Σε απόλυτη άρνηση των όσων αποτρόπαιων περιγράφονται σε μια ακόμη μήνυση (η τρίτη κατά σειρά) που κατατέθηκε εναντίον του για το αδίκημα του βιασμού, προχώρησε ο προφυλακισμένος σκηνοθέτης Δημήτρης Λιγνάδης, ...σε εξηγήσεις που έδωσε μέσα από τις φυλακές της Τρίπολης στις εισαγγελικές αρχές οι οποίες χειρίζονται τη συγκεκριμένη καταγγελία και αναμένεται, άμεσα, να αποφασίσουν αν θα διευρύνουν ή όχι το κατηγορητήριο σε βάρος του.
Ο τρίτος μηνυτής καταγγέλλει τον προφυλακισμένο σκηνοθέτη για βιασμό του και ενώ ο Δημήτρης Λιγνάδης, όπως υποστηρίζει, του είχε δείξει προηγουμένως πορνογραφικό υλικό στον υπολογιστή του και του είχε προσφέρει αλκοόλ και χασίς. Ο καταγγελλόμενος βιασμός, κατά το μηνυτή, έγινε μέσα στο διαμέρισμα του σκηνοθέτη – περιγράφει μάλιστα και λεπτομέρειες από τη διακόσμηση του σπιτιού – και αφού πλέον ίδιος είχε χάσει τις αισθήσεις του.
«Ξαφνικά ένιωσα το σώμα μου να πυρακτώνεται, το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου, θόλωσε η όραση μου και άρχισα να χάνω την αίσθηση του περιβάλλοντος» περιγράφει ο μηνυτής που δεν έχει σχέση με το χώρο του θεάτρου.«Σωριάστηκα λιπόθυμος στον καναπέ. Όταν ξύπνησα, δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, βρέθηκα ξαπλωμένος στον καναπέ και γυμνός από τη μέση και κάτω....Ζαλισμένος όπως ήμουν και χωρίς να έχω επανακτήσει πλήρως τον έλεγχο των αισθήσεων μου, τον ρώτησα «τι έγινε», τι μου έκανες;» κι αυτός με σαρκαστικό ύφος μου απάντησε «έλα τώρα που δε σ’ άρεσε», προσθέτει.
Στον αντίποδα, ο προφυλακισμένος σκηνοθέτης υποστηρίζει πως η τρίτη μήνυση σε βάρος αποτελεί κατασκεύασμα του δικηγόρου του μηνυτή, ότι δεν γνωρίζει τον άνθρωπο που τον καταγγέλλει για βιασμό του και ότι δεν τον έχει επισκεφθεί ποτέ στο διαμέρισμά του. Ζητεί, δε, κατ΄ αντιπαράσταση εξέταση μαζί του, ώστε να αποδειχθεί, όπως λέει, η αλήθεια των ισχυρισμών του. Σύμφωνα με τον ίδιο, η μήνυση αυτή θα πρέπει να τεθεί στο αρχείο αβάσιμη και ψευδής. Ωστόσο, τις επόμενες ημέρες βάσει αυτής της μήνυσης η εισαγγελία θα αποφασίσει αν θα διευρύνει ή όχι το ήδη βαρύ κατηγορητήριο σε βάρος του Δημήτρη Λιγνάδη.
Επιμένοντας, μάλιστα, στη γραμμή της άρνησης ο προφυλακισμένος σκηνοθέτης, κάνει λόγο για κατασκευασμένη καταγγελία τόσο από το δικηγόρο του μηνυτή όσο και από τον πρόεδρο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ) Σπύρου Μπιμπίλα.
«Με προσκάλεσε να καθίσουμε μπροστά στον υπολογιστή, άνοιξε ένα ηλεκτρονικό φάκελο και άρχισε να μου δείχνει πορνογραφικές φωτογραφίες με νεαρά αγόρια σε διάφορες ερωτικές περιπτύξεις με μεσήλικα πρωταγωνιστή, του οποίου δεν φαινόταν το πρόσωπο, και οι οποίες περιλάμβαναν στοματική και πρωκτική διείσδυση...» υποστηρίζει, όμως, ο μηνυτής για τον προφυλακισμένο σκηνοθέτη, την ώρα που οι αρχές «ξεσκονίζουν» τα ψηφιακά αρχεία και αποτυπώματα του κατηγορούμενου.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει στη μήνυση του ο καταγγέλλων ο βιασμός του από το Δημήτρη Λιγνάδη έγινε το 2018 και αφού γνωρίστηκε με τον κατηγορούμενο στην πλατεία του Αγίου Παύλου.
