Περίπου μισοί από τους νεκρούς του κορωνοϊού στη Σουηδία είναι κάτοικοι οίκων ευγηρίας, με τις καταγγελίες για ολιγωρία των αρχών σε βάρος των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού...
να πληθαίνουν.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του BBC, εργαζόμενοι στην υγεία εκτιμούν πως η θεσμική απροθυμία για εισαγωγή ηλικιωμένων ασθενών της Covid-19 στα νοσοκομεία, κοστίζει ζωές. Το 48,9% των θανάτων του κορωνοϊού έως και τις 14 Μαΐου ήταν κάτοικοι οίκων ευγηρίας, αναφέρει ο Οργανισμός Δημόσιας Υγείας της Σουηδίας.
Η πλειονότητα των περίπου 3.700 νεκρών του κορωνοϊού στη Σουηδία είναι άνω των 70 χρόνων, σύμφωνα με τα στοιχεία και παρά τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης περί προτεραιότητας των ευπαθών ομάδων.
Χαρακτηριστική η περίπτωση του Lili Sedghi που κατέληξε από κορωνοϊό σχεδόν αβοήθητος, σε οίκο ευγηρίας στα βόρεια της Στοκχόλμης. Τού χορήγησαν μορφίνη λίγες ώρες προτού πεθάνει, αλλά όχι και οξυγόνο. Το προσωπικό δεν κάλεσε καν ασθενοφόρο. «Κανείς δεν ήταν εκεί, πέθανε μόνος του. Είναι τόσο άδικο...» ανέφερε η κόρη του, η οποία δήλωσε οργισμένη για το θάνατό του, λέγοντας πως παρότι έβηχε και πονούσε, κανείς δεν κάλεσε γιατρό.
«Δεν καταφέραμε να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας, τους πιο ηλικιωμένους, παρά τις προθέσεις μας» παραδέχτηκε την περασμένη εβδομάδα ο πρωθυπουργός.
Η Σουηδία απαγόρευσε τις επισκέψεις σε οίκους ευγηρίας στις 31 Μαρτίου. Ωστόσο, όπως και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης, εργαζόμενοι, συγγενείς και συνδικάτα κατήγγειλαν πως η χώρα καθυστέρησε να εφοδιάσει τις εγκαταστάσεις με προστατευτικό εξοπλισμό ενώ υπήρχαν νοσηλευτές που πήγαιναν κανονικά στη δουλειά, παρότι είχαν συμπτώματα της Covid-19. Τώρα, όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι επικρίνουν τις υγειονομικές αρχές για πρωτόκολλα που, όπως λένε, τούς αποθάρρυναν από το να στέλνουν τους νοσούντες σε νοσοκομεία και εμπόδιζαν το εξειδικευμένο προσωπικό να χορηγεί οξυγόνο σε ασθενείς χωρίς πρότερη έγκριση γιατρού.
«Μας είχαν πει πως δεν πρέπει να στέλνουμε κανέναν στο νοσοκομείο, ακόμα κι αν είναι 65 χρόνων και έχει μπροστά του πολλά χρόνια ζωής» αναφέρει η Latifa Löfvenberg, νοσηλεύτρια σε οίκους ευγηρίας, προσθέτοντας: «Κάποιοι είχαν πολλά χρόνια ζωής με τους αγαπημένους τους, όμως δεν είχαν την ευκαιρία. Γιατί ποτέ δεν έφτασαν στο νοσοκομείο. Πέθαναν από ασφυξία. Είναι μεγάλος ο πανικός και είναι πολύ σκληρό απλώς να στέκεσαι και να βλέπεις κάτι τέτοιο».
Τραυματιοφορέας που δουλεύει στη Στοκχόλμη και θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, ανέφερε στο BBC πως παρά τις υπερωρίες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δεν έχει κληθεί ούτε σε ένα οίκο ευγηρίας για περιστατικό σχετιζόμενο με την Covid-19.
O Mikael Fjällid, εντατικολόγος, εκτιμά πως «θα είχαν σωθεί πολλές ζωές» αν περισσότεροι ασθενείς είχαν πρόσβαση σε νοσοκομειακή φροντίδα ή αν οι φροντιστές των οίκων ευγηρίας είχαν ενισχυμένες αρμοδιότητες χορήγησης οξυγόνου χωρίς αναμονές.
Οι αποφάσεις για τη στελέχωση και τους υγειονομικούς πόρους λαμβάνονται σε περιφερειακό επίπεδο στη Σουηδία, παρότι οι οδηγίες της κυβέρνησης για τους ηλικιωμένους ασθενείς σε κρατικά ή ιδιωτικά γηροκομεία, ορίζουν πως δεν πρέπει να διακομίζονται αυτομάτως σε νοσοκομεία για θεραπεία.
Σύμφωνα με τον δρα.Thomas Linden, διεθυντή του ιατρικού τμήματος στο Εθνικό Συμβούλιο Υγείας και Πρόνοιας, οι εργαζόμενοι πρέπει «να ζυγίσουν με επαγγελματισμό τα εν δυνάμει οφέλη έναντι των κινδύνων» - όπως το να κολλήσει κανείς τον ιό στο νοσοκομείο ή το κόστος μεταφοράς των ασθενών.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, οι εργαζόμενοι στον κλάδο αυτό καλούνται να αξιολογήσουν την εκάστοτε κατάσταση όχι μόνο βάσει ηλικίας, αλλά και από άλλους παράγοντες.
Παρόλα αυτά, αξιωματούχοι και εργαζόμενοι σε οίκους ευγηρίας καταγγέλλουν πως υποβάλλονται σε κάποιου είδους «ηθικό δίλημμα» για το αν πρέπει να χορηγήσουν οξυγόνο ή να αποφασίσουν τη διακομιδή ασθενούς σε νοσοκομείο.
