Η Άννα Βαγενά μίλησε για τη γνωριμία της με τον Λουκιανό Κελαηδόνη, για την ομορφιά του, την εντιμότητα, την εξυπνάδα του και το ...χιούμορ του.
Μιλώντας στην εκπομπή «Προσωπικά» της ΕΡΤ είπε:
«Πριν φύγει ο Λουκιανός, μου φαινόταν αδιανόητο ότι θα ζήσω μετά από αυτόν. Τώρα είναι σαν να μην έχει φύγει. Στο σπίτι μας, όλες οι γωνιές που ήταν ο Λουκιανός, είναι όπως ήταν. Στην κουζίνα έχουμε ένα καναπεδάκι κι ένα τραπέζι. Έχω βάλει ένα μαξιλάρι, δεν κάθεται κανείς στο σημείο εκείνο, είναι τα χαρτάκια του όπως τα άφησε, δεν ξεσκονίζεται εκείνο το κομμάτι, είναι όπως τα άφησε, τα γυαλιά του, όλα. Και το δωμάτιό του είναι όπως ακριβώς το άφησε απέναντι από την πόρτα του δικού μου. Ακόμα αγοράζω πουκάμισα του Λουκιανού. Και τα βάζω στο δωμάτιο του»
Σαράντα τέσσερα χρόνια ζωής μοιράστηκαν και απέκτησαν δύο κόρες, τη Γιασεμί, που είναι ηθοποιός και τη Μαρία, η οποία εργάστηκε λίγο καιρό ως κοινωνική λειτουργός και τελικά στράφηκε στη μουσική. Σε φορτισμένη συγκινησιακά ατμόσφαιρα ερμήνευσε με την κιθάρα της το τραγούδι που έγραψε για τον πατέρα της, όταν εκείνος έφυγε από τη ζωή, και τόνισε: «Ο Λουκιανός είναι εδώ. Κάπως το έχει καταφέρει. Αυτό που λέει ο κόσμος ότι τον αισθάνεται, τον έχει δίπλα του... Δεν νομίζω ότι θα φύγει ποτέ. Μπορεί να ακούγεται λίγο μεταφυσικό, δεν είναι όμως περίεργο. Και τώρα που μιλάμε είναι κάπου εδώ».
«Μπορεί τα τραγούδια του, να ακούγονται απλά, είχαν όμως πολύ κόπο και πολλή δουλειά για να βγει αυτό το αποτέλεσμα που ο κόσμος εύκολα θα το τραγουδήσει, θα το αγαπήσει και θα το κάνει δικό του. Ένα από τα πολλά που ασχολήθηκε αυτός ο φοβερός μπαμπάς μας στη ζωή του ήταν το πρότζεκτ με τα χρωματιστά τραγούδια» πρόσθεσε η Γιασεμί, «Το βραχιόλι που φοράω είναι το Τζιν Τζιν Τζιν, το τραγούδι που έγραψε για μένα όταν ήμουν πολύ μικρούλα. Κάθε νότα είναι και ένα χρώμα, μια χάντρα», ανέφερε η ηθοποιός.
Για αυτά τα τραγούδια, αλλά και για τον Κώστα, τον αδελφό του που ζωγράφιζε, μίλησε ο φίλος του Λουκιανού, ζωγράφος, Μάριος Σπηλιόπουλος. Ο πρώτος του δίσκος βγήκε το 1970, με τίτλο «Η πόλη μας». Ο Μανώλης Μητσιάς, ο οποίος ερμήνευσε και στη συνέχεια πολλά από τα τραγούδια του Λουκιανού Κηλαηδόνη, αναφέρθηκε στην συνεργασία και την φιλία που τους συνέδεε, όλα αυτά τα χρόνια. Υπέγραψε τη μουσική για μια σειρά από επιθεωρήσεις, που άλλαξαν την εικόνα του ελληνικού θεάτρου και που μέχρι σήμερα τραγουδιούνται από μικρούς και μεγάλους.
Ο Σταμάτης Φασουλής, από τους πρωτεργάτες του «ελεύθερου θεάτρου», μίλησε για τον Λουκιανό εκείνων των χρόνων. Ένα από τα πρώτα που έρχονται στο μυαλό όλων, είναι το θρυλικό πάρτι που διοργάνωσε στη Βουλιαγμένη, τον Ιούλιο του 1983. Η Άννα Βαγενά θυμήθηκε πώς ξεκίνησε αυτή η ιδέα, αλλά και πώς αυτό που συνέβη, ξεπέρασε κάθε προσδοκία.
Στον Λουκιανό άρεσε να δοκιμάζει και να κάνει πράξη ό,τι πίστευε, ακόμα κι αν αυτό ήταν αντίθετα με το ρεύμα της εποχής.
Έγραψε μουσική για τον «Θίασο» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, τα «Μικροαστικά», το «Media Luz», το «Αχ πατρίδα μου γλυκειά», όπου συγκέντρωσε διαφορετικά είδη τραγουδιών από τον χώρο της προφορικής λαϊκής παράδοσης. Είχε το δικό του προσωπικό ύφος που τον έκανε τόσο ξεχωριστό και αγαπητό. Όταν τελείωνε μια δουλειά ήταν χαρούμενος, ενώ οι άλλοι ήταν στεναχωρημένοι. Έφευγε και χανόταν προς τη Δύση, όπως ο Λούκυ Λουκ, που έλεγε: «Είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόη».