Ήταν Ιούνιος του 2014 και οι συνάδελφοι της Dina Srinivasan, στην WPP, την μεγαλύτερη διαφημιστική φίρμα στον κόσμο, ήταν κατενθουσιασμένοι. Το Facebook είχε μόλις ανακοινώσει πως πλέον θα παρακολουθεί την δραστηριότητα των χρηστών του στο διαδίκτυο... ακόμη και αν είναι εκτός του δικτύου του.
Για έναν ψηφιακό διαφημιστή, αυτή η εξέλιξη είναι ιδανική, μα ο λογικός άνθρωπος μέσα στην Srinivasan αναρωτιόταν: «Ποιος στο καλό συμφωνεί να τον παρακολουθούν στο internet;». Μα στην πραγματικότητα, ήξερε πως το Facebook μπορεί να κάνει σχεδόν οτιδήποτε, από τη στιγμή που δεν υπάρχει κανένας άλλος, πραγματικός ανταγωνιστής. Τρία χρόνια αργότερα, πήρε την μεγάλη απόφαση, καθώς είχε καταλάβει πως η δουλειά της δεν την ικανοποιούσε και παραιτήθηκε. Σήμερα, προς μεγάλη της έκπληξη, είναι μία από τις κινητήριες δυνάμεις πίσω από τις αντιμονοπωλιακές αγωγές, με τις οποίες το Facebook και η Google βομβαρδίζονται τον τελευταίο μήνα.
Όταν η Srinivasan άφησε την θέση της στην WPP, δεν είχε κατά νου κάποια τρομερή καμπάνια απέναντι στους σατανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς. Απλώς ήθελε να διαβάσει βιβλία σε κομψές καφετέριες, μα το διάβασμα την οδήγησε στο γράψιμό. Τελικά, 12 ολόκληρα χρόνια μετά την αποφοίτηση της, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το πτυχίο νομικής της και να γράψει μία νομική πραγματεία. Η Srinivasan είχε αποφοιτήσει το 2006 από το Yale, μα στην ορκωμοσία της περίμενε ήδη το τρίτο της παιδί και έτσι δεν άσκησε ποτέ την ειδικότητα της. Αντ’ αυτού, εξέλιξε μία τεχνολογία ψηφιακού marketing, την οποία πούλησε στον μελλοντικό εργοδότη της, την WPP. Όπως αποδείχθηκε, αυτή η ιδιαίτερη σταδιοδρομία και η εμπειρία της στον τομέα των διαδικτυακού marketing την έκανε ιδανική σύμμαχο στην νομική μάχη απέναντι στους τεχνολογικούς γίγαντες. Εκείνη, όμως, δεν το ήξερε. Δεν είχε, επίσης, υψηλές προσδοκίες για τα γραπτά της γιατί δεν είχε εμπειρία στον ακαδημαϊκό λόγο, μα αποφάσισε να δώσει τον καλύτερο της εαυτό.
Στην έκθεση της με τίτλο «The Antitrust Case Against Facebook» παρουσίασε μία νεωτερική, αλλά παράλληλα εύκολα αντιληπτή ιδέα. Σύμφωνα με την 40χρονή, το Facebook έχει δημιουργήσει μονοπώλιο στον τομέα του, αγοράζοντας ανταγωνιστές σαν το Instagram, όπως ακριβώς μία μεγάλη επιχείρηση θα έκανε πριν από 150 χρόνια. Η εταιρεία του παρελθόντος θα εκμεταλλευόταν την συγκυρία αυξάνοντας τις τιμές της, όμως το προϊόν που το δημιούργημα του Mark Zuckerberg προσφέρει είναι δωρεάν. Έτσι, αντί να αυξήσει τις τιμές του, το facebook συλλέγει όλο και περισσότερες πληροφορίες από τους χρήστες του, που φυσικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν με διαφόρους τρόπους. H Srinivasan έστειλε την πραγματεία της στα περιοδικά μερικών διακεκριμένων πανεπιστημίων και προς μεγάλη της έκπληξη, την είδε να δημοσιεύεται στο Berkeley Business Law Journal.
