Μία ημέρα μετά την επίθεση, ακόμη είναι συγκεχυμένες οι πληροφορίες για τον αριθμό των αμάχων που είχαν βρει καταφύγιο στο θέατρο, όπως και για τα θύματα που άφησε πίσω του το πλήγμα από τις ρωσικές δυνάμεις.
Παρά τις εκτεταμένες καταστροφές που προκλήθηκαν στο θέατρο, σύμφωνα με Ουκρανούς αξιωματούχους το υπόγειο του κτιρίου «άντεξε» την επίθεση. Όμως, ακόμη και σήμερα δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί ο αριθμός των πιθανών θυμάτων, σύμφωνα με τις δημοτικές αρχές.
«Χθες και σήμερα, παρά τους συνεχείς βομβαρδισμούς, απομακρύνονται συντρίμμια όσο είναι δυνατόν και άνθρωποι απεγκλωβίζονται. Οι πληροφορίες για τα θύματα ακόμη αποσαφηνίζονται», ανέφερε ο δήμος σε ανακοίνωση, στην οποία δεν διευκρίνισε πόσοι έχουν διασωθεί. Κάποιες πληροφορίες αναφέρουν ότι 130 άνθρωποι έχουν βγει από το κτίριο.
Η επιχείρηση των διασωστών στο θέατρο είναι δύσκολη, καθώς η Ρωσία συνεχίζει τις επιθέσεις στην περιοχή, επεσήμανε ο Ουκρανός βουλευτής Ντμίτρο Γκούριν. «Οι βομβαρδισμοί ποτέ δεν σταματούν, το πυροβολικό ποτέ δεν σταματά και τα αεροπλάνα ρίχνουν βόμβες, οπότε είναι πραγματικά δύσκολα», συμπλήρωσε.
Το κτίριο του θεάτρου, που βρίσκεται στο κέντρο της Μαριούπολης, είχε οριστεί ως καταφύγιο για τους άμαχους. Σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο της πόλης, Σεργκέι Ορλόφ, έως 1.200 άνθρωποι βρίσκονταν εκεί. Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, βασιζόμενο σε μαρτυρίες ανθρώπων που απεγκλωβίστηκαν, κάνει λόγο για 500-800 άτομα.
Η Τετιάνα Ιγκνατσένκο, εκπρόσωπος της στρατιωτικής διοίκησης του Ντονέτσκ, δήλωσε ότι 1.000 άνθρωποι ήταν στο θέατρο πριν από μία εβδομάδα. «Αλλά από τότε πολλοί μπόρεσαν να διαφύγουν. Δεν μπορούμε να πούμε ακριβώς πόσοι ήταν στο θέατρο. Μπορούμε μόνο να εκτιμήσουμε ότι ήταν 400-500», συμπλήρωσε.
Σύμφωνα με τις δημοτικές αρχές της Μαριούπολης, ένα ρωσικό αεροσκάφος έριξε βόμβα στο κτίριο και έκανε λόγο για «εσκεμμένη και κυνική» επίθεση. Η Ρωσία αρνήθηκε ότι έβαλε στο στόχαστρο το θέατρο, αλλά ήδη οι επιθέσεις των δυνάμεών της στη Μαριούπολη έχουν καταστρέψει πολλά κτίρια μη στρατιωτικών υποδομών, ανάμεσά τους ένα νοσοκομείο, μια εκκλησία και αμέτρητες πολυκατοικίες.
Δορυφορικές εικόνες που δημοσίευσε η αμερικανική εταιρεία Maxar- οι οποίες τραβήχτηκαν τη Δευτέρα- δείχνουν ότι η λέξη «παιδιά», στα ρωσικά, ήταν γραμμένη στο έδαφος έξω από το κτίριο.
Το 80-90% των κτιρίων έχει καταστραφεί
Από τη στιγμή που ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Μαριούπολη δέχεται το πιο σφοδρό σφυροκόπημα από τις ρωσικές δυνάμεις.
Η κατάσταση είναι κρίσιμη, επεσήμαναν οι δημοτικές αρχές, καθώς οι βομβαρδισμοί είναι αδιάκοποι και έχουν προκληθεί κολοσσιαίες καταστροφές. Περίπου 30.000 άνθρωποι έχουν καταφέρει να διαφύγουν από την πόλη, όμως άλλοι 350.000 παραμένουν εγκλωβισμένοι εκεί, ενώ τα ρωσικά αεροσκάφη ρίχνουν 50-100 βόμβες κατά μέσο όρο κάθε ημέρα, σύμφωνα με τις δημοτικές αρχές της Μαριούπολης. Επίσης, μάχες διεξάγονται τα περίχωρα της πόλης.
Σύμφωνα με τον Πάβλο Κιριλένκο, κυβερνήτη του Ντονέτσκ, οι ρωσικές αεροπορικές επιδρομές έπληξαν και συγκρότημα κολυμβητηρίου στη Μαριούπολη, όπου είχαν βρει καταφύγιο άμαχοι. «Τώρα έχουμε εγκύους και γυναίκες με παιδιά κάτω από συντρίμμια εκεί», ανέφερε.
Οι δημοτικές αρχές εκτιμούν ότι περίπου το 80-90% των κτιρίων της πόλης είτε έχουν υποστεί ζημιές είτε έχουν καταστραφεί, από τις επιθέσεις των ρωσικών δυνάμεων, που μαίνονται ασταμάτητα. Τουλάχιστον 2.400 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στη Μαριούπολη, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, που παραδέχονται πως ίσως ο πραγματικός τραγικός υπολογισμός να είναι πολύ μεγαλύτερος.
