γραφής, πάντως είναι έκπληξη.

Έκπληξη είναι και τώρα η νέα σειρά του «Σέρρες» που θα είναι προσβάσιμη, έτοιμη προς θέαση στην συνδρομητική πλατφόρμα ΑΝΤ1+ από σήμερα (θεωρητικά).

Ο Γιώργος Καπουτζίδης έχει δώσει μέσες άκρες, από καιρό, το πλαίσιο. Όμως δεν βάζει ο νους σου.

Σε δημοσιογραφική προβολή παρακολουθήσαμε τα δύο πρώτα επεισόδια. Από τα συνολικά δέκα της σειράς. Μία ώρα το καθένα. Πότε πέρασαν δύο ώρες ούτε που έγινε αντιληπτό.

Ο Γιώργος Καπουτζίδης- το έχει πει άλλωστε- τιμά την πόλη του. Εκεί που έζησε και πέρασε τα παιδικά χρόνια του και λίγο μετά.

Με ευθύτητα και σεβασμό βάζει τον τηλεθεατή με την πρώτη στο νόημα της ιστορίας του: Η σχέση δύο ανδρών. Πατέρα και γιού. Αντιλαμβανόμαστε μια απόσταση μεταξύ τους. Ο γιός, το τρίτο παιδί της οικογένειας, είναι ομοφυλόφιλος.

Η απόσταση φέρνει την αποξένωση. Την οσμίζεσαι, την βλέπεις, την καταλαβαίνεις από τα πρώτα πλάνα.

Μισό λεπτό όμως. Επειδή ίσως φαίνεται βαρύ, να αποσαφηνιστεί ότι δεν είναι δραματική η σειρά. Όμως είναι βαθιά ανθρώπινη.

Είναι οι σχέσεις των ανθρώπων στο επίκεντρο με τα καλά και τα στραβά τους. Με τις χαρές, τις στεναχώριες, τις πρώτες, τις δεύτερες, τις τρίτες σκέψεις. Με τις βεβαιότητες. Με τις ανασφάλειες. Με το γέλιο. Με το δάκρυ.

Ο Γιώργος Καπουτζίδης έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια ιστορία πάνω σε λεπτές ισορροπίες για θεμέλια, τα οποία, αν θέλετε το πιστεύετε, είναι γερά.

Οι χαρακτήρες του, άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Μπα, λάθος. Για την ακρίβεια, άνθρωποι που μοιραζόμαστε το ίδιο σπίτι. Ένας από την οικογένεια μας. Αυτό το έχει, το κατέχει, το έχει κατακτήσει ο Γιώργος Καπουτζίδης από καιρό πολύ.

Μιλά σχεδόν για όλα. Για τις σχέσεις των ανθρώπων κάθε είδους και  βαθμού συγγένειας. Έχει «χτίσει» χαρακτήρες που καταλύουν την τηλεοπτική συνθήκη και κάνουν τον τηλεθεατή να σκέφτεται μέσα του «μωρέ έτσι είναι και η θεία μου, η στρίτζο» και να γελάει με τις ατάκες και τις συμπεριφορές.

Δευτερόλεπτα μετά ο ίδιος τηλεθεατής θα δακρύσει, όπως συγκινήθηκαν αρκετοί στην δημοσιογραφική προβολή με την σχέση πατέρα- γιού. Του Λευτέρη και του Οδυσσέα.

Με αφορμή τα «σαράντα» της μητέρας – κεντρομόλος δύναμη-, τα τρία παιδιά της οικογένειας, επιστρέφουν- με «βαριά καρδιά» και φαίνεται- στη γενέθλια γη, στις Σέρρες, να τιμήσουν την μνήμη της μάνας και στα σβέλτα να την «κάνουν», καθένα για τους δικούς του λόγους. Ο βασικότερος είναι ο πατέρας.

Ο πατέρας πενθεί. Έχει χάσει το «κέντρο» βάρος του. Το «σημείο» αναφοράς. Τη «ζωή» του. Στο τέλος χάνει το κέντρο ισορροπίας του- από μια ζαλάδα- και πέφτει στο πάτωμα.

Τραυματίζεται, ευτυχώς ελαφρά, και το «στερνοπούλι», ο μικρός γιός καλείται να του σταθεί, αν και δεν πετάει τη σκούφια του. Του την «έφεραν» τα μεγαλύτερα αδέλφια του. Επι πλέον δεν έχει τί να πει με τον αποξενωμένο πατέρα του.

