Ο Τζώννυ Καλημέρης έγραψε δύο λόγια για το πώς κόλλησε τον κορωνοϊό τόσο εκείνος όσο και η σύντροφός του, Χριστίνα Κοντοβά και πώς...
«15 μέρες κλεισμένοι στο σπίτι. Σε κοινωνική έξοδο, η σύντροφός μου και εγώ παρασυρθήκαμε, αγκαλιάσαμε και φιλήσαμε φίλους μας, ένας από τους οποίους την επόμενη ημέρα μας ενημέρωσε ότι βρέθηκε θετικός στον ιό. Έτσι, ήμασταν από τους πρώτους που μπήκαν από μόνοι τους σε απομόνωση.
Μιλήσαμε με τη γιατρό μας, η οποία μας έδωσε όσο περισσότερες πληροφορίες για το τι να περιμένουμε. Από εκεί και πέρα όλα έγιναν ακριβώς όπως τα περιγράφουν οι γιατροί.
Τα πρώτα συμπτώματα ξεκίνησαν τέσσερις ημέρες μετά την επαφή: βήχας, δέκατα, κόπωση, πονόλαιμος. Το πιο εντυπωσιακό, όμως, ήταν η απώλεια της όσφρησης και της γεύσης. Και ίσως το πιο σοκαριστικό, γιατί μέχρι τότε δεν είχε αναφερθεί ως σύμπτωμα του ιού.
Τυχαία το καταλάβαμε, προσπαθώντας να ξεχωρίσουμε μυρωδιές όταν μαγειρεύαμε και δεν μπορούσαμε. Δοκιμάσαμε με τις κολόνιες, κάναμε πειράματα, τίποτε. Επικοινώνησα αμέσως με τη γιατρό μου, μου είπε ότι είχε ακούσει μόνο για μία ακόμα περίπτωση με αντίστοιχα συμπτώματα. Τελικά, λίγες μέρες αργότερα έγινε παγκοσμίως γνωστό ότι η απώλεια όσφρησης και γεύσης είναι σύμπτωμα του κορωνοϊού.
Τις πρώτες αυτές ημέρες κοιμόμουν πολλές ώρες, έκλειναν τα μάτια μου. Είχα αδυναμία συγκέντρωσης, ήταν δύσκολο να διαβάσω ένα βιβλίο –αντίθετα, ήταν ευκολότερο το να τσεκάρω τα social media και τα sites, αφού εκεί η πληροφορία είναι πιο μικρή σε όγκο.
Αυτή τη στιγμή, έχοντας βγει από τον κύκλο των 14 ημερών, είμαστε πια τελείως ασυμπτωματικοί, ενώ η όσφρηση και η γεύση έχουν επιστρέψει περίπου στο 50%.
Σε όλο αυτό το διάστημα είχαμε την ανάγκη να ενημερωνόμαστε διαρκώς, κάτι που αυτονόητα το νιώθεις όταν γύρω σου συμβαίνει μια τόσο κρίσιμη, πρωτόγνωρη κατάσταση. Χρειάζεται συνεχής εγρήγορση για να μην παρασυρθεί κανείς από το internet smog, τον τεράστιο όγκο τρομακτικής πληροφορίας.
Εύκολα πέφτει κανείς στην παγίδα να αναπαραγάγει ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες και να αρχίσει να δίνει συμβουλές. Η Χριστίνα και εγώ ακούγαμε μόνο τους ειδικούς και κυρίως τη γιατρό μας. Προσωπικά δεν επηρεάζομαι εύκολα, δεν νιώθω φόβο χωρίς λόγο.
Ομολογώ, όμως, ότι είχα την αγωνία τι θα συμβεί αν χειροτερέψει η κατάσταση της υγείας μου, αν χρειαστεί να πάω στο νοσοκομείο, να διασωληνωθώ –ήταν κάτι που πραγματικά με φόβιζε. Κατά τα άλλα, διατήρησα και διατηρώ την ψυχραιμία μου.
Μιλώ με τη γιατρό μου καθημερινά, έχω τον γιο μου που μένει δίπλα και μας βοηθάει, βασικά όμως έχω τη Χριστίνα και η Χριστίνα εμένα. Στηρίζουμε ο ένας τον άλλον, είναι πολύ σημαντικό να έχεις τους δικούς σου ανθρώπους σε μια τόσο σοβαρή περιπέτεια.
Ο χρόνος, η μέρα, περνάνε αργά, δύσκολα. Ομως ξέρεις ότι δεν είσαι μόνος σου σε όλο αυτό, όλος ο κόσμος συμπάσχει. Δεν σε κάνει ξεχωριστό το γεγονός ότι είσαι άρρωστος ή υποψήφιος να νοσήσεις από τον κορωνοϊό, όλη η υφήλιος βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση.
