Ακόμη δύο γυναίκες, κάτοικοι της Ρόδου, προσέφυγαν χθες ενώπιον της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου με εγκλήσεις κατά γυναικολόγου μαιευτήρα νοσηλευτικού ιδρύματος... του νησιού.
Συνολικά μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί 12 μηνύσεις εις βάρος του για τα αδικήματα του βιασμού, της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας, της κατάχρησης ανικάνου προς αντίσταση σε γενετήσια πράξη και εξύβρισης.
Πιο συγκεκριμένα στην πρώτη μήνυση που υποβλήθηκε στην Εισαγγελία από την φερόμενη ως θύμα, παρουσία της συνηγόρου της κ. Εύης Αρνιθενού (εκπροσωπείται και από τον δικηγόρο κ. Στέλιο Αλεξανδρή), υποστηρίζεται ότι τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου του έτους 2020, είχε κάποιο δερματολογικό θέμα (εξανθήματα-σπυράκια), στο εξωτερικό σημείο της γυναικείας ευαίσθητης περιοχής και αποφάσισε να επισκεφθεί τον γυναικολόγο. Εκλεισε ραντεβού στις 11:00π.μ. και περίμενε αρκετές ώρες έξω από το εξεταστήριο. Όταν ήρθε η σειρά της μπήκε μέσα, κάθισε στην γυναικολογική καρέκλα (αφού έβγαλε τα ρούχα της από τη μέση και κάτω), όπως της υπέδειξε ο μηνυόμενος και όπως είθισται σε κάθε γυναικολογική εξέταση, αυτός στάθηκε μπροστά της και άρχισε να την εξετάζει.
Οπως ισχυρίζεται δεν έκανε κάτι το περίεργο αρχικά αλλά στο τέλος της εξέτασης αφού της έδωσε οδηγίες και κάποιες αλοιφές, της άφησε σεξουαλικά υπονοούμενα τα οποία αναφέρονταν σε μία κολπική κρέμα που της πρότεινε.
Διατείνεται ειδικότερα ότι της είπε: «Να το βάζεις όσο πιο βαθιά μπορείς, θα σου αρέσει, ξέρεις εσύ!» και γέλασε.
Η γυναίκα αναφέρει ότι της φάνηκε άκομψο το αστείο του και σεξιστικό αλλά έκανε πως δεν το κατάλαβε και παρέστησε την χαζή για να μη δώσει συνέχεια. Της έκλεισε ραντεβού για την επόμενη βδομάδα ώστε να δει πώς θα είναι μετά την αγωγή, όπως αναφέρει η Δημοκρατική της Ρόδου.
Μετά από 2 μέρες πονούσε αρκετά, η κρέμα δεν έδειξε να βοηθάει ιδιαίτερα και έτσι τηλεφώνησε, όπως ισχυρίζεται στον ιατρό και τον επισκέφθηκε αυθημερόν. Στη νέα εξέταση, όπως υποστηρίζει, της ζήτησε να φέρει το σώμα της μπροστά έτσι ώστε να μπορεί να έχει οπτική και στο πίσω μέρος της ευαίσθητης περιοχής.
Ξεκίνησε την εξέταση αλλά επειδή το πρόβλημα που είχε ήταν εξωτερικό, υπέθεσε ότι δεν υπήρχε λόγος να βάλει το δάχτυλό του στον κόλπο της, όπως έκανε. Την ρώτησε πότε είχε τελευταία φορά επαφή και αν πονούσε κατά τη διάρκειά της και αφού του απάντησε ότι δεν πονούσε έκανε το εξής σχόλιο: «ε βέβαια εκείνη την ώρα δεν πονάς, νιώθεις μόνο… ο πόνος είναι γλυκός!».
Δεν το σχολίασε καν, αλλά του τόνισε γι άλλη μια φορά ότι εκεί που την εξετάζει δεν πονάει ενώ, όπως ισχυρίζεται η μηνύτρια, προσπαθούσε μετά βεβαιότητας να την φέρει σε οργασμό, παρά τις αντιδράσεις της και τη δυσαρέσκειά της ενώ διατείνεται ότι ασέλγησε και παρά φύσιν, ενώ στην πορεία, παρά τις διαμαρτυρίες της… «Ήρθε κοντά μου με τράβηξε προς το μέρος του και με αγκάλιασε, έβαλε το χέρι του μέσα απ’ την μπλούζα μου, με χαίδεψε στην πλάτη και εκείνη την στιγμή ένιωσα ότι το γεννητικό του όργανο ήταν σε στύση. Ένιωσα φόβο, αηδία, δεν ήξερα τι γίνεται αν πρέπει να φωνάξω, αν πρέπει να τον βρίσω, αν πρέπει να τον δείρω. Το πρόσωπό του ήταν τόσο κοντά στο δικό μου, ήταν έτοιμος να με φιλήσει. Δεν είχα το θάρρος να κουνηθώ. Είχα παγώσει ολόκληρη και έτρεμα.
