Για πέμπτο κατά σειρά έτος συνεχίστηκε η διεπιστημονική υποβρύχια έρευνα στις ανατολικές ακτές της Σαλαμίνας...
Συγκεκριμένα, όπως έκανε γνωστό το υπουργείο Πολιτισμού, η έρευνα του 2020 εκτελέσθηκε με επιτυχία, παρά τις δύσκολες συνθήκες της πανδημίας, από ομάδα δεκαπέντε μελών, με κύρια συνεργάτιδα τη δρ. Χριστίνα Μαραμπέα, ως υπεύθυνη εργασιών πεδίου και τεκμηρίωσης, και τον δύτη Νικόλαο Γκόλφη, ως τεχνικό υπεύθυνο. Η έρευνα υλοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο.
Λόγω της γενικότερης αβεβαιότητας και αδυναμίας προτέρου πλήρους σχεδιασμού, η έρευνα περιορίσθηκε στην βόρεια πλευρά του μυχού του Όρμου του Αμπελακίου, όπου ερευνώνται, από το 2016, καταβυθισμένα αρχιτεκτονικά υπολείμματα της αρχαίας πόλης της Σαλαμίνας, με σαφείς συνέχειες στον σημερινό αιγιαλό. Τα αποτελέσματα της έρευνας του 2020 κρίνονται ιδιαιτέρως σημαντικά, εφ' όσον διακριβώθηκε οριστικά η πορεία του επιθαλάσσιου τείχους της κλασικής πόλης, παρά τον λιμένα, με την αποκάλυψη μεγάλου σκέλους του, αναφέρει το υπουργείο Πολιτισμού.
Με βάση τα συμπεράσματα από τις έρευνες των ετών 2018-2019, η πρόσφατη έρευνα στην βόρεια πλευρά του εσώτερου Όρμου του Αμπελακίου εξελίχθηκε συστηματικά σε τμήμα του σημερινού αιγιαλού αμέσως βορείως του νεότερου μώλου κατασκευασμένου από αρχαίο οικοδομικό υλικό, και συγκεκριμένα σε πρότερη θαλάσσια έκταση, μπαζωμένη προπολεμικά. Για την πλήρη διερεύνηση του εντοπισθέντος σκέλους του τείχους εφαρμόσθηκαν μέθοδοι και τεχνικές της χερσαίας και υποβρύχιας αρχαιολογίας, με την καθημερινή χρησιμοποίηση δύο υδραντλιών, ενώ στο νοτιότερο ανασκαφικό τετράγωνο χρειάσθηκε να κατασκευασθεί λίθινο φράγμα.
Με την πρόοδο της ανασκαφικής διερεύνησης αποκαλύφθηκε πλήρως σημαντικό σκέλος του επιθαλάσσιου τείχους, ως μέρος του όλου οχυρωτικού συστήματος της αρχαίας πόλης, του οποίου η περίμετρος μπορεί, πλέον, σχεδόν εξ ολοκλήρου, να αποκατασταθεί, με βάση παλαιότερα και νεώτερα δεδομένα από τις χερσαίες και ενάλιες έρευνες στην περιοχή Αμπελακίου-Πούντας. Το τμήμα του τείχους ερευνήθηκε σε μήκος 16 μ. περίπου. Για την συγκρότησή του, γενικά, έχουν χρησιμοποιηθεί λιθόπλινθοι και άλλοι μεγάλοι ειργασμένοι λίθοι στα δύο μέτωπα και αργοί λίθοι, μεσαίοι και μικροί, και χαλίκια, για το γέμισμα εσωτερικά.
Μέσω της προσεκτικής ανασκαφικής διερεύνησης στάθηκε δυνατόν να αναγνωρισθούν δύο κατασκευαστικές φάσεις του τείχους, κατά την κλασική περίοδο. Το πάχος του, στην πρώτη φάση, μετρήθηκε σε 2 - 2,20 μ., ενώ στην δεύτερη, σε 3 μ., ενισχυμένο πλέον, ενδεχομένως, για την αντιμετώπιση νέων πολιορκητικών μέσων.
Από την ανασκαφή του 2020 προήλθε μεγάλη ποσότητα κεραμεικής, σε θραυσματική κατάσταση, διαφόρων περιόδων, η οποία καλύπτει, γενικώς, το διάστημα από τους κλασικούς έως και τους μεσαιωνικούς - νεότερους χρόνους.