Ο μηνυτής περιγράφει, ότι ο σκηνοθέτης του πρόσφερε τσιγάρο μαριχουάνας και αλκοόλ και ενώ εκείνος του εκμυστηρεύονταν πως είχε μπλέξει με ναρκωτικά, ότι προσπαθούσε να απεξαρτηθεί και ότι είχε καταδικασθεί για σχετικό αδίκημα. Ο Δ. Λιγνάδης σύμφωνα με τον μηνυτή του έλεγε ότι «θεωρούσε τον εαυτό του ως τον μεγαλύτερο ηθοποιό και σκηνοθέτη της εποχής, …ότι έχει πολύ μεγάλες και ισχυρές γνωριμίες στο χώρο της πολιτικής και στο χώρο της τέχνης…. «Είμαι ο βασιλιάς της σκηνής, έχω δικά μου 10 θέατρα και τα υπόλοιπα στα πόδια μου» μου είπε χαρακτηριστικά, καμαρώνοντας» αναφέρει ο καταγγέλλων και προσθέτει: «Εν τέλει, του «κάποια στιγμή μου είπε ότι πρέπει να φύγει, γιατί ήταν επίσημος προσκεκλημένος σε μια εκδήλωση για τον Νέλσον Μαντέλα και μου έδωσε ραντεβού για την επόμενη εβδομάδα, ημέρα Τετάρτη …».
«Ο βιασμός»
Στη συνέχεια ο μηνυτής, αναφέρει πως επισκέφθηκε τον κατηγορούμενο εκείνη την Τετάρτη στο σπίτι του και όταν εκείνος του άνοιξε ήταν «ημίγυμνος, φορώντας μία πετσέτα μπάνιου γύρω από τους γοφούς του με την δικαιολογία, ότι μόλις είχε βγει από το μπάνιο».
Στη συνέχεια ο καταγγέλλων περιγράφει: «…Μου πρόσφερε ουίσκι και καπνίσαμε μαριχουάνα. Ήταν βαρύς καπνιστής, άναβε το ένα τσιγάρο πάνω στο άλλο. Καθόμασταν στον καναπέ του σαλονιού, που συνδεόταν με την κουζίνα με πάσο. Πάνω σε ένα χαμηλό τραπέζι κρυστάλλινο βρισκόταν ένας φορητός ηλεκτρονικός υπολογιστής με μεγάλη οθόνη χρώματος μπλε με μαύρο πληκτρολόγιο. Με προσκάλεσε να καθίσουμε μπροστά στον υπολογιστή, άνοιξε ένα ηλεκτρονικό φάκελο και άρχισε να μου δείχνει πορνογραφικές φωτογραφίες με νεαρά αγόρια σε διάφορες ερωτικές περιπτύξεις με μεσήλικα πρωταγωνιστή, του οποίου δεν φαινόταν το πρόσωπο, και οι οποίες περιλάμβαναν στοματική και πρωκτική διείσδυση...Στο πάτωμα, δίπλα στο τραπέζι, ήταν μία μεγάλη τσάντα. Την έβαλε πάνω στο τραπέζι, την άνοιξε και άρχισε να βγάζει από μέσα και να μου επιδεικνύει διάφορα ερωτικά βοηθήματα κάθε είδους και μεγέθους. Μετά άνοιξε και μια άλλη, μικρότερη τσάντα, που επίσης ανασήκωσε από το πάτωμα και ανοίγοντας την μου επέδειξε μία συσκευή με καλώδια, εξηγώντας μου, ότι είναι βοήθημα και ιδιαίτερα σκληρά σαδομαζοχιστικά «παιχνίδια». …. Κάποια στιγμή ο μηνυόμενος πήγε στην κουζίνα και επέστρεψε, φέρνοντας μου ένα επιπλέον ποτήρι ουίσκι, το οποίο λόγω της εντονότατης ψυχικής υπερδιέγερσης και αμηχανίας που ένιωθα, ήπια μονορούφι. Ξαφνικά ένιωσα το σώμα μου να πυρακτώνεται, το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου, θόλωσε η όραση μου και άρχισα να χάνω την αίσθηση του περιβάλλοντος. Σωριάστηκα λιπόθυμος στον καναπέ. Όταν ξύπνησα, δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, βρέθηκα ξαπλωμένος στον καναπέ και γυμνός από τη μέση και κάτω....