Πήγα προς τα πίσω, έπιασα τα ρούχα μου να ντυθώ και αυτός καθόταν εκεί και με κοιτούσε επίμονα με ένα περίεργο βλέμμα. Βγήκα έξω και με έβγαλε μέχρι τα μισά, με φίλησε σταυρωτά και έφυγα.
Ένιωθα άσχημα με το σώμα μου. Η φωνή του είχε μείνει στα αυτιά μου και άκουγα ξανά και ξανά τις ίδιες ερωτήσεις! Τα αρνήθηκα όλα στον εαυτό μου, αποκλείεται να συμβαίνει αυτό σε μένα έλεγα. Ήμουν σοκαρισμένη και αηδιασμένη. Όταν περίμενα μετά έξω στη στάση του λεωφορείου για να γυρίσω σπίτι μου, πέρασε από μπροστά από τη στάση ο μηνυόμενος με το αυτοκίνητό του, έκοψε ταχύτητα όταν με είδε, άνοιξε το παράθυρο του αυτοκινήτου του και μου έκλεισε ματάκι. Γύρισα σπίτι, δεν μίλησα με κανέναν εκείνο το βράδυ και το σκεφτόμουν όλη νύχτα. Στριφογυρνούσα στο κρεβάτι μου δεν μπορούσα να κοιμηθώ, είχα τρομερή ταραχή και ανησυχία. Άρχισα να κλαίω και να είμαι σε απόγνωση. Ένιωσα λίγο τυχερή μετέπειτα σε όλη την ατυχία μου που δεν έκανε κάτι χειρότερο. Ήμασταν μόνοι μας δεν υπήρχε κανείς.
Η σκηνή ήταν εφιαλτική, ένιωθα σαν να είμαι σε ταινία τρόμου. Δεν ήξερα αν εκείνη την ώρα υπήρχε κάποιος έξω στο διάδρομο. Φοβόμουν να φωνάξω γιατί δεν ήξερα αν ήταν κάποιος εκεί έξω να με ακούσει-να με βοηθήσει.
Πολλές σκέψεις, πολλά συναισθήματα, ένιωθα αηδία με το σώμα μου. Πλενόμουν ξανά και ξανά» αναφέρει η μηνύτρια περιγράφοντας ότι ενημέρωσε τον σύντροφό της, ενώ φοβόταν να τον καταγγείλει.
Εγκυος στον 8ο μήνα
Η δεύτερη μήνυση υποβλήθηκε από μια ημεδαπή, δια της συνηγόρου της κ. Μύριαμ Τομαρά.
Η γυναίκα, όπως εκθέτει, γνώρισε τον μηνυόμενο τον Απρίλιο του 2019, λόγω της εγκυμοσύνης της. Τον είχε επισκεφθεί προς το τέλος του 7ου μήνα και καθώς διένυε τον 8ο μήνα. Στα δυο πρώτα ραντεβού, όπως υποστηρίζει, είχε μια ιδιαίτερα άνετη συμπεριφορά και εντελώς αναίτια προσπαθούσε να αναπτύξει μια οικειότητα μεταξύ τους.
Ισχυρίζεται ότι την είχε αγκαλιάσει και την είχε φιλήσει στο μάγουλο χωρίς ποτέ η ίδια να του έχει δείξει ότι θα ήθελε να αναπτύξει φιλική σχέση μαζί του. Της είχε δώσει και το προσωπικό του κινητό να κλείνει τα ραντεβού απευθείας μαζί του ενώ προσθέτει ότι εκείνη την δεδομένη χρονική περίοδο είχε τεράστιο άγχος για την εγκυμοσύνη της γιατί είχε περάσει αρκετά προβλήματα κατά την διάρκειά της και το έμβρυο δεν είχε το ανάλογο βάρος που θα έπρεπε και δεν είχε την πολυτέλεια να αξιολογήσει και να κρίνει την συμπεριφορά του. Είχε απόλυτη ανάγκη από ιατρική μέριμνα για να ολοκληρωθεί με επιτυχία η εγκυμοσύνη της και να γεννήσει ένα υγιές παιδί.