Κάπως έτσι τα λεπτά, οι ώρες, οι δύο μέρες που πρέπει να μείνει αναγκαστικά, σύμφωνα με την αρχική ιατρική γνωμάτευση, φαντάζουν βουνό. Σφίγγει τα δόντια στην αρχή.

Και εκεί, στις Σέρρες, γιατροπορεύοντας τον πατέρα, μία στο νοσοκομείο, μια στο σπίτι,  ενώπιον του τηλεθεατή η απόσταση αρχίζει να μειώνεται.

Γίνεται αντιληπτό ότι έχει αρκετά βιωματικά στοιχεία του εμπνευστή της η σειρά.

Ο Καπουτζίδης έκανε την ζωή Τέχνη. Και με την Τέχνη ανέβασε τη ζωή ένα επίπεδο πάνω. Τουλάχιστον.

Οι ήρωες του ξετυλίγουν τους χαρακτήρες τους με γεωμετρική πρόοδο. Μαζί τους και  οι διαπροσωπικές σχέσεις. Κάθε ρόλος, ανεξαρτήτως μεγέθους, με τη σημασία του. Με το ειδικό του βάρος.

Κάθε σκηνή στηρίζεται σε μια λεπτή ισορροπία. Μόλις πάει να φορτιστεί ο τηλεθεατής σε μια σκηνή και ενώ έχει συγκινηθεί και είναι έτοιμος να δακρύσει (έως και να βάλει τα κλάματα), τσακ, στην επόμενη αποφορτίζεται με μια ατάκα και το γέλιο παίρνει όλο το βάρος. Και άντε πάλι από την αρχή.

Με αριστοτεχνικό τρόπο «μιλάει» με τις σιωπές- τόσο όσο χρειάζεται. Προσθέτει σε σκηνές δια της αφαίρεσης.

Συζητάει όμως και στα ίσα. Χωρίς περιστροφές. Κατάματα. Με σεβασμό. Με αξιοπρέπεια. Με ήθος. Ουδείς καρτούν. Ή καρικατούρα.

Ο Οδυσσέας του θαυμάσιος. Όσο θαυμάσιος ήταν και ο αδικοχαμένος Πάνος Νάτσης που τον επέλεξε ο σεναριογράφος για το ρόλο.

Και ο Λευτέρης του επίσης. Που τον κάνει ο Γιώργος Γάλλος αλλά εδώ με μούσι πλουσιότερο από αυτό του Μιλτιάδη Σεβαστού.

Η επιλογή των ονομάτων, πατέρα και γιού, διόλου τυχαία.

Κορυφαία σκηνή- στο πλαίσιο του preview- εκείνη του φινάλε στο δεύτερο επεισόδιο. Να και το spoiler. Ο πατέρας με βαρύ διάστρεμμα στο πόδι και θλάση στο χέρι αρνείται να βγει έξω. Να πάει στο στέκι του. Εκεί που αγαπάει να πίνει το καφεδάκι του. Στην πλατεία. Την κεντρική της πόλης. Δεν θέλει να τον δουν οι άλλοι, καθότι τον γνωρίζουν. Θα τον «πιάσουν» στο στόμα τους. Θα τον σχολιάσουν.

Ο Λευτέρης στο αναπηρικό αμαξίδιο, ο Οδυσσέας το σπρώχνει. Να μην τον νοιάζει η γνώμη των άλλων του λέει ο Οδυσσέας (σ.σ. εν περιλήψει).  Και παίρνει φόρα ο Οδυσσέας. «Γκαζώνει» με τον πατέρα του στο καροτσάκι. Διασχίζουν όλη την πλατεία τρέχοντας. «Άκρη». «Άκρη». «Άκρη», φωνάζει ο Οδυσσέας και προκαλεί μικρές «εκρήξεις» στους ατάραχους- αραχτούς των άλλων καφέ. Πετάγονται από τις θέσεις του. Πέφτουν κάτω. Αναποδογυρίζουν τραπεζάκια. Χύνονται καφέδες. Σπάνε ποτήρια με νερό. Και εκείνοι, ο Οδυσσέας με τον Λευτέρη τρέχουν. «Πετάνε». Και φθάνουν. Σε ένα τραπεζάκι, δίπλα στο σιντριβάνι. Εκεί που αρέσει στον Λευτέρη. Ο Οδυσσέας παραγγέλνει. «Πυροβολεί» την παραγγελία στην εμβρόντητη σερβιτόρο. Και κάθονται. Με αγαλλίαση. Με ανακούφιση. Με προσμονή.

Οι δυό τους. Όχι ακριβώς. Έχουν και παρέα. Αλλά μέχρι εδώ το spoiler. Οι εκπλήξεις, φαντάζομαι, θα συνεχιστούν.