Είναι όντως πρωτόγνωρο αυτό που ζούμε, το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε απομόνωση, σε κατ’ οίκον περιορισμό. Δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσει αυτό και τι θα μας αφήσει. Πριν από κάποια χρόνια είχα μπαρκάρει σε φορτηγό πλοίο για 10 ημέρες και μπορώ να πω ότι αυτό ίσως είναι το πιο κοντινό πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου που κάπως μοιάζει με αυτό που ζω αυτές τις ημέρες.
Τις πρώτες ημέρες που έφτασε ο κορωνοϊός στην Ελλάδα, υπήρχε μια αίσθηση στίγματος, ότι είσαι σαν λεπρός. Όχι πια. Τώρα εξοικειωθήκαμε με την αρρώστια και με τους ασθενείς.
Αν στην αρχή υπήρχε αυτό το συναίσθημα του «λεπρού», τώρα ισχύει το ανάποδο: ίσως να είμαι και τυχερός που το πέρασα τόσο νωρίς και εύκολα. Οι γιατροί λένε ότι αφού το περάσει κανείς είναι ίσως σαν να έχει αποκτήσει ανοσία.
Αξιοσημείωτο των ημερών είναι η συνεχής και ουσιαστική επικοινωνία με τους φίλους και τους γνωστούς μου. Ακόμα και με ανθρώπους που μιλούσαμε μια φορά το δίμηνο, τώρα μιλάμε σχεδόν καθημερινά και οι συζητήσεις μας έχουν περιεχόμενο, είναι ουσιαστικές για τη ζωή μας, το μέλλον, τις ανησυχίες μας. Και αυτό που κυριαρχεί είναι η έγνοια για τον άλλο, για να είναι καλά. Είναι πρωτόγνωρο.
Στο μέτωπο του κράτους και της λειτουργίας της κυβέρνησης απέναντι στην κρίση, η αίσθηση την οποία έχω, και μάλλον όχι μόνον εγώ, είναι ότι για πρώτη φορά υπάρχει στιβαρό χέρι στο τιμόνι. Το κράτος λειτουργεί, κάποιος που ξέρει τι του γίνεται είναι επικεφαλής σε αυτήν τη μάχη. Και αυτό είναι παρήγορο.
Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις πως άρχισαν να λειτουργούν άμεσα και άψογα ψηφιακές υποδομές, το 13033, το forma.gov.gr . Οι πολίτες αισθάνονται ότι μπορούν να έχουν εμπιστοσύνη στον κυβερνήτη τους.
Ο κορωνοϊός μπορεί να αποδειχθεί ως ο great equalizer. Ο μεγάλος εξισορροπιστής: είμαστε όλοι το ίδιο πια, όλοι κινδυνεύουμε το ίδιο να προσβληθούμε, τις ίδιες συνέπειες έχουμε στην καθημερινότητά μας, είτε πλούσιοι είτε όχι, είτε Έλληνες είτε Αμερικανοί.
Και την ίδια ώρα βλέπουμε πώς απλοί, καθημερινοί άνθρωποι, σημαντικοί επιστήμονες με common sense, κοινή λογική, κάνουν πραγματικά σοβαρή δουλειά. Αυτά για εμάς τους Έλληνες, τους απείθαρχους, είναι από τα μεγαλύτερα μαθήματα που μπορούμε να διδαχθούμε.
Δεν ξέρω πώς θα είναι η αυριανή ημέρα, πόσο θα κρατήσει αυτό που ζούμε. Δεν υπάρχει κλάδος που να μην έχει σοβαρά προβλήματα, που να μη βιώνει τη μεγάλη αγωνία για το αύριο. Ομως, αυτή η αρρώστια μάς έχει επιστρέψει στους πρωταρχικούς μας φόβους.
Για πρώτη φορά στη ζωή μας, σε τόσο μαζικό επίπεδο, μπήκε η αγωνία της επιβίωσης. Έχουμε κάνει πολλά βήματα πίσω. Η αγωνία μας δεν είναι αν θα πάρουμε προαγωγή, αν θα ξεχωρίσουμε, αν θα πουλήσει η δουλειά μας. Η αγωνία μας είναι κατ’ αρχάς να επιβιώσουμε, να επιβιώσουν οι γύρω μας, να υπάρχουμε. Αυτό κάνει ο μεγάλος εξισορροπιστής, ο κορωνοϊός…», έγραψε ο Τζώνη Καλημέρης.