Ζαλισμένος όπως ήμουν και χωρίς να έχω επανακτήσει πλήρως τον έλεγχο των αισθήσεων μου, τον ρώτησα «τι έγινε», τι μου έκανες;» κι αυτός με σαρκαστικό ύφος μου απάντησε «έλα τώρα που δε σ’ άρεσε»..... Ουρλιάζοντας του είπα «ρε π...., τι μου έκανες ρε κ....»και ταυτόχρονα με όση δύναμη είχα του έριξα ένα πολύ δυνατό χαστούκι. Ήμουν τόσο οργισμένος που παρά τη σωματική αδυναμία και την ζάλη που ένιωθα, όρμησα επάνω του για να τον χτυπήσω. Αυτός όμως οπισθοχώρησε και αφού προφυλάχτηκε πίσω από μια καρέκλα, με απείλησε ότι αν δε φύγω αμέσως θα καλέσει την αστυνομία, θα πει ότι αποπειράθηκα να το ληστέψω και θα με στείλει φυλακή. Τρομοκρατήθηκα, γιατί ήμουν ήδη καταδικασμένος με αναστολή. Αναλογίστηκα την τεράστια κοινωνική δύναμη του μηνυομένου σε σχέση με τη δική μου αδυναμία. Φοβήθηκα ότι κανείς δεν θα πιστέψει έναν καταδικασμένο πρώην χρήστη ναρκωτικών ότι ο μηνυόμενος με τις υψηλές γνωριμίες και διασυνδέσεις βρίσκεται σαφώς σε σχέση ισχύος απέναντι μου, ότι εύκολα μπορούσε να με παγιδεύσει και να καταλήξω άδικα στη φυλακή. Νιώθοντας απέναντι του αδυναμία και απελπισία ξέσπασα σε κλάματα, ντύθηκα άρον- άρον και εγκατέλειψε το διαμέρισμα. Έκτοτε δεν τον ξανάσυνάντησα. …».
«Δεν τον γνωρίζω»
«Τον μηνυτή, όχι μόνο δεν τον βίασαν, αλλά δεν τον γνωρίζω καν», υποστήριξε από την πλευρά του ο κατηγορούμενος σκηνοθέτης αντικρούοντας ενώπιον των δικαστικών αρχών την καταγγελία σε βάρος του, χαρακτηρίζοντας την μάλιστα «προϊόν μυθοπλασίας χωρίς κανένα αντικειμενικό στοιχείο που να επιβεβαιώνει όσα ψευδώς ισχυρίζεται» ο μηνυτής. Όπως λέει «δεν μπορεί να υπάρξει ιατροδικαστικός έλεγχος ή τοξικολογική εξέταση ή εξέταση DNA, παρά μόνο είναι ο λόγος του ενάντια στο λόγο μου».
Ο Λιγνάδης επικαλείται απουσία μαρτύρων να επιβεβαιώσουν τα καταγγελλόμενα. Αυτό άλλωστε, όπως λέει, αποδεικνύει «ότι η μήνυση του είναι ένα φανταστικό σενάριο», καθόσον όπως επισημαίνει: «Ανάμεσα στην γνωριμία μας και τον υποτιθέμενο βιασμό μεσολάβησαν κάποιες ημέρες, άρα θα ήταν αναμενόμενο και φυσιολογικό στο μεσοδιάστημα αυτόν να έχει αναφέρει (σ.σ. ο μηνυτής) την γνωριμία μας και την υποτιθέμενη μετάβαση του στο διαμέρισμά μου ως σημαντικό γεγονός στο οικογενειακό και φιλικό του περιβάλλον, όπως επίσης θα ήταν αναμενόμενο να έχει αναφέρει και τον δήθεν ραντεβού που δήθεν δώσαμε για την επόμενη φορά. Δε συμβαίνει κάθε ημέρα να γνωρίζει κανείς και να επισκέπτεται έναν γνωστό ηθοποιό και σκηνοθέτη στο σπίτι του!».
