Latest News

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2021

Η μετάλλαξη Όμικρον φαίνεται πολύ μεταδοτική- Οι περιπτώσεις επαναλοίμωξης


 Απίθανο θεωρεί η Βάνα Παπαευαγγέλου το απαισιόδοξο σενάριο ότι τα εμβόλια για τον κορωνοϊό θα αποδειχθούν μη αποτελεσματικά απέναντι στη μετάλλαξη Όμικρον, που σημειώνει πως φαίνεται ότι είναι πολύ μεταδοτική. 

 

Η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της επιτροπής τονίζει ότι ο μόνος τρόπος για να μειώσουμε τις πιθανότητες να αναδυθούν νέες σημαντικές μεταλλάξεις είναι ο καθολικός εμβολιασμός, ενώ σημειώνει ότι το νέο στέλεχος αναμένεται να επικρατήσει στην Ευρώπη τους επόμενους 2-3 μήνες. 

 

Τα πρώτα επιδημιολογικά δεδομένα από την Νότια Αφρική δείχνουν ότι η μετάλλαξη Όμικρον είναι «πολύ μεταδοτική», καθώς η χώρα αντιμετωπίζει εκθετική αύξηση των νέων κρουσμάτων τις τελευταίες ημέρες, επισημαίνει η κ. Παπαευαγγέλου σε συνέντευξη στο ΑΠΕ. 

 

«Αυτή η παρατήρηση συμφωνεί άλλωστε με τις γνώσεις μας από την εξελικτική ιολογία που υποστηρίζουν ότι στόχος των μεταλλάξεων των ιών είναι η δημιουργία στελεχών με μεγαλύτερη μεταδοτικότητα», συμπληρώνει και σημειώνει ότι θα χρειαστεί να περιμένουμε λίγες ημέρες προκειμένου να υπάρχει μεγαλύτερη βεβαιότητα για αυτό. 

 

Η καθηγήτρια αναφέρθηκε και σε μελέτη από τη Νότια Αφρική, που δείχνει πως η νέα μετάλλαξη συνδέεται με σχεδόν τριπλάσιο αριθμό επαναλοιμώξεων σε σχέση με τα προηγούμενα επιδημικά κύματα. 

 

«Τα νέα δεδομένα υποστηρίζουν ότι η πιθανότητα επαναλοίμωξης με τη παραλλαγή Όμικρον, ασθενών που είχαν νοσήσει από παλιότερο στέλεχος του ιού είναι τριπλάσιες. Η παρατήρηση αυτή προκαλεί μεγάλη ανησυχία καθώς συνεπάγεται έκρηξη νέων κρουσμάτων λόγω μείωσης του τείχους ανοσίας», δηλώνει σχετικά, αλλά προσθέτει ότι αυτό αποτελεί αρχική εκτίμηση. 

 

Όμως, σε περίπτωση που επιβεβαιωθούν αυτά τα δεδομένα «είναι απαραίτητο όλοι όσοι νόσησαν και αμέλησαν να εμβολιαστούν, καθώς θεωρούσαν τους εαυτούς τους προστατευμένους από τη φυσική ανοσία, να τρέξουν να κλείσουν το ραντεβού τους για εμβόλιο», τονίζει και υπογραμμίζει πως πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η ανοσία που προσφέρει ο εμβολιασμός υπερτερεί της προστασίας που επιτυγχάνεται μετά από νόσηση.

 

Παράλληλα, η κ. Παπαευαγγέλου επεσήμανε ότι σύμφωνα με τα πρώτα δεδομένα από τη Νότια Αφρική η νέα μετάλλαξη συνδέεται με ηπιότερη νόσο σε σύγκριση με τη Δέλτα. «Χρειαζόμαστε όμως περισσότερα κλινικά δεδομένα πριν βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. Η αισιοδοξία μας επίσης πηγάζει από τις γνώσεις εξελικτικής ιολογίας σύμφωνα με τις οποίες, επειδή ο ιός θέλει να συνεχίσει να διασπείρεται, προτιμά να αφήνει τους ασθενείς να επιβιώνουν ώστε να μολύνουν περισσότερους ανθρώπους», συμπληρώνει. 

 

Αν επιβεβαιωθεί ότι το νέο στέλεχος έχει μεγαλύτερη μεταδοτικότητα, είναι βέβαιο ότι θα επικρατήσει, δηλώνει η καθηγήτρια. «Από την προηγούμενη εμπειρία μας με την μετάλλαξη Δέλτα και σύμφωνα με τις προβλέψεις του ECDC, προβλέπεται ότι η μετάλλαξη Όμικρον θα επικρατήσει στην Ευρώπη μέσα στους επόμενους δύο-τρεις μήνες», συμπληρώνει. 

 

«Όσο η εμβολιαστική κάλυψη δεν είναι αρκετά υψηλή, όσο δεν καταφέρνουμε να χτίσουμε το λεγόμενο τείχος ανοσίας, επιτρέπουμε στον ιό να διασπείρεται ανάμεσα μας και να εξελίσσεται. Ο μόνος τρόπος για να μειώσουμε τις πιθανότητες να αναδυθούν νέες σημαντικές μεταλλάξεις είναι ο καθολικός εμβολιασμός», υπογράμμισε η κ. Παπαευαγγέλου. 

 

Σε ερώτηση για την περίπτωση να αποδειχθούν αναποτελεσματικά τα εμβόλια απέναντι στη μετάλλαξη Όμικρον, η καθηγήτρια απαντά:

 

«Αυτή είναι η πιο απαισιόδοξη εκδοχή την οποία θεωρώ απίθανη. Σε αυτή τη περίπτωση γυρνάμε πίσω στο Μάρτιο του 2020 έχοντας όμως στα χέρια μας τη τεχνογνωσία των εμβολίων που, σύμφωνα με τη φαρμακοβιομηχανία, μπορούν να κυκλοφορήσουν μέσα σε 90-100 μέρες. Στη περίπτωση αυτή όμως, ανάλογα με τη διασπορά του ιού στη κοινότητα και τις αντοχές των συστημάτων υγείας θα χρειαστεί να αποφασιστούν επιπλέον μέτρα». 

 

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης τονίζει πως η επέκταση του εμβολιασμού αλλά και η χορήγηση αναμνηστικής δόσης εμβολίου μειώνει σημαντικά τις «ευκαιρίες» του ιού να μεταδίδεται. Παράλληλα, προειδοποιεί ότι σε περιοχές και κοινωνίες όπου σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού παραμένει ανεμβολίαστο, θα συνεχίσουμε να παρατηρούμε σημαντικές επιδημικές εξάρσεις.