Σήμερα η υπόθεση εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό, ενώ πρωτόδικα ο κατηγορούμενος τον Απρίλιο του 2019 καταδικάστηκε «για την πράξη της αποπλάνησης παιδιού που δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη», σε ποινή κάθειρξης 12 ετών χωρίς ελαφρυντικά. Ωστόσο, άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος, με τους περιοριστικούς όρους της εμφάνισής του δύο φορές το μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής του και της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.
Στην πολυσέλιδη απόφαση που είχε εκδώσει το δικαστήριο, αποκαλύπτονται τα στοιχεία που οδήγησαν στην πρωτόδικη καταδίκη του 69χρονου σήμερα μουσικού. Σύμφωνα με την απόφαση που δημοσίευσε η εφημερίδα «Πρώτο Θέμα», από τον Σεπτέμβριο του 2011 έως και τον Μάιο του 2013, ο μουσικός προέβαινε σε ασελγείς πράξεις σε βάρος της ανήλικης στην αυλή του σπιτιού του στον Ωρωπό, το οποίο βρισκόταν ελάχιστα μέτρα μακριά από το σπίτι όπου διέμενε η οικογένειά της.
Η δικαστική απόφαση- Κλινική ψυχολόγος διέψευσε τον κατηγορούμενο
Στη δικαστική απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας περιγράφεται η κακοποίηση του ανήλικου κοριτσιού από τον κατηγορούμενο ντράμερ, το 2011 αλλά και οι δυσκολίες των γονιών της να αποδείξουν τη βασιμότητα των ισχυρισμών της κόρης τους.
Με την απόφαση επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο κάθειρξη 12 ετών «για την πράξη της αποπλάνησης παιδιού που δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη» χωρίς κανένα ελαφρυντικό, ωστόσο του χορηγήθηκε αναστολή στην εκτέλεση της ποινής του μέχρι την έφεση και προκειμένου να εξασφαλίσουν την παρουσία του στη δευτεροβάθμια δίκη τον υποχρέωσαν να παρουσιάζεται δύο φορές τον μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής του και του απαγόρευσαν την έξοδο από τη χώρα.
Η απόφαση επί της ενοχής του κατηγορουμένου, ελήφθη με ισχυρή πλειοψηφία (5 -2), με δύο από τους ενόρκους να τάσσονται υπέρ της απαλλαγής του λόγω αμφιβολιών.
Οι δικηγόροι του κατηγορουμένου αμφισβήτησαν τις προανακριτικές καταθέσεις της μητέρας λέγοντας ότι υπέπεσε σε αντιφάσεις, όσον αφορά το πώς άρχισε να ψάχνει και να ρωτά το παιδί αν του είχε συμβεί κάτι στο σπίτι του μουσικού.
Αντιθέτως φέρεται να υποστήριξαν ότι όλα έγιναν για να εκδικηθούν τον μουσικό επειδή αρνήθηκε να καταθέσει ως ψευδομάρτυρας στο πλαίσιο αντιδικίας που είχε ο πατριός της ανήλικης με τον πρώην πεθερό του. Ωστόσο, μια τέτοια αντιδικία, όπως δέχθηκε το δικαστήριο, δεν προέκυψε μεταξύ των δύο παραπάνω προσώπων, ούτε σε ποινικό ούτε σε αστικό επίπεδο.
Από την πλευρά του, ο μουσικός υποστήριξε πως το παιδί δεν είχε μπει ποτέ στο σπίτι του, αναφέροντας μεταξύ άλλων πως η ανήλικη «φαινόταν να έχει κάποιο θέμα», ισχυρισμό που επανέλαβε και η σύζυγός του μουσικού, στη δική της κατάθεση, προσθέτοντας πως η μητέρα του παιδιού είναι «δικομανής και εκδικητικός χαρακτήρας».
Η κλινική ψυχολόγος, αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. επικύρωσε, όπως είπε, τη βασιμότητα των λεγομένων της ανήλικης, την οποία άρχισε να βλέπει από το 2013, όταν ήταν 8 ετών, έως και την ημέρα που εκδικάστηκε η υπόθεση σε πρώτο βαθμό, αποκλείοντας κάθε ενδεχόμενο η καταγγελία να είναι προϊόν φαντασίας.
Συγκεκριμένα κατέθεσε πως η ανήλικη τής είχε πει πως ο μουσικός ασέλγησε σε βάρος της «πάνω από τρεις-τέσσερις φορές», ενώ απέκλεισε το ενδεχόμενο η κατάθεση να είναι προϊόν υποβολής, αφού, όπως είπε, οι περιγραφές είναι εξαιρετικά ακριβείς και ειλικρινείς. «Μου είπε ότι την κάθιζε στα γόνατά του, έβλεπαν στον υπολογιστή κάτι για τη Μαδαγασκάρη και έβαζε τα χέρια του στο σώμα της και μία φορά της πήρε το χέρι και το έβαλε στα γεννητικά του όργανα. Δεν έχει και σήμερα κάποια απόκλιση σε αυτά που είπε», ανέφερε μεταξύ άλλων.