Σύμφωνα με την πλευρά του σκηνοθέτη, ο καταγγέλλων είναι ένας «στρατευμένος μάρτυρας, ο όποιος με την προσδοκία απόκτησης οικονομικού οφέλους» υπέβαλε σε βάρος του μία ψεύδη καταγγελία, «στερούμενος στοιχείων, με μοναδικό όπλο τις υποβληθείσες σε βάρος μου καταγγελίες, καθώς οι φωνές των πολλών, ακόμα και όταν αυτοί ψεύδονται ασυστόλως, δυστυχώς υπερισχύουν της φωνής που ενός, ακόμη και όταν αυτός είναι αθώος».
«Πυρά στον δικηγόρο και στον Μπιμπίλα»
Ο προφυλακισμένος σκηνοθέτης στρέφει δε τα πυρά στο δικηγόρο του καταγγέλλοντα, υποστηρίζοντας πως η καταγγελία σε βάρος του κατασκευάστηκε από το νομικό του παραστάτη. Υποστηρίζει χαρακτηριστικά πως «ο δικηγόρος του, ο οποίος όλως τυχαίως είναι συνήγορος και του εταίρου φερόμενο βιασθέντα από εμένα, προσπάθησε να καταστήσει αληθοφανή την ιστορία του δήθεν βιασμού του έντολέως του από εμένα, αλλά δε σκέφτηκε ότι η προσπάθειά του αυτή θα αποκαλυφθεί, αφού πλέον με τη συνδρομή του διαδικτύου τίποτα δε μένει κρυφό. Σύμφωνα μάλιστα με έρευνα που έγινε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook και instagram προέκυψε ότι άτομο με τα στοιχεία του μηνυτή είχε ερωτική σχέση με μία γυναίκα, την Φ.Κ, η οποία συνέχεια παντρεύτηκε τον ηθοποιό Δ.Μ., ο οποίος ήταν συμφοιτητής μου και είναι προσωπικός φίλος του Σπύρου Μπιμπίλα, προέδρου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, για τον οποίο έχω καταγγείλει και στο απολογητικό μου υπόμνημα ότι βρίσκεται πίσω από αυτή την σε βάρος μου σκευωρία».
Ακολούθως, ο κατηγορούμενος αντικρούει τους ισχυρισμούς του μηνυτή του, υποστηρίζοντας πως δεν γνωρίζει γνωστό τραγουδιστή όπως αναφέρει ο καταγγέλλων, ότι ο μηνυτής του έχει πέσει σε αντιφάσεις σε σχέση με τα όσα αναφέρει στη μήνυση του και με τα όσα δήλωσε σε τηλεοπτική του συνέντευξή του. Ενδεικτικά αναφέρει πως «ο φερόμενος βιασθείς στην συνέντευξη του δήλωσε και μάλιστα επανέλαβε ότι μετά την κατανάλωση του ενός ποτού δήθεν ξύπνησε στην κρεβατοκάμαρα μου, ενώ στην μήνυση που αναφέρει ότι μετά την κατανάλωση δύο ποτηριών ουίσκι σωριάστηκε λιπόθυμος στον καναπέ του σαλονιού και όταν ξύπνησε βρέθηκε ξαπλωμένος εκεί και όχι στην κρεβατοκάμαρα μου!».
Όσον αφορά στην περιγραφή του σπιτιού του ο Δημήτρης Λιγνάδης υποστηρίζει ότι το διαμέρισμά του είχε παρουσιαστεί σε περιοδικό ενώ ισχυρίζεται πως η περιγραφή του μηνυτή έχει πολλά λανθασμένα σημεία όσον αφορά στους χώρους του σπιτιού του, οι οποίοι δεν είχαν φωτογραφηθεί.
Αποδίδει ακόμη σε «προσθήκες» του δικηγόρου του μηνυτή το γεγονός ότι επέλεξε να τοποθετήσει το καταγγελλόμενο αδίκημα «σε μια ημέρα που παραβρέθηκα σε μία κοινωνική εκδήλωση, η οποία έχει συγκεντρώσει τα φώτα της δημοσιότητας, όπως ήταν αυτή για την μνήμη του Νέλσον Μαντέλα».