να πληθαίνουν.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του BBC, εργαζόμενοι στην υγεία εκτιμούν πως η θεσμική απροθυμία για εισαγωγή ηλικιωμένων ασθενών της Covid-19 στα νοσοκομεία, κοστίζει ζωές. Το 48,9% των θανάτων του κορωνοϊού έως και τις 14 Μαΐου ήταν κάτοικοι οίκων ευγηρίας, αναφέρει ο Οργανισμός Δημόσιας Υγείας της Σουηδίας.
Η πλειονότητα των περίπου 3.700 νεκρών του κορωνοϊού στη Σουηδία είναι άνω των 70 χρόνων, σύμφωνα με τα στοιχεία και παρά τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης περί προτεραιότητας των ευπαθών ομάδων.
Χαρακτηριστική η περίπτωση του Lili Sedghi που κατέληξε από κορωνοϊό σχεδόν αβοήθητος, σε οίκο ευγηρίας στα βόρεια της Στοκχόλμης. Τού χορήγησαν μορφίνη λίγες ώρες προτού πεθάνει, αλλά όχι και οξυγόνο. Το προσωπικό δεν κάλεσε καν ασθενοφόρο. «Κανείς δεν ήταν εκεί, πέθανε μόνος του. Είναι τόσο άδικο...» ανέφερε η κόρη του, η οποία δήλωσε οργισμένη για το θάνατό του, λέγοντας πως παρότι έβηχε και πονούσε, κανείς δεν κάλεσε γιατρό.
«Δεν καταφέραμε να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας, τους πιο ηλικιωμένους, παρά τις προθέσεις μας» παραδέχτηκε την περασμένη εβδομάδα ο πρωθυπουργός.
Η Σουηδία απαγόρευσε τις επισκέψεις σε οίκους ευγηρίας στις 31 Μαρτίου. Ωστόσο, όπως και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης, εργαζόμενοι, συγγενείς και συνδικάτα κατήγγειλαν πως η χώρα καθυστέρησε να εφοδιάσει τις εγκαταστάσεις με προστατευτικό εξοπλισμό ενώ υπήρχαν νοσηλευτές που πήγαιναν κανονικά στη δουλειά, παρότι είχαν συμπτώματα της Covid-19. Τώρα, όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι επικρίνουν τις υγειονομικές αρχές για πρωτόκολλα που, όπως λένε, τούς αποθάρρυναν από το να στέλνουν τους νοσούντες σε νοσοκομεία και εμπόδιζαν το εξειδικευμένο προσωπικό να χορηγεί οξυγόνο σε ασθενείς χωρίς πρότερη έγκριση γιατρού.
«Μας είχαν πει πως δεν πρέπει να στέλνουμε κανέναν στο νοσοκομείο, ακόμα κι αν είναι 65 χρόνων και έχει μπροστά του πολλά χρόνια ζωής» αναφέρει η Latifa Löfvenberg, νοσηλεύτρια σε οίκους ευγηρίας, προσθέτοντας: «Κάποιοι είχαν πολλά χρόνια ζωής με τους αγαπημένους τους, όμως δεν είχαν την ευκαιρία. Γιατί ποτέ δεν έφτασαν στο νοσοκομείο. Πέθαναν από ασφυξία. Είναι μεγάλος ο πανικός και είναι πολύ σκληρό απλώς να στέκεσαι και να βλέπεις κάτι τέτοιο».
Τραυματιοφορέας που δουλεύει στη Στοκχόλμη και θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, ανέφερε στο BBC πως παρά τις υπερωρίες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δεν έχει κληθεί ούτε σε ένα οίκο ευγηρίας για περιστατικό σχετιζόμενο με την Covid-19.
O Mikael Fjällid, εντατικολόγος, εκτιμά πως «θα είχαν σωθεί πολλές ζωές» αν περισσότεροι ασθενείς είχαν πρόσβαση σε νοσοκομειακή φροντίδα ή αν οι φροντιστές των οίκων ευγηρίας είχαν ενισχυμένες αρμοδιότητες χορήγησης οξυγόνου χωρίς αναμονές.
Οι αποφάσεις για τη στελέχωση και τους υγειονομικούς πόρους λαμβάνονται σε περιφερειακό επίπεδο στη Σουηδία, παρότι οι οδηγίες της κυβέρνησης για τους ηλικιωμένους ασθενείς σε κρατικά ή ιδιωτικά γηροκομεία, ορίζουν πως δεν πρέπει να διακομίζονται αυτομάτως σε νοσοκομεία για θεραπεία.
Σύμφωνα με τον δρα.Thomas Linden, διεθυντή του ιατρικού τμήματος στο Εθνικό Συμβούλιο Υγείας και Πρόνοιας, οι εργαζόμενοι πρέπει «να ζυγίσουν με επαγγελματισμό τα εν δυνάμει οφέλη έναντι των κινδύνων» - όπως το να κολλήσει κανείς τον ιό στο νοσοκομείο ή το κόστος μεταφοράς των ασθενών.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, οι εργαζόμενοι στον κλάδο αυτό καλούνται να αξιολογήσουν την εκάστοτε κατάσταση όχι μόνο βάσει ηλικίας, αλλά και από άλλους παράγοντες.
Παρόλα αυτά, αξιωματούχοι και εργαζόμενοι σε οίκους ευγηρίας καταγγέλλουν πως υποβάλλονται σε κάποιου είδους «ηθικό δίλημμα» για το αν πρέπει να χορηγήσουν οξυγόνο ή να αποφασίσουν τη διακομιδή ασθενούς σε νοσοκομείο.