Στις 3 Μαΐου του 2019, πρωινές ώρες, εμφανίστηκε στην προγραμματισμένη επίσκεψη με τον μηνυόμενο. Ηταν στον 8ο μήνα της κύησής της και είχε έντονους πόνους οι οποίοι και την ανησυχούσαν πολύ.
Του μετέφερε, όπως περιγράφει, τις ανησυχίες της και ξεκίνησε να της κάνει κοιλιακό υπέρηχο εγώ είχε μεγάλη αγωνία γιατί για αρκετή ώρα δεν της μιλούσε και τον ρωτούσε επίμονα ενώ κοιτούσε το μόνιτορ «τι είναι γιατρέ; Τι έγινε; Τι είναι αυτό που κοιτάτε; Όλα καλά;». Εκείνος κάποια στιγμή, όπως περιγράφει της απάντησε «’Όλα καλά, αυτά που κοιτάω είναι τα αρχίδια του, που του τα έπρηξες από τις πολλές ερωτήσεις».
Η μηνύτρια τονίζει ότι αισθάνθηκε άβολα από το χυδαίο λεξιλόγιο που χρησιμοποιούσε αλλά η υγεία του αγέννητου παιδιού της ήταν το μόνο που την απασχολούσε εκείνη την στιγμή.
Επειδή είχε εμφανίσει κάποια πολύ έντονα σημάδια στο στήθος της και δεν ήξερε αν είναι ραγάδες ή κάτι πιο σοβαρό που θα επηρεάσει τον θηλασμό μετά την γέννα του ζήτησε να την κοιτάξει. Οπως υποστηρίζει έβγαλε τα ιατρικά γάντια και άρχισε να θωπεύει το στήθος της με τα γυμνά του χέρια. Ενιωσε, όπως ισχυρίζεται, δυσφορία και ο ιατρός ακολούθως την εξέτασε με τα γυμνά του δάχτυλα στον κόλπο της για περίπου δυο λεπτά.
Η ίδια σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση από όλο αυτό που συνέβαινε και πονώντας πολύ αντιδρούσε και κάποια στιγμή παρά τις αντιδράσεις της και την κατάσταση που της δημιούργησε, της είπε όπως υποστηρίζει, «κάτσε να δω και κάτι άλλο»….
«Και εκείνη την στιγμή συμβαίνει το αδιανόητο! Αρχίζει και γλύφει με την γλώσσα του το αιδοίο μου! Εγώ βιώνοντας την απόλυτη φρίκη, μούδιασα από το σοκ, έχασα τον κόσμο γύρω μου και ένιωσα σαν ένα παγιδευμένο ζώο.
Η αιδοιολειχία κράτησε αρκετά δευτερόλεπτα, τα οποία ήταν από τα πιο δραματικά της ζωής μου. Κάποια στιγμή σταμάτησε και ήρθε να κοιτάξει προς το μέρος μου και εκείνη τη στιγμή αντιλήφθηκα ότι είχε ξεκούμπωτο το παντελόνι του και το χέρι του ήταν στο πέος του έτοιμος και αποφασισμένος να προχωρήσει. Σαν υπνωτισμένη από τον σοκ ψέλλισα «τι κάνεις;» μου απάντησε «όλα καλά, χαλάρωσε». Εγώ βρήκα το κουράγιο ενώ έτρεμα σηκώθηκα άνοιξα την πόρτα και έφυγα. Ξέσπασα σε κλάματα, τρελάθηκα από την απόγνωση στην οποία είχα περιέλθει. Αυτό που μου είχε συμβεί ήταν τραγικό. Στην πιο ευάλωτη στιγμή της ζωής μου βρέθηκα σε αυτή την κατάσταση.
Σιχαινόμουν το ίδιο μου το σώμα ενώ βρισκόταν στην πιο ιερή στιγμή του. Μου στέρησε την χαρά της εγκυμοσύνης μου.
Μετά από δύο εβδομάδες και χωρίς να έχω βρει το κουράγιο να επισκεφθώ κανέναν άλλο γυναικολόγο, γέννησα πρόωρα το παιδί μου. Δεν έχω ξεχάσει ούτε μια μέρα αυτό που μου συνέβη. Όλο αυτό τον καιρό έτρεμα και μόνο στην σκέψη ότι θα πρέπει να πω αυτά τα περιστατικά δημόσια σε ένα ακροατήριο.
Αλλά το πλήθος των κακοποιημένων γυναικών από τον ίδιο άνθρωπο που βρήκε το κουράγιο να μιλήσει μου έδωσε δύναμη. Η σιωπή δεν είναι η λύση. Πρέπει να αποδοθεί δικαιοσύνη» υποστηρίζει στην μήνυση της.