Με «θετική ατζέντα» αλλά και μια ανάρτηση στο Twitter στην οποία αναφέρεται στις συναντήσεις του με μέλη της «τουρκικής μειονότητας» συνεχίζει την επίσκεψή του στη χώρα ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου...
«Βρίσκομαι στην Ελλάδα για να συναντήσω μέλη της τουρκικής μειονότητας στη Δυτική Θράκη και να συζητήσω για τις διμερείς μας σχέσεις», αναφέρει στην ανάρτησή του, που είναι γραμμένη σε τουρκικά και αγγλικά.
Το αεροσκάφος του Τούρκου ΥΠΕΞ προσγειώθηκε, λίγο μετά τις 10, στο αεροδρόμιο «Δημόκριτος».
«Πηγαίνω στην Ελλάδα με θετική ατζέντα», δήλωσε ο Τούρκος ΥΠΕΞ στους δημοσιογράφους λίγο πριν αναχωρήσει από την Τουρκία, σημειώνοντας πως στην τελευταία επίσκεψη του Νίκου Δένδια «υποδεχθήκαμε τους Ελληνες με θετικό τρόπο και περιμένουμε και αυτοί να κάνουν το ίδιο».
Έτοιμη να απαντήσει σε εμπρηστική ρητορική η Αθήνα
Αν η επίσκεψη του Μεβλούτ Τσαβούσογλου παραμείνει εθιμοτυπική και συναντηθεί στην Κομοτηνή με τα μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας, τότε η Αθήνα θα τον καλωσορίσει και θα τον τιμήσει με όλους τους τύπους της ελληνικής φιλοξενίας. Αν όμως ο κύριος Τσαβούσογλου ακολουθήσει μια εμπρηστική ρητορική και μιλά για τουρκική μειονότητα στη Θράκη, τότε η Ελλάδα θα του δώσει τις κατάλληλες απαντήσεις.
Όμως το κλίμα με το οποίο προσέρχεται ο κ. Τσαβούσογλου και το κλίμα των προθέσεων του δείχνει ότι θέτει θέμα κυριαρχίας των ελληνικών νησιών και μάλιστα σε κατοικημένα νησιά, όπως οι Οινούσσες, το Αγαθονήσι και η Ψέριμος και θέτει θέμα αποστρατικοποίησης των νησιών. Μάλιστα λέει ότι η ελληνική θέση για το Καστελόριζο είναι «παράλογη», και απειλεί λέγοντας ότι η προτίμηση της Τουρκίας είναι η διπλωματία και ο διάλογος, αλλά είναι ικανοί να πάνε προς οποιαδήποτε κατεύθυνση εάν η Ελλάδα επιλέξει.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, καμία ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να μπει σε αυτές τις διαπραγματεύσεις, όταν υπάρχει μάλιστα και απειλή πολέμου (casus belli) από την Τουρκία. Ο κ. Τσαβούσογλου θα συνοδεύεται από τους Τούρκους αξιωματούχους που συμμετείχαν στις διερευνητικές συνομιλίες που πραγματοποιήθηκαν πριν από λίγο καιρό, επομένως το συμπέρασμα είναι να μην περιμένει η χώρα μας απτά αποτελέσματα και θεαματική βελτίωση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.