Σε μια κατάθεση ψυχής προχωρά η «Αγγελική», μια κοπέλα – θύμα σεξουαλικής κακοποίησης σε νησί της Ρόδου, πριν από ...αρκετά χρόνια. Μια πληγή όμως που δεν έκλεισε ποτέ.
Στη συνέντευξή της στην εφημερίδα «Δημοκρατική της Ρόδου», παίρνοντας δύναμη από τις καταγγελίες που σε πανελλαδικό επίπεδο διαδέχονται η μία την άλλη, μιλάει για τη δική της τραυματική εμπειρία, θέλοντας να καταδείξει, όπως λέει, ότι όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας δεν αφορούν μόνο τον κόσμο του θεάματος ή του αθλητισμού, αλλά μπορεί να συμβαίνουν και μέσα στο ίδιο μας το σπίτι.
«Στη δική μου περίπτωση, δεν ήταν κάποιος διάσημος. Ηταν ένας οικογενειακός φίλος, συνάδελφος του πατέρα μου που περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί, κυρίως στις καλοκαιρινές διακοπές και στις γιορτές. Πάντα έβρισκε ευκαιρία να με πλησιάζει, με το πρόσχημα ότι δήθεν θα πάμε για βόλτα, δήθεν θα πάμε για να αγοράσουμε παγωτό, παιχνίδια, οτιδήποτε μπορούσε να σκεφτεί για να με απομακρύνει από τους γονείς μου οι οποίοι του είχαν τυφλή εμπιστοσύνη. Σε κάθε ευκαιρία, έβρισκε τρόπο να με απομακρύνει για να μου δείξει «πόσο με αγαπάει», εξομολογείται το θύμα.
«Δεν μπορούσα να το εξηγήσω…»
Όπως περιγράφει, «μου έλεγε ότι με αγαπάει σαν δικό του παιδί. Κι αυτό ήταν πολύ πιστευτό για το μυαλό μου τότε. Δεν μπορώ να σας πω με βεβαιότητα πότε ξεκίνησε, γιατί δεν θυμάμαι ακριβώς, ήμουν πολύ μικρή. Μεγαλώνοντας όμως, που άρχισα να βλέπω τηλεόραση και να έχω εικόνες, άρχισα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά, κάτι δεν γίνεται σωστά.
» Με το μυαλό μου δεν μπορούσα να το εξηγήσω αλλά μέσα μου άρχισε να μεγαλώνει ένα δυσάρεστο συναίσθημα. Δεν ξέρω, πρέπει να ήμουν 10, 11 ετών όταν άρχισα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά. Συνειδητοποίησα βέβαια μερικά χρόνια αργότερα τι ακριβώς συμβαίνει».
Όπως λέει «σκεφτόμουν ότι και ο μπαμπάς μου έλεγε ότι με αγαπάει αλλά δεν μου έδειχνε την αγάπη του με αυτόν τον τρόπο. Στο παιδικό μου μυαλό σκεφτόμουν ότι ίσως ο μπαμπάς μου δεν με αγαπάει τόσο όσο ο «φίλος» του, επειδή δεν με έπαιρνε αγκαλιά και δεν με πήγαινε βόλτες τόσο συχνά. Απόλυτη σύγχυση. Μεγαλώνοντας, και δεν ντρέπομαι να το πω, από την τηλεόραση κατάλαβα πως αυτά που κάνει σε εμένα αυτός ο άνθρωπος τα κάνουν μεταξύ τους οι μεγάλοι».
«Δεν συζητάμε για σεξουαλική διαπαιδαγώγηση καν, ούτε με τους γονείς μου συζητούσαμε τέτοια πράγματα ούτε στο σχολείο εννοείται. Αρα, έπρεπε να λύσω μόνη μου τις απορίες. Και σε αυτές τις ηλικίες, δεν είναι κάτι που μπορεί να κάνει ένα παιδί. Δεν ξέρω, κουβαλούσα μια ντροπή. Ανεξήγητη. Νόμιζα ότι έφταιγα εγώ, ότι το προκάλεσα εγώ, τέλος πάντων ότι κάτι έκανα λάθος εγώ. Ενιωθα ότι είχα μερίδιο ευθύνης. Ότι ήμουν κι εγώ υπεύθυνη γι αυτό που συνέβαινε» υποστηρίζει.
Ερωτηθείσα αν χρειάστηκε να ξανασυναντήσει αυτό τον άνθρωπο, σημειώνει πως «λίγα χρόνια μετά που γύρισα από τις σπουδές μου, αρρώστησε και πέθανε. Εγώ τότε λυτρώθηκα. Κι ας μην μπορούσε πια να με αγγίξει όταν μεγάλωσα, μόνο όταν πέθανε ηρέμησα».
«Τώρα όμως που είμαι μάνα κι έχω δικά μου παιδιά, σας μιλώ ειλικρινά, όταν τον φέρνω στο νου μου, θα ήθελα να είχε αντιδράσει, να είχα χειροδικήσει, να τον είχα κάνει να πονέσει όπως πόνεσε κι εμένα. Βλέπω τα παιδιά μου να μεγαλώνουν και θέλω να χτίσω γύρω τους έναν τοίχο, μια ασπίδα για αν μην τα πονέσει κανείς».