Όπως αποδείχθηκε, δεν θα μπορούσε να είχε γράψει την έρευνα της σε καλύτερη στιγμή. Αν υποθέσουμε ότι το διαδίκτυο θα μείνει στις ζωές μας για εκατοντάδες χρόνια, τότε αυτό σημαίνει ότι μάλλον ακόμη βρισκόμαστε στην χαοτική φάση του, όπου οι νόμοι καταπατούνται συνεχώς και όχι μόνο από τους παραδοσιακά κακούς χρήστες. Περίπου, δηλαδή, όπως περιγράφεται η Άγρια Δύση, με τους Cowboys και τους Ινδιάνους, στους παραφουσκωμένους μύθους του 19ου αιώνα. Αυτό σημαίνει πως ακόμη και αν τους είναι ξεκάθαρο πως πρέπει να αλλάξουν κάτι, οι νομοθέτες δεν είναι σίγουροι για το πώς. Στο κάτω κάτω, καλούνται να πολεμήσουν ένα πρόβλημα του 21ού αιώνα, με νόμους από τον 20ό.
Η δεύτερη έκθεση της, με τίτλο «Why Google Dominates Advertising Markets», που δημοσιεύτηκε στο τεχνολογικό περιοδικό του Stanford, εστιάζει στον ρόλο της Google στην διαδικτυακή διαφήμιση. Η Srinivasan φέρνει ως παράδειγμα την Wall Street, που υπακούει σε μία σειρά κανονισμών, για να αποφευχθεί η απόκτηση πλούτου με αθέμιτα μέσα. Αντίθετα, η αγορά διαδικτυακών διαφημίσεων είναι πολύ πιο… ελεύθερη. Έτσι, η Google μπορεί ταυτόχρονα να διαχειρίζεται τον χώρο όπου γίνονται οι συναλλαγές, να παίζει τον ρόλο του κυρίου μεσάζοντα μεταξύ των αγοραστών και των πωλητών, ενώ παράλληλα παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους πωλητές διαφημιστικών στον κόσμο. Ως αποτέλεσμα, η Google μπορεί να χρεώνει υπερβολικά ποσά για διαφημίσεις στον ισότοπο της και να προωθεί τα δικά της προϊόντα εις βάρος των ανταγωνιστών της.
Όπως εξήγησε στους New York Times ο καθηγητής και οικονομολόγος Thomas Philippon, «Το έργο της (της Srinivasan) βοήθησε τους νομοθέτες να ξεκαθαρίσουν τις ιδέες τους και να προχωρήσουν από μία φάση ανησυχίας στο να μπορούν να εξηγήσουν με σαφήνεια τις ακριβώς τους ανησυχεί». Η ίδια η Srinivasan ήταν μέρος της νομικής ομάδας που, σε συνεργασία με τον Γενικό Εισαγγελέα του Texas, σύνταξε την καταγγελία απέναντι στην Google, υπογεγραμμένη από εννιά ακόμη πολιτείες. Πλέον, μένει μόνο να δούμε πως η επιχειρηματολογία της Srinivasan θα φανεί στα αμερικανικά δικαστήρια. Μα ασχέτως του αποτελέσματος της συγκεκριμένης δικαστικής διαμάχης, ο δρόμος έχει πλέον ανοίξει. Τόσο οι ΗΠΑ, όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνονται να είναι έτοιμες, επιτέλους, να αλλάξουν το νομικό πλαίσιο, ώστε να μην είναι τόσο φιλικό προς τη λεγόμενη «big tech» και της μονοπωλιακές τάσεις των μεγάλων παικτών της.
Η ίδια η Srinivasan, που πριν από μόλις δύο χρόνια δεν ήταν σίγουρη για το κατά πόσο είναι αρμόδια να κάνει επιστημονική έρευνα, αναγνωρίζεται, πλέον, ως αντιμονοπωλιακή ερευνήτρια. Φυσικά, δεν χρειάζεται να ανησυχεί για την επαγγελματική της αποκατάσταση, καθώς στο μέλλον σίγουρα θα υπάρξουν δεκάδες δικαστικές διαμάχες, όπου η τεχνογνωσία της θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη. Και σε περίπτωση που βαρεθεί ή κουραστεί, η νέα κατοικία της, το Σαν Φρανσίσκο, είναι γεμάτο κομψά καφέ για διάβασμα.