Τις τελευταίες 7 ημέρες περισσότερα από 1.000 άτομα άνω των 65 ετών, «στην ηλικία δηλαδή που κατά κάποιο τρόπο κλιμακώνεται ο κίνδυνος», έχουν αναγνωριστεί ως ...
κρούσματα κορωνοϊού.«Αυτό από μόνο του είναι καθοριστικό» είπε ο κ. Τσιόδρας και εξήγησε: «Με βάση τα ελληνικά δεδομένα, υπολογίζουμε πλέον με μαθηματικές εκτιμήσεις, ανάλογα με την ηλικία του ανθρώπου που πάσχει από κορονοϊό να νοσηλευτεί στο νοσοκομείο ή ακόμα να μπει σε ΜΕΘ» και αυτή τη στιγμή η πιθανότητα για έναν άνδρα άνω των 75 ετών με κορονοϊό είναι σημαντική.
Στη συνέχεια, ο κ. Τσίοδρας παρουσίασε τα αριθμητικά δεδομένα για τον αριθμό των τεστ που διεξάγονται. «Από τις 10 Σεπτεμβρίου και μετά έχουμε 20πλασιάσει τα τεστ που γίνονται» με μέσο όρο πάνω από 19.000 τεστ την ημέρα και επιπλέον 3.000 rapid τεστ, ενώ προγραμματίζονται και αυτοματοποιημένοι έλεγχοι σε όλη την Επικράτεια.
Από τα τεστ που διεξάγονται είναι «χαρακτηριστική η άνοδος στη θετικότητα των τεστ που ξεπερνάει το 9%» σημείωσε ο καθηγητής, προσθέτοντας πως όταν το συνεκτιμήσει αυτός κανείς με την επιθετικότητα του ιού στη χώρα, πρακτικά αυτό συνεπάγεται ότι 1 στους 10 με συμπτώματα αυτή τη στιγμή έχει μολυνθεί με κορωνοϊό.
Στον πάτο της ευρωπαϊκής κατάταξης
Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι η χώρα μας στην Ευρώπη κατατάσσεται σε πολύ χαμηλή βαθμίδα όσον αφορά τα τεστ που διεξάγονται ανά εκατομμύριο κατοίκων.
Συγκεκριμένα η Ελλάδα είναι στην 34η θέση σε σύνολο 48 κρατών (μαζί με κράτη-πόλεις όπως το Βατικανό, η Ανδόρα ή το Μονακό) με 178.000 τεστ ανά εκατ. κατοίκων ενώ σε απόλυτο αριθμό τεστ βρίσκεται στην 19η θέση με 1,8 εκατ. τεστ από την έναρξη της πανδημίας. Η χώρα μας είναι πιο πάνω κυρίως από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που ως γνωστόν δεν έχουν και τα πιο προηγμένα συστήματα δημόσιας υγείας στην Ευρώπη...
Σύμφωνα με τον καθηγητή, «από το τέλος Οκτωβρίου έχει αυξηθεί εκθετικά η επιδημία του ιού στην Ελλάδα», ενώ «σε σχέση με την ηλικία διάγνωσης, τις τελευταίες επτά ημέρες έχουμε 1.000 άτομα στις ομάδες που είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο».
«Από τις 10 Σεπτεμβρίου και έπειτα έχουμε 20πλασιάσει τον αριθμό των τεστ που διενεργούνται με ΜΟ πάνω από 19.000 μοριακά τεστ ενώ κάνουμε 3.000 τεστ αντιγόνων την ημέρα», υπογράμμισε ο καθηγητής και πρόσθεσε ότι «από τις 10 Σεπτεμβρίου υπάρχει άνοδος στη θετικότητα των τεστ που ξεπερνάει το 9% και όταν το δούμε σε συνάρτηση με την εκθετική αύξηση του ιού κάποιος με συμπτώματα έχει 1 στις 10 πιθανότητες να έχει τον ιό και αυτό είναι μεγάλο ποσοστό».
Ο κ. Τσιόδρας, μάλιστα, ανέφερε ότι 1.600 άνθρωποι νοσηλεύονται αυτή τη στιγμή από ιό που κάνει πνευμονία. Πρόκειται μάλιστα για αριθμό-ρεκόρ στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, ενώ «έχουμε ένα ΜΟ νέων εισαγωγών που ξεπερνάει τις 170 την ημέρα και αυτό θα πιέσει το σύστημα υγείας».
«Τις τελευταίες ημέρες από τις 26 Οκτωβρίου απομακρύνεται η καμπύλη εξιτηρίων έναντι εισαγωγών και, μάλιστα αυτοί που εισάγονται είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς που παίρνουν εξιτήριο», επεσήμανε ο καθηγητής και πρόσθεσε ότι «όταν η επιδημία έχει αύξηση δεν θα νοσηλευτούν μόνο οι άνθρωποι πάνω απο 75 ετών αλλά και άτομα άνω των 45 ετών και θα υπάρξουν νοσηλείες σε ΜΕΘ, αλλά και θάνατοι, πράγμα που δεν το θέλουμε».
Ο κ. Τσιόδρας αναφέρθηκε επίσης στη χρήση μάσκας, τονίζοντας για ακόμα μια φορά ότι η χρήση της «θα προλάβει εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους σε όλο τον κόσμο μέχρι να έχουμε το εμβόλιο», ενώ υπογράμμισε ότι υπάρχει πιθανότητα «ο ιός να γίνει εποχικός, σαν της γρίπης».
«Η πίεση στο σύστημα υγείας μας παρουσιάστηκε χθες», είπε ο καθηγητής και αναφερόμενος στο γενικευμένο lockdown, είπε πως ήταν μια απόφαση που πάρθηκε ομόφωνα. «Συστήσαμε ενίσχυση της επιτήρησης, ενίσχυση του συστήματος υγείας, συζητήσαμε την ενίσχυση στα ΜΜΜ, την ενίσχυση της τηλεργασίας», είπε χαρακηριστικά.
Εκεί που στάθηκε περισσότερο ο καθηγητής ήταν στον ρυθμό εξάπλωσης του ιού, υπογραμμίζοντας ότι «διαπιστώνουμε τη σημαντική ταχύτητα του ιού και ζητήσαμε από τα ερευνητικά εργαστήρια να δουν αν έχει κάτι αλλάξει στον ιό». «Ήδη οι επιστήμονες στο Παστέρ, στη Θεσσαλονίκη και άλλοι καθηγητές κάνουν βαθιά μοριακή ανάλυση του ιού για να δουν αν έχει υπάρξει κάποια αλλαγή», συμπλήρωσε.
«Κάποιες εργασίες από το εξωτερικό δείχνουν μια μετάλλαξη από τον Ιούνιο και μετά» ανέφερε ο καθηγητής και εξήγησε ότι «δεν το είδαμε τον Ιούλιο και τον Αύγουστο γιατί ο κόσμος ήταν έξω και υπήρχε και μια επίδραση από το κλίμα». «Μας εκπλήσσει η ταχύτητα μετάδοσης του ιού που οδηγεί μαθηματικά στην πίεση του συστήματος υγείας», επεσήμανε ο καθηγητής.