Σε μία προκλητική συνέντευξη προχώρησε ο βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος ...ούτε λίγο, ούτε πολύ, ξεκαθάρισε ότι ποτέ δεν πρόκειται να επιστραφούν τα γλυπτά του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
Μάλιστα η πρόκλησή του είναι ακόμα μεγαλύτερη αφου λέει ότι ότι ο αρχαιοκάπηλος λόρδος Ελγιν τα απέκτησε απολύτως νόμιμα και ότι δεν υπάρχει ίχνος κλοπής.
Ξεχνάει βέβαια ο βρετανός πρωθυπουργός ότι από το 1801 έως το 1804 τα συνεργεία του Έλγιν δρούσαν στην Ακρόπολη, προκαλώντας σημαντικές ζημίες στα γλυπτά και το ίδιο το μνημείο, αποσπώντας και διαμελίζοντας ένα σημαντικό μέρος (περίπου το ήμισυ) από το σωζόμενο γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα, μαζί με ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη, όπως ένα κιονόκρανο κι ένα σπόνδυλο από κίονα.
Ξεχνάει επίσης ότι οι αφαιρούμενες αρχαιότητες συσκευάζονταν σε κιβώτια και μεταφέρονταν δια θαλάσσης στην Αγγλία. Το 1802 φορτώθηκαν τα πρώτα 12 κιβώτια στο ιδιόκτητο ιστιοφόρο του Έλγιν «Μέντωρ». Το πλοίο, όμως, βυθίστηκε στον Αβλέμονα των Κυθήρων και χρειάστηκαν δύο χρόνια για την ανέλκυσή τους.
Το 1803 επιστρέφοντας στην Αγγλία κρατήθηκε αιχμάλωτος στη Γαλλία, όταν παραβιάστηκε η συνθήκη της Αμιένης, και μόλις το 1806 επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου ήδη είχε γίνει αντικείμενο κριτικής από διακεκριμένους συμπατριώτες του (Ντότγουελ, Ντάγκλας, Κλαρκ, Σμιθ, Χόμπχαουζ) για τη μεταφορά των ελληνικών γλυπτών στην Αγγλία.
Τον κατηγόρησαν ως κοινό κλέφτη και βάνδαλο, που με αθέμιτα μέσα (δωροδοκίες κλπ) λήστεψε σεβαστά μνημεία του πολιτισμού για ίδιον όφελος.
To ακόμα πιο προκλητικό είναι ο Μπόρις Τζόνσον στην ίδιθα συνέντευξη, στα Νέα, εμφανίσζεται ως ελληνολάτρης.
Όπως αναφέρει ο ίδιος σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Φιλοσοφία στην Οξφόρδη, λατρεύει την αρχαία ελληνική γραμματεία, απαγγέλλει (με ερασμική προφορά) από στήθους στίχους από την «Ιλιάδα», αποκαλεί τον Ομηρο «μεγαλύτερο συγγραφέα όλων των εποχών» και έχει για ήρωα τον Περικλή, μια προτομή του οποίου κοσμεί το γραφείο του από την πρώτη κιόλας ημέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του.
Επισκέπτεται την Ελλάδα σχεδόν κάθε χρόνο (προ πανδημίας), παραθερίζοντας στη διώροφη βίλα του πατέρα του, στο Χόρτο του Πηλίου, όπου γεύεται τις τοπικές σπεσιαλιτέ – με ιδιαίτερη προτίμηση στο κλέφτικο και το τζατζίκι.