Οι κάτοικοι της Μαριούπολης έχουν μείνει χωρίς ηλεκτρικό, θέρμανση και τρεχούμενο νερό, ενώ τα τρόφιμα και τα φάρμακα εξαντλούνται.
Χαρακτηριστική η φωτογραφία που δημοσίευσε σήμερα στο Twitter ο Λορέντσο Τόντο, ανταποκριτής του Guardian στην Ουκρανία. Σε αυτή δείχνει κατοίκους της Μαριούπολης, που λιώνουν χιόνι, μέσα σε μια χάρτινη συσκευασία.
«Για 11 ημέρες προσπαθούμε να παραδοθεί ανθρωπιστική βοήθεια. Το τελευταίο κονβόι είναι στον δρόμο εδώ και τέσσερις ημέρες και οι Ρώσοι δεν επιτρέπουν να μπει στη Μαριούπολη. Υπάρχουν λεωφορεία. Είμαστε έτοιμοι να απομακρύνουμε 3.000 ανθρώπους την ημέρα. Δεν μας αφήνουν», δήλωσε ο αντιδήμαρχος Σεργκέι Ορλόφ.
Άνθρωποι που έχουν καταφέρει να διαφύγουν, λένε ότι η κατάσταση είναι πιο κρίσιμη στα δυτικά του ποταμού που χωρίζει την πόλη. «Δεν υπάρχουν τρόφιμα, νερό, οι άνθρωποι είναι εντελώς αποκομμένοι από τον πολιτισμό», δήλωσε ένας άνδρας.
«Δίναμε τρόφιμα μόνο στα παιδιά»
Για 10 ημέρες το υπόγειο στο θέατρο της Μαριούπολης ήταν το καταφύγιο της 38χρονης Κέιτ και του 17χρονου γιου της. Το σπίτι τους, όπως πολλών άλλων στην πόλη που είναι υπό πολιορκία, καταστράφηκε από τις ρωσικές επιθέσεις. Πίστευαν ότι το θέατρο θα ήταν ένα σχετικά ασφαλές μέρος.
Μητέρα και γιος στριμώχτηκαν στα δωμάτια, τους διαδρόμους και τις αίθουσες του θεάτρου μαζί με δεκάδες άλλες οικογένειες. Κάποιες γυναίκες, λέει η Κέιτ, είχαν μωρά μόλις 4-5 μηνών.
«Στην αρχή ήταν πραγματικά δύσκολα, επειδή δεν υπήρχε καλή οργάνωση για την προμήθεια τροφίμων. Οπότε, τις πρώτες δύο ημέρες οι ενήλικες δεν έφαγαν τίποτα. Δίναμε τρόφιμα μόνο στα παιδιά», περιγράφει η 38χρονη.
Κοιμούνταν σε αυτοσχέδια κρεβάτια, από τα μαξιλάρια των καθισμάτων των θεάτρων. Έκοβαν κομμάτια από τα ξύλινα πατώματα, για να ανάψουν φωτιές προκειμένου να μαγειρέψουν. «Γύρω από το θέατρο δεν υπήρχαν αρκετά δέντρα που μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε, ενώ ήταν πολύ επικίνδυνο να βγούμε έξω», εξηγεί.
Τέσσερις ημέρες αφότου η Κέιτ βρήκε καταφύγιο στο θέατρο, οι ουκρανικές δυνάμεις κατάφεραν να στείλουν κάποια τρόφιμα και μια κουζίνα και άρχισαν να μαγειρεύουν. Έτρωγαν σούπα, κάποιες φορές χυλό βρώμης για μεσημεριανό και τσάι με μπισκότα το βράδυ.
Καθώς συνεχίζονταν οι αδιάκοποι ρωσικοί βομβαρδισμοί, τα κτίρια κοντά στο θέατρο υπέστησαν ζημιές ή καταστράφηκαν. «Ξέραμε ότι έπρεπε να φύγουμε, γιατί κάτι φριχτό θα συνέβαινε σύντομα», λέει η Κέιτ.
Μια ημέρα πριν από τον βομβαρδισμό του θεάτρου, η 38χρονη και ο γιος της έφυγαν από εκεί. «Μπήκαμε σε ένα αυτοκίνητο ενώ το θέατρο και η περιοχή βομβαρδιζόταν», δηλώνει. Ήταν το όχημα μιας τετραμελούς οικογένειας, που είχε μαζί της τέσσερις σκύλους και μια γάτα.
«Τους ζητήσαμε να πάμε μαζί τους, επειδή δεν είχαμε δικό μας αυτοκίνητο», εξηγεί. Ήταν στο κονβόι των περίπου 2.000 αυτοκινήτων που διέφυγαν από τη Μαριούπολη την Τρίτη.
«Την πρώτη ημέρα αφού καταφέραμε να φύγουμε, δεν μπορούσα να μιλήσω. Απλά κλαίγαμε όλοι», δηλώνει. «Αλλά τώρα είναι σαν να μην έχουν μείνει άλλα δάκρυα. Δεν πιστεύω ότι θα φύγει ποτέ αυτός ο πόνος», συμπληρώνει η 38χρονη.